Τρίτη 12 Μαΐου 2015

Γ. Σεφέρης, Επί ασπαλάθων



Γιώργος Σεφέρης "Επί ασπαλάθων..."
Πρόκειται για το κύκνειο άσμα του ποιητή, το οποίο πέρασε μια εκδοτική περιπέτεια, στοιχείο που δηλώνει ότι η ποίηση είναι μια δημόσια πράξη. 
Τίτλος πρωτότυπου χειρογράφου: Παμφύλιος, γραμμένο στις 31 του Μάρτη 1971. Πρωτοδημοσιεύτηκε, σε γαλλική μετάφραση του ποιητή (με τον τίτλο Sur les
aspalathes…), στις 27 Αυγούστου 1971 στην εφημερίδα Le Monde. Στα ελληνικά, δημοσιεύτηκε στις εφημερίδες το Βήμα και τα Νέα, στις 23 Σεπτεμβρίου1971, τρεις μέρες μετά το θάνατο του ποιητή. Στη συνέχεια, δημοσιεύτηκε στα Νέα Κείμενα
(τόμος Β΄, 1972) μαζί με τη γνωστή δήλωση του ποιητή (28 Μαρτίου 1969).
Τίτλος: νοηματικά άφωνος, ανενεργός, προβληματικός. Ένα αρχαιότροπο παράθεμα, που ηχεί ως αιώνιο ανάθεμα για τους τυράννους.
Δομή ποιήματος: το ποίημα διακρίνεται σε τρία άνισα στροφικά σχήματα που λειτουργούν ως τρία ποιητικά επίπεδα:
α) Πρώτη στροφή: μια λυρική τοπιογραφία, προβολή ενός κλασικού ελληνικού τοπίου. Τόνος λιτός, συγκρατημένος, απαλός.
β) Δεύτερη στροφή: η ανάμνηση της πλατωνικής περικοπής και η περικοπή. Τόνος οργίλος, συναισθηματική έξαρση (αντισεφερικό στοιχείο).
γ) Τρίτη στροφή: εξόδειοι στίχοι – παραβολικό σχήμα της ποιητικής αλληγορίας. Τόνος ήρεμος.
Το ποίημα «Επί ασπαλάθων...» είναι το τελευταίο που συνέθεσε ο Γιώργος Σεφέρης και αποτελεί μια καταγγελία κατά της δικτατορίας και -πολύ περισσότερο- ένα πρόκριμα για τη βίαιη τιμωρία που θα έπρεπε να αποδοθεί στους μυσαρούς δικτάτορες. Το καθεστώς ανελευθερίας, που διένυε την πέμπτη του χρονιά, προκαλούσε έντονη δυσαρέσκεια στον ποιητή, ο οποίος μέσα από έναν τυχαίο συνειρμό φέρνει στο νου του την τιμωρία που είχε επιβληθεί στον Αρδιαίο -έναν αδελφοκτόνο και πατροκτόνο τύραννο της Παμφυλίας- όπως αυτή καταγράφεται στην Πολιτεία του Πλάτωνα.
1η ενότητα στ.1-7 «Ήταν ωραίο το Σούνιο ….άρπας αντηχούν ακόμη ...»  : στην πρώτη στροφή λειτουργεί η αφηγηματική μνήμη (η ιστορική και η αρχαία μνήμη). Σαφείς τοπικοί και χρονικοί δείκτες μας τοποθετούν στον ποιητικό χωροχρόνο (Σούνιο, μέρα του Ευαγγελισμού, πάλι με την άνοιξη). Ταυτόχρονα, λέξεις
δίσημες και με νοηματικό βάρος μας υποβάλλουν μια ανάλογη ατμόσφαιρα (Ευαγγελισμός: Επανάσταση του ’21 και καλή αγγελία σε κατάσταση ανελευθερίας, Άνοιξη: ανάσταση της φύσης και του Έθνους). Λέξεις δηλωτικές του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού (Σούνιο, αρχαίες κολόνες - που αντηχούν ακόμη σαν χορδές
μιας άρπας) αλλά και της ελληνικής φύσης (Λιγοστά πράσινα φύλλα, σκουριασμένες πέτρες, κόκκινο χώμα) συνθέτουν μια λυρική τοπιογραφία. Τη λυρική εικόνα αμαυρώνουν τα μεγάλα βελόνια των ασπάλαθων με τους κίτρινους ανθούς (με το
χρώμα του μίσους). Η λέξη ασπάλαθοι, τοποθετημένη σε κεντρική θέση μας προετοιμάζει για την ποιητική αλληγορία που θα ακολουθήσει. Ολόκληρη, εξάλλου, η πρώτη στροφή λειτουργεί προετοιμαστικά, στοιχείο που συνιστά γνώρισμα της
σεφερικής σκηνοθεσίας.
 Το «πάλι» του 2ου στίχου μπορεί να αναφέρεται (5η άνοιξη από τότε που ήρθαν οι συνταγματάρχες στην εξουσία), στο γεγονός ότι ακόμη υπάρχει η δικτατορία στην Ελλάδα, ίσως όμως και στο ότι είναι μια ευκαιρία πάλι να αποδιώξουν οι Έλληνες τους τυράννους, να ζήσουν ένα ακόμη ’21 (ίσως σχετίζεται και με το γνωστό λαϊκό ρητό «πάλι με χρόνια με καιρούς» το «πάλι με την άνοιξη»). 
Η επίσκεψη του ποιητή στο Σούνιο μπορεί να λαμβάνει χώρα τη συγκεκριμένη ημερομηνία, γιατί τέτοιες μέρες οι καθεστωτικοί συνήθιζαν να κάνουν μεγάλες εορταστικές εκδηλώσεις, κατά τη διάρκεια των οποίων οι πανηγυρισμοί είναι πιο έντονοι και θορυβώδεις∙ αυτό μάλλον θέλει να αποφύγει και ο ποιητής και γι’ αυτό επιλέγει αυτό το ήρεμο τοπίο.
Πρέπει να σημειωθεί ότι ο ποιητής χρησιμοποιεί το ρήμα «ήταν», ρήμα, δηλαδή, χρόνου παρελθοντικού, επιλογή που δηλώνει ότι η έμπνευση προέρχεται από τη μνήμη.
Το Σούνιο χαρακτηρίζεται ωραίο από τον ποιητή από τον πρώτο κιόλας στίχο και στη συνέχεια στηρίζει αυτό το χαρακτηρισμό σε περιγραφές, σε εικόνες.
Μια λυρική περιγραφή της φύσης, η οποία μαγεύει τον ποιητή, με τα επίθετα να επιτυγχάνουν την απόδοση αυτής της μαγείας, ακολουθεί. Τα πράσινα φύλλα είναι λιγοστά, γιατί η αναγέννηση της φύσης αρχίζει τώρα, την άνοιξη,  οι πέτρες είναι σκουριασμένες, γιατί το κόκκινο χρώμα της σκουριάς προκύπτει από το κοκκινόχωμα της περιοχής. Τρία χρώματα κυριαρχούν: το πράσινο, το κόκκινο και το κίτρινο των ανθών των ασπάλαθων. Εναλλάσσονται τα ζωντανά με τα άψυχα πράγματα, αφού το πράσινο δηλώνει ζωή, ενώ οι σκουριασμένες πέτρες κάτι παλιό, παρελθοντικό. Μετά οι ασπάλαθοι συνδέουν το παρόν με το παρελθόν και ο 7ος στίχος επιτελεί την ίδια ακριβώς λειτουργία, συνδέει το παρόν με το παρελθόν. Η περιγραφή των ασπαλάθων καταλαμβάνει μεγαλύτερη έκταση, αφού είναι στοιχείο που θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη συνέχεια, αλλά προοικονομεί και το θέμα, το οποίο είναι η τιμωρία των τυράννων. Τα βελόνια των ασπαλάθων που είναι έτοιμα δίνουν μια αίσθηση αγριότητας που έρχεται να διαταράξει την ηρεμία και την αγαλλίαση που δημιουργεί το πρώτο μέρος της περιγραφής. Επειδή όμως οι υπαινιγμοί για τη δικτατορία υπάρχουν ήδη, είναι σαφής η σύνδεση των αγκαθωτών αυτών θάμνων με το καθεστώς. Σε ασπάλαθους πάνω σύρθηκε και καταξέσκισε τις σάρκες του ο Αρδιαίος, ο πατροκτόνος, αδελφοκτόνος και εξαιρετικά βίαιος τύραννος της Παμφυλίας∙ τέτοια ελπίζει να είναι και η τιμωρία των νυν τυράννων.
Στον 7ο στίχο «Απόμακρα οι αρχαίες κολόνες, χορδές μιας άρπας αντηχούν ακόμη ...» εκτός από τις οπτικές εικόνες παρουσιάζεται και μια σύνθετη οπτικοακουστική εικόνα, μέσα στην οποία βλέπουμε τη σύνδεση παρόντος και παρελθόντος. Ενώ η πρώτη εικόνα ήταν αποκλειστικά δημιούργημα της φύσης, η δεύτερη εικόνα είναι δημιούργημα ανθρώπων, των προγόνων. Εντάσσεται στην πρώτη ενότητα για να ξαναφέρει την αίσθηση της ηρεμίας, της γαλήνης μετά τον υπαινιγμό για μια βίαιη τιμωρία των τυράννων, κάτι που επιτυγχάνεται με τον ήχο από τις χορδές της άρπας.
Επιπλέον, οι ήχοι αυτοί φέρνουν το παρελθόν στο παρόν, καταδεικνύουν τη σύνδεσή τους, αφού για το Σεφέρη το ελληνικό έθνος έχει μια συνέχεια ιστορική, το πνεύμα της αρχαιότητας υφίσταται και επηρεάζει το παρόν σφραγίζοντας την πορεία του. Αυτή είναι και η λειτουργία του ενεστώτα «αντηχούν», αφού το ποιόν του  ενεστώτα είναι εξακολουθητικό: από την αρχαιότητα ως σήμερα υφίσταται η επίδραση του αρχαίου κλασικού πνεύματος.
Πρέπει, ωστόσο, να προσεχθεί το γεγονός ότι ο ναός του Ποσειδώνα στο Σούνιο βρίσκεται σε σημείο στρατηγικής σημασίας∙ εδώ μπορούσαν οι Έλληνες να παρατηρούν τον Αργοσαρωνικό κόλπο, θέρετρο πολεμικών θαλάσσιων επιχειρήσεων και τόπο, στον οποίο έδειξαν οι πρόγονοι το αγωνιστικό τους σθένος και πνεύμα
Λιτή και αφαιρετική είναι η περιγραφή γενικότερα, αποδίδει όμως τα συναισθήματα του Σεφέρη, την ταύτιση του με το ελληνικό τοπίο, την υποκειμενικότητα της προσωπικής του οπτικής.
Λυρισμός: είναι εμφανής ο λυρισμός, αφού πολλά επίθετα και εικόνες από τη φύση κυριαρχούν, η φύση και η ψυχολογική κατάσταση του ήρωα φαίνεται να έχουν μεγάλη σχέση, να αντανακλά η μία στην άλλη, αλλά και πολλά σχήματα λόγου κάνουν το λόγο λυρικό.
Μεταφορές: σκουριασμένες πέτρες, άρπα (ο ναός), χορδές (οι κολόνες), οι χορδές-κολόνες αντηχούν
Τα αποσιωπητικά : στο τέλος της 1ης στροφικής ενότητας υπάρχουν αποσιωπητικά, τα οποία τονίζουν το φαινομενικό νοηματικό κενό που υπάρχει ανάμεσα στις 2 στροφές. Όμως, πρέπει να δοθεί στον ποιητή και στον αναγνώστη ο χρόνος να κάνει τους συνειρμούς που θα οδηγήσουν στο μύθο του Αρδιαίου: οι ασπάλαθοι αναφέρθηκαν∙τώρα μένει να λειτουργήσει ο συνειρμός.

2η ενότητα: «Γαλήνη. … κουρέλι»
Γαλήνη.
- Τι μπορεί να μου θύμισε τον Αρδιαίο εκείνον;
Μια λέξη στον Πλάτωνα θαρρώ, χαμένη στου μυαλού τ' αυλάκια·
η δεύτερη στροφή εισάγεται με τη λέξη Γαλήνη (μια κατ’ επίφαση
γαλήνη) που λειτουργεί ως ποιητική παύση (πρβλ. μουσική παύση) για το πέρασμα σε ένα άλλο επίπεδο. Το ερώτημα που ακολουθεί επιτείνει τη δραματικότητα ενώ η απάντηση σ’ αυτό – σε μια συνειρμική ακολουθία - αιτιολογεί την ανάμνηση της
πλατωνικής περικοπής (που έρχεται στη μνήμη του μέσα από μια περίτεχνη μεταφορά: στου μυαλού τ’ αυλάκια), καθώς διαπιστώνεται πως δεν άλλαξε από τα αρχαία χρόνια το όνομα του θάμνου. Ο ποιητικός μύθος μεταπλάθεται σε ποιητική
αλληγορία και παραπέμπει στο τώρα. Η περικοπή λειτουργεί καταιγιστικά και κλιμακώνεται ανατριχιαστικά, με τα ρήματα σε χρόνο αόριστο να δηλώνουν το τετελεσμένο, τοποθετημένα ασύνδετα να ηχούν ως απανωτά ραπίσματα και, τέλος,
βαλμένα παρατακτικά να δείχνουν μανία και πείσμα. Οι ασπάλαθοι εδώ γίνονται το όργανο απονομής της δικαιοσύνης, ενώ ο Τάρταρος δηλώνει το καθαρτήριο, τη σκοτεινή άβυσσο που περιμένει τους κακούργους.
Όλα τριγύρω είναι γαλήνια, αλλά και στην ψυχή του ποιητή υπάρχει απόλυτη ηρεμία. Εδώ γίνεται η μετάβαση από την εικόνα στην ιδέα, η μετάβαση από το συνειρμό στην έμπνευση. Η ηρεμία του ποιητή συνάδει με την ηρεμία του τοπίου: μακριά από τους πομπώδεις εορτασμούς της πρωτεύουσας σε ένα φυσικό και γαλήνιο τοπίο, όπου έχει την ευκαιρία να αφεθεί στις σκέψεις και τους προβληματισμούς του.
«- Τι μπορεί να μου θύμισε τον Αρδιαίο εκείνον;» αναρωτιέται ο ποιητής, με την ερώτηση αυτή να προσδίδει στο ποίημα δραματικότητα, αφού πρόκειται για εσωτερικό μονόλογο,  και η απάντηση που ο ίδιος δίνει  «Μια λέξη στον Πλάτωνα θαρρώ, χαμένη στου μυαλού τ' αυλάκια·», δείχνει την ανάγκη του να μας πληροφορήσει για την πορεία του συνειρμού και της έμπνευσής του. Μας γνωστοποιεί πώς, βλέποντας τους ασπαλάθους (την οπτική παράσταση), έφτασε στην πληροφορία που ήταν χαραγμένη στη μνήμη του (αρχαία λέξη σε μύθο του Πλάτωνα®Αρδιαίος), στην ιστορία του Παμφύλιου  Αρδιαίου.
Σύμφωνα με τον πλατωνικό μύθο ο Αρδιαίος ήταν ένας από τους τυράννους που διέπραξε πολλά και πολύ μεγάλα αδικήματα, όπως αυτό της πατροκτονίας και της αδελφοκτονίας προκειμένου να αναρριχηθεί στην εξουσία. Στα πλαίσια της μεταθανάτιας τιμωρίας του μπροστά στις άλλες ψυχές αυτός και όσοι είχαν διαπράξει ανάλογα εγκλήματα δένονταν  από άντρες διάπυρους στην όψη χειροπόδαρα και στον τράχηλο και στη συνέχεια αυτοί οι άντρες τους έσερναν πάνω σε ασπάλαθους και για να τιμωρηθούν, αλλά και για να λειτουργήσει η τιμωρία αυτή ως μέσο παραδειγματισμού για τους άλλους.
Είναι εμφανής η αντίθεση της ηρεμίας και της γαλήνης που επικρατεί με τη σκληρότατη τιμωρία του Αρδιαίου, της οποίας η περιγραφή ακολουθεί.
Ήταν ωραία… Το βράδυ βρήκα: η πρώτη σκηνή διαδραματίζεται στο  Σούνιο, στην αρχή του ποιήματος, ενώ είναι σαφές ότι η δεύτερη σκηνή διαδραματίζεται στο σπίτι του ποιητή. Μάλιστα, η χρονική στιγμή είναι το «βράδυ», ώρα που μπορεί κανείς να έχει την ηρεμία που απαιτείται και να στοχαστεί, να προβληματιστεί και να ερευνήσει. Αυτή την ώρα, λίγες μέρες μετά την επίσκεψή του στο Σούνιο, ψάχνει και ο ποιητής να βρει το πλατωνικό χωρίο. (Έχουμε, λοιπόν, αλλαγή σκηνικού και χρόνου).
Ακολουθεί η παράθεση του πλατωνικού χωρίου που έφερε στη μνήμη του ποιητή η εικόνα που αντίκρισε στο Σούνιο.
«Τον έδεσαν χειροπόδαρα» μας λέει
«τον έριξαν χάμω και τον έγδαραν
τον έσυραν παράμερα τον καταξέσκισαν
απάνω στους αγκαθερούς ασπάλαθους
και πήγαν και τον πέταξαν στον Τάρταρο, κουρέλι».
Αν παρατηρήσουμε τα ρήματα που χρησιμοποιούνται, είναι όλα ενεργητικής φωνής και με την ένταση που κρύβουν αισθητοποιούν τη σκληρότατη τιμωρία του τυράννου. Αξιοπρόσεκτη επίσης είναι η κλιμάκωση της (επαναλαμβανόμενης) τιμωρίας του: το δέσιμο, η ρίψη στη γη, το σύρσιμο  και το ξέσκισμα της σάρκας πάνω στους ασπάλαθους και, τέλος, η ρίψη και πάλι στα Τάρταρα για να συνεχίσει την έκτιση της ποινής του έχοντας πια γίνει κουρέλι. Μάλιστα, ο τελευταίος αυτός στίχος είναι ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος, που δίνει στο αποκορύφωμα της τιμωρίας ρυθμό.
Είναι φανερή η αντίθεση της προηγούμενης ψυχικής ηρεμίας του ποιητή με την οργή εναντίον του τυράννου. Ποιου τυράννου, όμως; Μόνο του Αρδιαίου; Όπως γνωρίζουμε, το ποίημα γράφτηκε τον 5ο περίπου χρόνο της δικτατορίας των συνταγματαρχών στην Ελλάδα. Αν αυτή είναι από τη μοίρα η τύχη των τυράννων, τότε θα ‘ρθει και η σειρά των σύγχρονων τυράννων. Είναι μια προειδοποίηση για αυτούς και τους ομοίους τους.
3η ενότητα:
Έτσι στον κάτω κόσμο πλέρωνε τα κρίματά του
ο Παμφύλιος Αρδιαίος ο πανάθλιος Τύραννος.
 η συναισθηματική έξαρση καταλαγιάζει, η αυλαία της αρχαίας
τραγωδίας πέφτει, η κάθαρση έχει συντελεσθεί. Με τη λέξη Έτσι εισάγεται εμφαντικά το παραβολικό σχήμα της ποιητικής αλληγορίας (όπως τότε, έτσι και τώρα). Το επιλογικό σχόλιο λειτουργεί με γνωμικό τρόπο και διαβεβαιώνει ότι ανάλογο τραγικό τέλος μ’ αυτό του Παμφύλιου Αρδιαίου περιμένει κάθε πανάθλιο τύραννο. Ο αιώνιος νόμος της τραγωδίας λειτουργεί αδυσώπητα: ύβρις – νέμεσις – τίσις.
Η οργή, το μίσος και η απέχθεια που κρύβονται και συμπυκνώνονται σε αυτή την πλατωνική περικοπή αποδέκτη έχουν το τυραννικό καθεστώς της χώρας, τη «χούντα». Και ο πομπός στην περίπτωση αυτή δεν είναι ο διπλωμάτης Γιώργος Σεφεριάδης, δεν είναι ούτε ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης, αλλά είναι ο μέσος Έλληνας πολίτης, ο οποίος επιθυμεί διακαώς την επάνοδο της Δημοκρατίας και την παραδειγματική τιμωρία των πραξικοπηματιών, των καταπιεστών του λαού. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαία η επιλογή του επιθέτου «πανάθλιος», ενός επιθέτου που δεν υπάρχει στο πλατωνικό χωρίο, αλλά αποτελεί ξεκάθαρη επιλογή του Σεφέρη, αφού επιλέγει να σταθεί δικαστής απέναντι στους εγκληματίες τυράννους. Αξιοπρόσεκτος είναι και ο παρατατικός «πλέρωνε», αφενός γιατί η γλώσσα εδώ είναι του λαού, η δημοτική, άρα εκφράζει το λαϊκό αίσθημα, αφετέρου γιατί ο παρατατικός είναι κι αυτός εξακολουθητικός χρόνος, άρα η τιμωρία έχει διάρκεια, θα την υφίσταται ο Αρδιαίος, αλλά και κάθε τύραννος στο διηνεκές του χρόνου.
  Στοιχεία τεχνικής στο "Επί ασπαλάθων..."
ΡΕΥΜΑ: ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ
Πολλά χαρακτηριστικά του συμβολισμού εντοπίζονται εδώ. Αρχικά η μορφή είναι ελεύθερη, αφού οι στροφές είναι άνισες και ανόμοιες και οι στίχοι ανισοσύλλαβοι, ανομοιοκατάληκτοι, χωρίς ρυθμό και μέτρο – με  εξαίρεση το στ. 18. Δεν περιορίζει το περιεχόμενο του ποιήματος μέσα σε συγκεκριμένα ποιητικά σχήματα ή καλούπια που οι πιστοί της παραδοσιακής ποίησης επέλεγαν.  Η γλώσσα είναι υπαινικτική, με εικόνες, μεταφορές, επίθετα να κυριαρχούν και να αποτυπώνουν μια εξωτερική κατάσταση, η οποία αποβαίνει σύμβολο της ψυχολογικής κατάστασης του ποιητή. Βέβαια, είναι υποβλητική αλλά διακριτική η έκφραση των συναισθημάτων του ποιητή, αφού τα αφήνει να διαφανούν μέσα από τους συνειρμούς και τα σύμβολά του. Η γλώσσα στην οποία γράφει είναι η δημοτική.
 ΤΟΝΟΣ – ΥΦΟΣ : Το ποίημα είναι αφηγηματικό σύμφωνα με τις αρχές της συμβολιστικής τεχνοτροπίας. Έχει δραματικό χαρακτήρα, αλλά κρύβει κι έναν διδακτισμό. Αυτό στηρίζεται και από τις επιλογές του ποιητή, αφού το ποίημα έχει στην 1η ενότητα λυρικό αλλά και δωρικό, λιτό ύφος, με τα απαραίτητα μόνο καλολογικά στοιχεία που θα οριοθετήσουν τοπικά και χρονικά την πρώτη σκηνή του ποιήματος, στη 2η ενότητα έχει πεζολογικό ύφος και στην 3η και τελευταία ενότητα είναι γνωμικός, αφού η θέση που διατυπώνεται έχει διαχρονική ισχύ.
ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΑ ΜΕΣΑ – ΣΧΗΜΑΤΑ ΛΟΓΟΥ
Εικόνες: στ. 1-6: εικόνα του Σουνίου, της φύσης
               στ. 7: εικόνα του ναού του Ποσειδώνος στο Σούνιο, σύνδεση παρελθόντος με παρόν.
               στ. 14-18: περιγραφή της τιμωρίας του Αρδιαίου σύμφωνα με την πλατωνική περικοπή.
Επίθετα: πολλά. Αναφέρονται στο σχολιασμό, χαρίζουν λεπτομέρεια στην περιγραφή, αλλά και λυρισμό στο ποίημα
Μεταφορές: στ.3 σκουριασμένες πέτρες, στ.5 μεγάλα… βελόνια, στ. 7 χορδές μιας άρπας αντηχούν, στ.18 κουρέλι.

Προσωποποίηση: στ.5 δείχνοντας έτοιμα τα μεγάλα αγκάθια τους    

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου