Τρίτη 17 Φεβρουαρίου 2015

Ανδρέας Εμπειρίκος, Τρία Αποσπάσματα

Ανδρέας Εμπειρίκος [Τρία αποσπάσματα]

Γεννήθηκε στην Μπράιλα της Ρουμανίας το 1901, γόνος πλούσιας οικογένειας ναυτικών από την Άνδρο.
Ο πατέρας του υπήρξε εφοπλιστής και η μητέρα του Στεφανία ήταν κόρη του Ανδριώτη Λεωνίδα Κυδωνιέως και μίας Ρωσίδας που ζούσε στην Σεβαστούπολη. Έτσι αν και έζησε τα παιδικά του χρόνια στην Σύρο, οι περισσότερες αναμνήσεις του ποιητή γεννήθηκαν στην Κριμαία όπου περνούσε τα καλοκαίρια του στα κτήματα του θείου του. Η μνήμη του έχει συγκρατήσει εικόνες από ομαδικές ερωτικές σκηνές μικρών Τατάρων στα χρόνια της εφηβείας τους, στις όχθες του ποταμού Αμούρ στη Σιβηρία. Αυτή θα είναι και η αίσθηση που θα τον συντροφεύει στις αποδράσεις του στο χώρο της γραφής. Το 1920 διακόπτει τις σπουδές του στη Φιλοσοφική σχολή Αθηνών, για να παρακολουθήσει οικονομία στο πανεπιστήμιο της Λοζάννης, ενώ αργότερα φεύγει για το Λονδίνο όπου θα παραμείνει μέχρι το 1925 εργαζόμενος στη ναυτιλιακή εταιρεία του πατέρα του. 
Απο το 1926 μέχρι το 1931 το λαμπερό Παρίσι με τις πνευματικές και καλλιτεχνικές ζυμώσεις θα είναι ο φάρος για τον νεαρό Ανδριώτη. Κατά την παραμονή του εκεί ασχολήθηκε εκτός άλλων και με την ψυχανάλυση."Συναντήθηκα με ένθεον πλάσμα" θα γράψει όταν συνάντησε τον πατέρα του Υπερρεαλισμού Αντρέ Μπρετόν. Η επιστροφή του στην Αθήνα σηματοδοτήθηκε απο την περίφημη διάλεξή του περί Υπερρεαλισμού. Σε μια κατάμεστη αίθουσα ξενοδοχείου ο Ανδρέας Εμπειρίκος διακήρυττε με επιβλητική φωνή την ύπαρξη ενός νέου λογοτεχνικού ρεύματος που το υπεράσπιζε η Φροϋδική θεωρία και πρακτική. Εκφράζεται με ευγένεια αλλά και πάθος, χωρίς να λυπάται τις λέξεις "που σφυροκοπούσε ενώπιον βλοσυρών αστών που τον κοιτούσαν εχθρικά" όπως θα γράψει αργότερα ένας νεαρός θαυμαστής του, ο οποίος παρακολουθούσε την διάλεξη. Παράλληλα με την διάλεξη του Εμπειρίκου η πολυτελής έκδοση που κυκλοφορούσε στην αγορά, με τίτλο "Υψικάμινος", με τα πρώτα καθαρά υπερρεαλιστικά ποιήματα, θεωρήθηκε ως δυναμική πρόθεση να επιφέρει "βαρύ πλήγμα στην λυρική και ρομαντική ποίηση". Σαν αποτέλεσμα νέοι δημοσιογράφοι (μωρο)φιλόδοξοι, αλλά και η εφημερίδα Εστία αναλαμβάνουν να πλήξουν όχι μόνο τον υπερρεαλισμό αλλά και τους φορείς αυτού. Το έργο αυτό έγινε αντικείμενο χλεύης από τους φιλολογικούς κύκλους. Και ενώ η τρικυμία της κατακραυγής μαίνεται εναντίον του ο ποιητής γράφει ασταμάτητα. Η Ενδοχώρα θα δημοσιευτεί το 1945, τα Γραπτά ή Προσωπική Μυθολογία το 1960, το Αργώ ή Πλους Αεροστάτου το 1980, και το 1990 ο Μεγάλος Ανατολικός. Ο Μεγάλος Ανατολικός είναι ένα μυθιστόρημα που γράφεται καθ' όλη τη διάρκεια του Εμφυλίου πολέμου. Το Βρετανικό υπερωκεάνιο Μεγάλος Ανατολικός στο παρθενικό του ταξίδι στο Νέο κόσμο φιλοξενεί ανθρώπους από όλες τις κοινωνικές τάξεις, τίποτε όμως δεν τους εμποδίζει να συνευρίσκονται ερωτικά, αποβλέποντας όλοι στην ερωτική κοινοκτημοσύνη και κοινοπραξία, στην απόλυτη συνεχή ηδονή που τείνει στην άνευ ορίων και άνευ όρων ανθρώπινη απελευθέρωση. Η πρώτη σύζυγος του, πλάσμα ονειρικό και ελεύθερο τον εγκατέλειψε και έφυγε στο Παρίσι με ένα κοινό τους φίλο. Το 1947 θα παντρευτεί την Βιβίκα Ζήση με κουμπάρο τον Οδυσσέα Ελύτη. Τον Δεκέμβριο του 1944 οι άνδρες της ΟΠΛΑ τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν σαν όμηρο μαζί με άλλους στα Κρώρα της Βοιωτίας. Ο ίδιος υπέστη πολλαπλές ανακρίσεις, υπέφερε από οιδήματα και πληγές και τον έσερναν σε μια κατάσταση απόλυτου εξευτελισμού. Όταν κατάφερε να δραπετεύσει δεν σκέφτεται την εκδίκηση ή την πολιτική του προστασία. Γράφει τη Ζέμφυρα ή το μυστικό της Πασιφάης και την Βεατρίκη, που μαζύ με την Αργώ η Πλους αεροστάτου πρόκειται να αποτελέσουν μια ενότητα με τον γενικό τίτλο "Τα χαϊμαλιά του Έρωτα και των Αρμάτων". Τό 1951 εγκατέλειψε την ψυχανάλυση. Οι λόγοι παραμένουν σκοτεινοί. Δέχτηκε ασφυκτικές πιέσεις από άλλους ψυχαναλυτές λόγω των φημολογούμενων σχέσεων του με θεραπευόμενες, και την αυτοχειρία ενός ασθενή του. Θλιμμένος και παροπλισμένος, έζησε απολαμβάνοντας την εκλεκτή παρέα φίλων όπως του Εγγονόπουλου, του Χατζιδάκι, του Θράσου Καστανάκη, του Νίκου Καρούζου, της Νίκης Καραγάτση. Ο Εμπειρίκος δεν επεζήτησε ποτέ να λάβει "αναγνώριση" με την έννοια της καθιέρωσής του ως κανονικού ποιητή με τιμές. Δεν έλαβε ούτε ένα βραβείο, ενώ θα το άξιζε παραπάνω από όλους, γιά την Ενδοχώρα και τα γραπτά του. Έφυγε το 1975 σε ηλικία 74 ετών από καρκίνο του πνεύμονα.


Τα παρακάτω αποσπάσματα να διαβαστούν ως αυτοτελή ποιήματα. Ανήκουν στη συλλογή Ενδοχώρα (1945). Τα δύο πρώτα στην ενότητα Ο Πλόκαμος της Αλταμίρας και το τρίτο στην ενότητα Πουλιά του Προύθου.

1
Λίγα κοσμήματα στη χλόη. Λίγα διαμάντια στο σκοτάδι.
Μα η πεταλούδα που νύκτωρ εγεννήθη μας αναγγέλλει την
αυγή, σφαδάζουσα στο ράμφος της πρωίας.

2
Η ποίησις είναι ανάππτυξι στίλβοντος ποδηλάτου. Μέσα της
όλοι μεγαλώνουμε. Οι διάδρομοι είναι λευκοί. Τ’ άνθη μιλούν.
Από τα πέταλά τους αναδύονται συχνά μικρούτσικες παιδίσκες.
Η εκδρομή αυτή δεν έχει τέλος.

3
Είναι τα βλέφαρά μου διάφανες αυλαίες.
Όταν τ’ ανοίγω βλέπω εμπρός μου ό,τι κι αν τύχει.
Όταν τα κλείνω βλέπω εμπρός μου ό,τι ποθώ.

νύκτωρ: κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Για την κατανόηση των ποιημάτων ας έχουμε υπόψη μας τα εξής:
1. Ο Γάλλος ποιητής Πολ Βαλερί (1871-1945) διατύπωσε την εξής άποψη για την ποίηση: «Η ποίηση είναι ανάπτυξη ενός επιφωνήματος», δηλαδή έχει την αφετηρία της στο συναίσθημα. Η σύγκριση με το ποίημα του Εμπειρίκου μας δείχνει τη νέα αντίληψη: α) η ποίηση ξεκινάει από την εικόνα, από τη μαγεία των πραγμάτων, β) έχει τη δύναμη να μεταμορφώνει διαρκώς τον κόσμο σύμφωνα με τη φαντασία και τις επιθυμίες του ποιητή.
2. Στην υπερρεαλιστική ποίηση, οι εικόνες αναπηδούν αυτόματα και συμφύρονται μεταξύ τους χωρίς αυστηρή λογική αλληλουχία. Γίνεται επίσης χρήση τολμηρών μεταφορών.
3. Ο Εμπειρίκος, όπως και άλλοι Έλληνες υπερρεαλιστές, χρησιμοποιεί συχνά λέξεις λόγιες, επειδή είναι λιγότερο συνηθισμένες, που ξεχωρίζουν μέσα στο κείμενο και ασκούν κι αυτές γοητεία, όπως και τα πράγματα.
στίλβω: απαστράπτω.


Προσεγγίζοντας τα σύντομα αυτά ποιήματα θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας πως η υπερρεαλιστική ποίηση επιχειρεί να μεταφέρει στην επιφάνεια τις σκέψεις και τα συναισθήματα του ποιητή, τη στιγμή που γράφει το ποίημα, χωρίς ειρμό και χωρίς να αποσκοπεί στη διατύπωση κάποιου συγκεκριμένου νοήματος.
Ο ποιητής απαλλαγμένος από τον αυστηρό έλεγχο της λογικής, καταγράφει τις σκέψεις του βασιζόμενος σε συνειρμούς και στη συναισθηματική κατάσταση της στιγμής, καταφεύγοντας, ως ένα βαθμό, στην αυτόματη γραφή, όπου οι λέξεις καθρεπτίζουν τις υποσυνείδητες ενέργειες και διαθέσεις της ψυχής.

1
Λίγα κοσμήματα στη χλόη. Λίγα διαμάντια στο σκοτάδι.
Τα κοσμήματα στη χλόη και τα διαμάντια στο σκοτάδι, μπορούν να εκληφθούν ως μεταφορές με τις οποίες ο ποιητής επιχειρεί να αποδώσει εικόνες του νυχτερινού τοπίου. Η δροσιά που καλύπτει το γρασίδι, κάνοντάς το να λαμπυρίζει, αποδίδεται από τον ποιητή ως κόσμημα πάνω στη χλόη, ενώ τα αστέρια του ουρανού ή τα φώτα της πόλης παρουσιάζονται ως διαμάντια στο σκοτάδι.
Ο ποιητής με τις τολμηρές αυτές μεταφορές παρουσιάζει την ιδιαίτερη γοητεία της νύχτας, που μεταμορφώνει το χώρο και του προσδίδει μια άλλη μαγεία. Χώροι, τοπία και περιοχές που με το φως της ημέρας φανερώνουν όλα τους τα ψεγάδια, μεταμορφώνονται κατά τη διάρκεια της νύχτας και αποκτούν μια διαφορετική, λαμπερή, ομορφιά.

Μα η πεταλούδα που νύκτωρ εγεννήθη μας αναγγέλλει την
αυγή, σφαδάζουσα στο ράμφος της πρωίας.

Όμως, η ομορφιά της νύχτας δε διαρκεί πολύ. Με τον αντιθετικό σύνδεσμο «μα», ο ποιητής μας αναγγέλλει πως το ξημέρωμα πλησιάζει.
Το μήνυμα για τον ερχομό της αυγής δίνεται με μια νυχτοπεταλούδα που η σύντομη ζωή της φτάνει στο τέλος της, καθώς οι πρώτες αχτίνες του ήλιου διακρίνονται στον ουρανό. Όπως ένα μικρό ζώο σφαδάζει κάτω από το ράμφος ενός αρπακτικού πουλιού, έτσι και η πεταλούδα παρουσιάζεται να πασχίζει παγιδευμένη στο «ράμφος» του πρωινού. Εδώ, φυσικά, έχουμε ακόμη μια τολμηρή μεταφορά, καθώς το πρωινό φως παρουσιάζεται ως αρπακτικό πουλί που με το ράμφος του σκοτώνει τη νυχτοπεταλούδα.

Οι φράσεις- εικόνες "Λίγα κοσμήματα στη χλόη. Λίγα διαμάντια στο σκοτάδι" φέρνουν στο μυαλό μας συνειρμικά την δροσιά που υπάρχει την αυγη στα φύλλα.
Η λάμψη αυτή δημιουργεί μια αντίθεση με το σκοτάδι. Η αντίθεση αυτή διαφαίνεται ακόμα περισσότερο με την λέξη "νύκτωρ" αλλά και με την χρήση του λαικού αντιθετικού συνδέσμου "μα"
Άλλη μια αντίθεση μπορεί να επισημανθεί μέσα από το πέταγμα της πεταλούδας που αναγγέλει την αυγή και είναι σημάδι χαράς και το επίθετο "σφαδάνουσα" που δημιουργεί το άισθημα της χαρμολύπης.
Μα η πεταλούδα που νύκτωρ εγεννήθη μάς αναγγέλλει την αυγή, σφαδάνουσα στο ράμφος της πρωίας. : παράλογη υπερρεαλιστική εικόνα, οπου η αυγή παρομοιάζεται με ραμφώδες πτηνό.
Ακόμη θα πρέπει να επισημανθεί η σχέση της πεταλούδας με την ψυχή αλλά και την πρόσκαιρη ζωή, σύμφωνα με την ψυχαναλυτική(μην ξεχνάμε οτι ο ποιητής ήταν ψυχαναλυτής) και λαική αντίληψη.

Τεχνική: υπερρεαλιστική τεχνοτροπία


Εκφραστικά μέσα

1. Αντίθεση
2. Μεταφορές
3. Εικόνες
4. έλλειψη ρημάτων
Γλώσσα Μεικτή με κάποια προτίμηση του ποιητή στην καθαρεύουσα (λόγιοι τύποι και τύποι της δημοτικής)
Υφος: λυρικό και υψηλό (δημιουργείται από τις εκόνες της φύσης και την μεικτή γλώσσα)

2
«Η ποίησις είναι ανάππτυξι στίλβοντος ποδηλάτου.»
Στο δεύτερο ποίημα ο Εμπειρίκος επιχειρεί τον ορισμό της ποίησης, όπως ο ίδιος τη βιώνει, μέσα από μια σειρά εικόνων ευδαιμονίας που συμφύρονται μεταξύ τους χωρίς αυστηρή λογική αλληλουχία.
Η ποίηση είναι η ανάπτυξη ενός ποδηλάτου που απαστράπτει. Μια εικόνα που μπορεί να ερμηνευθεί ποικιλοτρόπως, υπό την έννοια πως μπορεί να αποδίδει το συναίσθημα χαράς κι ελευθερίας που προσφέρει ένα ποδήλατο καθώς κινείται κάτω απ’ το φως του ήλιου και λάμπει είτε ως το ευδαιμονικό συναίσθημα που δημιουργεί σ’ ένα μικρό παιδί ένα ολοκαίνουριο ποδήλατο -λαμπερό ακόμη αφού δεν έχει χρησιμοποιηθεί- που του το προσφέρουν ως δώρο.
Σε κάθε περίπτωση, η εικόνα με το απαστράπτον ποδήλατο εκφράζει την αίσθηση του ποιητή πως η ποίηση αποτελεί την έκφραση, την ανάπτυξη, ενός δυνατού και αυθόρμητου συναισθήματος χαράς.

«Μέσα της
όλοι μεγαλώνουμε. Οι διάδρομοι είναι λευκοί.»
Το ρήμα μεγαλώνω μπορεί να εκληφθεί είτε ως δηλωτικό για το ηλικιακό μεγάλωμα είτε ως έκφραση της μεγέθυνσης, της διεύρυνσης των ορίων κάθε ανθρώπου που ασχολείται με την ποίηση. Μας επιτρέπεται επομένως μια διπλή ανάγνωση του στίχου, καθώς όπως και να ερμηνεύσουμε το ρήμα «μεγαλώνουμε» μπορούμε να αντλήσουμε έγκυρα συμπεράσματα.
Οι άνθρωποι μεγαλώνουν ηλικιακά μέσα στην ποίηση, υπό την έννοια ότι καθετί γύρω μας είναι ποίηση. Έτσι, από μικρά παιδιά περιτριγυριζόμαστε από την ποίηση, όπως αυτή ενυπάρχει στην ομορφιά της φύσης, στην αγάπη και κατόπιν στον έρωτα. Οι πηγές της ποίησης, τα ερεθίσματα εκείνα που μπορούν να ωθήσουν κάποιον στην ποιητική δημιουργία βρίσκονται γύρω μας καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας.
Παράλληλα, μέσα στην ποίηση οι άνθρωποι μεγαλώνουν, διευρύνονται, αποκτούν δηλαδή τη δυνατότητα να ξεφύγουν από τα πεπερασμένα όρια της πραγματικότητας. Η ποίηση προσφέρει στον άνθρωπο τη δυνατότητα να φανταστεί και να δημιουργήσει νέους κόσμους, νέες ατέρμονες εκφάνσεις της πραγματικότητας, όπου δεν υπάρχουν οι περιορισμοί της πραγματικής ζωής. Η ποίηση μας παρέχει μια πρωτόγνωρη ελευθερία, που χάρη στην αποδέσμευσή της από τους άτεγκτους κανόνες της πραγματικότητας, μας επιτρέπει να προεκτείνουμε τη σκέψη μας, τις επιθυμίες και τη φαντασία μας χωρίς κανένα όριο.
Η ελευθερία αυτή που παρέχεται στο δημιουργό είναι ένα από τα πολύτιμα εκείνα στοιχεία της ποίησης, που την καθιστούν διαχρονικά αναγκαία στους ανθρώπους. Κάθε φορά που η ζωή μας θέτει εμπόδια και περιορισμούς, υπάρχει πάντοτε η ποίηση να μας αποδεσμεύει και να μας επιτρέπει να αφεθούμε σ’ έναν κόσμο απόλυτης ελευθερίας και ευδαιμονίας.
Οι διάδρομοι της ποίησης είναι λευκοί. Είναι έτοιμοι να δεχτούν τα δικά μας χρώματα, τις δικές μας ιδέες και ν’ αποκτήσουν την εικόνα που εμείς επιθυμούμε. Ο κόσμος της ποίησης είναι ένα άγραφο χαρτί, που είναι στη διάθεσή μας για να εκφράσουμε με πλήρη ελευθερία κάθε σκέψη κι επιθυμία μας.
Συνάμα, το λευκό χρώμα δηλώνει την αγνότητα και μας παραπέμπει σ’ ένα χώρο ανέγγιχτο, όπου η φαντασία του κάθε ανθρώπου μπορεί να αποτελέσει την γενεσιουργό δύναμη, δημιουργώντας κάτι πρωτόφαντο και μοναδικό.

«Τ’ άνθη μιλούν.
Από τα πέταλά τους αναδύονται συχνά μικρούτσικες παιδίσκες.»
Στον υπέροχο κόσμο της ποίησης, οι δεσμεύσεις τις πραγματικότητας δεν έχουν καμία εφαρμογή. Στον κόσμο της ποίησης ακόμη και τα άνθη μιλούν, καλώντας τον δημιουργό σε μια πορεία απόλυτης ελευθερίας.
Μέσα από τα πέταλα των λουλουδιών συχνά αναδύονται, γεννιούνται, μικρούτσικες παιδίσκες. Μια εικόνα εξαίσιας ομορφιάς και αγνότητας, που με τη χρήση των υποκοριστικών μεταδίδει εναργέστερα την αίσθηση της παιδικής ευδαιμονίας και του παραμυθιακού στοιχείου. 
Οι εικόνες αυτές, με τα άνθη να μιλούν και τις παιδίσκες να αναδύονται από τα πέταλα του άνθους, είναι αμιγώς υπερρεαλιστικές κι εκφράζουν έμπρακτα τη νέα αίσθηση ελευθερίας που απέκτησε ο ποιητικός λόγος.
Κανένας περιορισμός δεν τίθεται στην ποίηση, που μπορεί πλέον να κινείται ελεύθερα στον κόσμο της φαντασίας, παραβιάζοντας προκλητικά τους κανόνες και τις επιταγές της πραγματικότητας.

«Η εκδρομή αυτή δεν έχει τέλος.»
Η πορεία της ποιητικής δημιουργίας μοιάζει με μια εκδρομή χωρίς τέλος, μ’ ένα διαρκές διάλειμμα από τις υποχρεώσεις και τις έγνοιες, όπου κυριαρχούν μόνο η ξεγνοιασιά και η χαρά.
Σε αντίθεση με τους αυστηρούς κανόνες της παραδοσιακής ποίησης, που περιόριζαν τη δημιουργικότητα του ποιητή και τον ανάγκαζαν να υποτάσσει τη φαντασία και τις σκέψεις του, ώστε να εξυπηρετείται η μορφή και η νοηματική αλληλουχία του ποιήματος, στα πλαίσια του υπερρεαλισμού η ποίηση αποκτά την απόλυτη ελευθερία που της ταιριάζει.

Θέμα Ο ορισμός της ποίησης
Το κείμενο προέρχεται από την ενότητα "Ο πλόκαμος της Αλταμίρας". Είναι γραμμένο σε πεζό λόγο αλλά έχει ποιητικά στοιχεία.
Eρμηνεία
Περιέχει έναν υπερρεαλιστικό ορισμό της ποίησης σε απάντηση στον συμβολιστικό του Paul Valery: " Η ποιήση είναι ανάπτυξη ενός επιφωνήματος" (επιφώνημα= συναίσθημα). Ο Εμπειρίκος εδώ λέει οτι η ποίηση είναι "ανάπτυξις στίλβοντος ποδηλάτου", τονίζει δηλαδή τον ρόλο της εικόνας στην ποίηση, η οποία καταγράφει λαμπρές εικόνες από τον χώρο του υποσυνείδητου αλλά και την ίδια την πραγματικότητα, με αποτέλεσμα να βοηθούν τον αναγνώστη να ωριμάσει ("Μέσα της όλοι μεγαλώνουμε.")

Μέσα της όλοι μεγαλώνουμε: σχέση ανθρώπου ποιήσης. Ο άνθρωπος ωριμάζει μέσα από αυτήν
Οι δρόμοι είναι λευκοί: αγνότητα
Τ’ άνθη μιλούν: σχέση ανθρώπου και φύσις
πέταλά: ερωτικό στοιχείο, θυμίζει το παιχνίδι "μ' αγαπά, δε μ' αγαπά" και το μαδημα της μαργαρίτας.
μικρούτσικες παιδίσκες:μεταφορά στην παιδική ηλικία. Απεικονίζει τη χαρά της ζωής
αναδύονται: παραπέμπει στον έρωτα, την Αφροδίτη και το υγρό στοιχείο της ζωής.
Η εκδρομή αυτή δεν έχει τέλος: Η φράση αυτή συνδέεται στενά με την πρώτη: η περιπλάνηση στο χώρο της ποίησης μοιάζει με εκδρομή που δεν τελειώνει ποτέ, ένα ταξίδι στον κόσμο των εικόνων και των αισθήσεων. Το μεταφορικό μέσο γι αυτό το ταξίδι είναι το ποδήλατο.

Μέσα από αλλεπάλληλες συνειρμικές εικόνες, μπολιασμένες από το βίωμα και το πρωτογενές αίσθημα της χαράς, του έρωτα και της ευτυχίας γίνεται αντιληπτό το ποιητικό γεγονός.

Διαθεματική μελέτη άλλων ορισμών της ποίησης:
Για τον Ελύτη: συνουσία επ' άπειρον
Για τον Κακναβάτο: Ω ποίηση κεραμουργία με φωνήεντα
Για τον Valery: Η ποίηση είναι ανάπτυξη ενός επιφωνήματος

Τεχνική: υπερρεαλιστική τεχνοτροπία
Εκφραστικά μέσα
1. μεταφορές
2. εικόνες
ΓλώσσαΜεικτή με κάποια προτίμηση του ποιητή στην καθαρεύουσα (λόγιοι τύποι και τύποι της δημοτικής)
Υφος: λυρικό και υψηλό (δημιουργείται από τις εκόνες της φύσης και την μεικτή γλώσσα)

3
«Είναι τα βλέφαρά μου διάφανες αυλαίες.
Όταν τ’ ανοίγω βλέπω εμπρός μου ό,τι κι αν τύχει.
Όταν τα κλείνω βλέπω εμπρός μου ό,τι ποθώ.»

Στο ποίημα αυτό ο Εμπειρίκος παρουσιάζει με μια ιδιαίτερη μεταφορά την αντίθεση ανάμεσα στον κόσμο της πραγματικότητας και στον κόσμο της φαντασίας.
Τα βλέφαρα παρουσιάζονται ως αυλαίες, ως οι κουρτίνες που κλείνουν τη σκηνή του θεάτρου και που με το άνοιγμά τους σηματοδοτούν την έναρξη της παράστασης. Ο ποιητής αποκαλεί τα βλέφαρά του «διάφανες αυλαίες» αποδίδοντας εν μέρει την κυριολεκτική διαπίστωση ότι τα βλέφαρα διαπερνώνται, ως ένα βαθμό, από το φως, ακόμη κι όταν είναι κλειστά. Σε μεταφορικό επίπεδο, όμως, εκφράζουν το γεγονός πως με το κλείσιμό τους δεν εμποδίζουν τη θέαση μαγευτικών και υπέροχων εικόνων. Το κλείσιμο των βλεφάρων δε σημαίνει παράλληλα και το σταμάτημα της παράστασης, απεναντίας υποδηλώνει την έναρξη της καλύτερης παράστασης, εκείνης δηλαδή που δημιουργούν οι επιθυμίες του ανθρώπου.
Τα βλέφαρα, οι μικρές και διακριτικές αυτές αναπαραστάσεις μιας αυλαίας, αποτελούν το σύνορο ανάμεσα στις παραστάσεις, στις εικόνες της πραγματικότητας, για τις οποίες δεν έχει κανένα έλεγχο ο άνθρωπος, και στις μαγευτικές εικόνες της φαντασίας και του ονείρου, που μπορούν ανά πάσα στιγμή να πάρουν τη μορφή που επιθυμούμε.
Όταν, επομένως, ο ποιητής ανοίγει τα μάτια του βλέπει οτιδήποτε τυχαίνει να βρίσκεται μπροστά του εκείνη τη στιγμή. Στοιχείο που αποδίδει αφενός τον ελάχιστο έλεγχο που έχουμε σε αυτά που συμβαίνουν γύρω μας κι αφετέρου το γεγονός ότι η πραγματικότητα μας παρέχει πάντοτε συγκεκριμένες εικόνες τις οποίες δεν μπορούμε να επηρεάσουμε ή να αλλάξουμε. Όταν, όμως, ο ποιητής κλείνει τα μάτια του είναι σε θέση να δει οτιδήποτε ποθεί, αλλάζοντας κατά βούληση τις εικόνες και τα πράγματα που αντικρίζει. Το πέρασμα, δηλαδή, στη φαντασία δημιουργεί έναν κόσμο άπειρων δυνατοτήτων, όπου καθετί είναι εφικτό και λαμβάνει τη μορφή που εμείς θέλουμε.


Θέμα: Η δύναμη της εσωτερικής όρασης.
Το κείμενο ανήκει στην ενότητα "Πουλιά του Προύθου" και πραγματεύεται τον ρόλο της όρασης, εξωτερικής και εσωτερικής, στην πρόσληψη παραστάσεων και ερεθισμάτων.
Ο ποιητής εδώ στήνει το σκηνικό του με ένμα λεκτικό παιχνίδι που γίνεται ποιητικό συναιρώντας τον έξω κόσμο με τον έσω, δηλαδή την φαντασία με την πραγματικότητα.
Η όραση παρομοιάζεται με ένα θεατρικό στοιχείο την αυλαία: "Είναι τα βλέφαρά μου διάφανες αυλαίες ". Η αυλαία στο θέτρο χωρίζει τον κόσμο των παρασκηνίων (εσωτερικός κόσμός) από τους θεατές (εξωτερικός κόσμος). Αν όμως είναι διάφανη αυτή η αυλαία, ο διαχωρισμός αυτός καταργείται. Έτσι και στην περίπτωση του ποιητή (χρήση α' προσώπου) οι δύο αυτοί κόσμοι επικοινωνούν, είναι ο ένας συνέχεια του άλλου.
Στους δύο επόμενους στίχους υπάρχει αντίθεση (ανοίγω- κλείνω).
"Όταν τα κλείνω βλέπω εμπρός μου ό,τι ποθώ.": η εσωτερική όραση, υπερβαίνει τα όρια της πραγματικότητας και τη συμπληρώνει.

Τεχνική: υπερρεαλιστική τεχνοτροπία
Εκφραστικά μέσα
1. μεταφορές
2. εικόνες
3. παρατακτική σύνδεση
4. συνηχήσεις
Γλώσσα Σε αντίθεση με τα προηγούμενα αποσπάσματα εδώ χρησιμοποιείται αμιγής δημοτική.
Υφος: λυρικό και υψηλό

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου