Τρίτη 12 Μαΐου 2020

Ερμηνευτικό σχόλιο λογοτεχνίας - Θεωρία και εφαρμογές


Ερμηνευτικό σχόλιο λογοτεχνίας
Θεωρία και εφαρμογές

Ερμηνευτικό σχόλιο
Είναι ένα γραπτό σχόλιο, περιορισμένης έκτασης, που περιλαμβάνει την ανάπτυξη αφενός του βασικού, για τους/τις μαθητές/τριες, ερωτήματος/θέματος του κειμένου και αφετέρου της ανταπόκρισής τους σε αυτό. Στο ερμηνευτικό σχόλιο, ο/η μαθητής/-τρια δεν περιορίζεται στο «τι λέει το κείμενο» αλλά επεκτείνεται στο «τι σημαίνει για τον/την ίδιον/-α». Με τη συγγραφή του ερμηνευτικού σχολίου, διευκολύνεται η ανάδυση του «εγώ» και «ελέγχεται» σύνθετα ο βαθμός εκπλήρωσης του γενικού και των ειδικότερων σκοπών διδασκαλίας του μαθήματος.


Ερώτημα/Θέμα
Είναι το ερώτημα που προκαλείται στον αναγνώστη/στην αναγνώστρια, όταν διαβάζει ένα λογοτεχνικό κείμενο και απορρέει από αυτό που ο καθένας πιστεύει ότι είναι το πιο κρίσιμο θέμα συζήτησης που θέτει το κείμενο. Το «ερώτημα» δεν είναι μια οποιαδήποτε ερώτηση, διευκρινιστικού, λ.χ., τύπου· η απάντησή του δεν περιέχεται συνήθως ούτε αποκλειστικά στο κείμενο. Αντίθετα, το «ερώτημα» παράγεται από έναν βαθύ πυρήνα σιωπής μέσα στο κείμενο και επιδέχεται πολλές απαντήσεις. Επειδή το θέμα συνδέεται με την οπτική και τα επίπεδα ανάγνωσης του καθενός και της καθεμιάς, τα θέματα είναι ρευστά και ποικίλλουν.

Ερμηνεία
Είναι η διαδικασία απόδοσης νοήματος στο κείμενο με τη συνδρομή της κειμενικής κατασκευής του, στοιχείων του συγκειμένου, και της υποκειμενικής πρόσληψης του αναγνώστη/-τρια. Στον ερμηνευτικό διάλογο, σε σημαντικό παράγοντα για την παραγωγή της ερμηνείας αναδεικνύεται και η συνομιλία με τις ερμηνευτικές εκδοχές/υποθέσεις των συναναγνωστών. Τα σημαντικά λογοτεχνικά έργα αναγιγνώσκονται συνήθως σε πολλά επίπεδα, και επομένως επιδέχονται πολλαπλές ερμηνείες. Πέρα από το πρώτο επίπεδο ανάγνωσης και ερμηνείας, το ενδιαφέρον είναι να αναζητήσει κάποιος στα λογοτεχνικά κείμενα ό,τι τον συνδέει με αυτά, επομένως, να τα επανανοηματοδοτήσει. Βέβαια, κάθε αναγνώστης/-τρια έχει συγκροτήσει μια υποκειμενικότητα, που επηρεάζεται από πλήθος κριτηρίων (π.χ. αισθητικές προτιμήσεις, πολιτισμικό περιβάλλον, φύλο, πολιτική και ιδεολογική άποψη κ.ά.), για να διαμορφώσει την ερμηνεία του. Αλλά, όποια και αν είναι η καταγωγή και οι διαδρομές της ανάγνωσης που κάνει ο καθένας/η καθεμία, η πρωτοτυπία και η φαντασία στην ερμηνεία ενός κειμένου εδράζονται στον συνδυασμό κειμενικών και υποκειμενικών κριτηρίων.

Αναπαράσταση
Είναι η «κατασκευή» μιας πραγματικότητας. Όταν γίνεται ένας φόνος, αυτό αποτελεί ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός, γιατί έχει θύμα και θύτη. Όταν όμως απαιτείται να γίνει αναπαράσταση του εγκλήματος (στις αίθουσες του δικαστηρίου ή το αστυνομικό τμήμα), τότε δεν συντελείται ένας δεύτερος φόνος, αλλά επαναλαμβάνεται το συμβάν, όπως περίπου έγινε· είναι σαν να το βλέπουμε. Αυτό το «σαν» είναι η αναπαράσταση στην τέχνη. Στη λογοτεχνία δεχόμαστε αυτό το «σαν», δεχόμαστε, δηλαδή, τη σύμβαση ότι διαβάζουμε μία κατασκευή μέσα από τα μάτια του/της συγγραφέα· αυτός/ή επέλεξε συγκεκριμένα στοιχεία από την πραγματικότητα μέσα από μια συγκεκριμένη φιλοσοφική θεώρηση και στάση ζωής, για να αποδώσει αυτό που πιστεύει ότι συνέβη. Η επιλογή, λοιπόν, που κάνει ο/η συγγραφέας γίνεται μέσα από το είδος που θα προτιμήσει (π.χ. αστυνομικό μυθιστόρημα), τον τίτλο που θα δώσει, τη δομή του έργου, τα στοιχεία της πραγματικότητας που επιλέγει να περάσει στο έργο του (συγκείμενο), τα άλλα λογοτεχνικά έργα με τα οποία συνομιλεί ρητά ή άρρητα (διακειμενικότητα), τους χαρακτήρες που θα σκιαγραφήσει και θα παρουσιάσει, το ύφος του κειμένου, και κυρίως τα ερωτήματα που θέλει να προκαλέσει στους αναγνώστες και στις αναγνώστριες, που δίνουν τις δικές τους απαντήσεις κάθε φορά (αναγνωστική ανταπόκριση). Όλα τα προηγούμενα συγκροτούν την έννοια της αναπαράστασης στη λογοτεχνία.
Ανάλογα με τη στάση ζωής που κρατάει ένας/μία συγγραφέας απέναντι στην πραγματικότητα, η αναπαράσταση μπορεί να λάβει πολλές και διαφορετικές μορφές, σύμφωνα με τη φαντασία, την ευρηματικότητα και την πρωτοτυπία των συγγραφέων, όπως, για παράδειγμα, τη μορφή της αλληγορίας ή του συμβολισμού (με κριτήριο τον βαθμό απόκρυψης της πραγματικότητας), του ρεαλισμού ή του νατουραλισμού ή του υπερρεαλισμού (με κριτήριο τον βαθμό μεταμόρφωσης της πραγματικότητας) ή της ειρωνείας (με κριτήριο τον βαθμό απόκρυψης και μεταμόρφωσης της πραγματικότητας).

Συγκείμενο
Είναι το πλαίσιο αναφοράς του λογοτεχνικού έργου, δηλαδή τα ιστορικά, κοινωνικά και βιογραφικά/ιδεολογικά δεδομένα των συνθηκών της παραγωγής του. Τα στοιχεία του πραγματικού κόσμου που αναπαριστώνται στα λογοτεχνικά κείμενα αποτελούν το συγκείμενό τους και συμβάλλουν στην ερμηνεία τους.
Τέτοια στοιχεία είναι, μεταξύ άλλων:
- η χωρο-χρονική τοποθέτηση (πού και πότε εκτυλίσσεται αυτό που διαβάζουμε),
- οι ιστορικές, κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες του χρόνου συγγραφής,
- η πολιτεία και το δίκαιο της (άγραφο ή γραπτό),
- ο πολιτισμός, η κουλτούρα και η θρησκεία, όπως μετουσιώνονται σε διαδεδομένες αντιλήψεις, παραδόσεις και ήθη.

Περικείμενο
Κάθε λογοτεχνικό έργο, ποιητικό ή πεζό, περιλαμβάνει καταρχήν τον κύριο κειμενικό κορμό, αυτόν που κυρίως μας απασχολεί στην ανάγνωση και στις αναλύσεις μας, και συνήθως μας έρχεται στο νου, όταν ακούμε τον όρο «κείμενο». Τα τελευταία χρόνια, όμως, οι μελετητές της λογοτεχνίας έχουν δείξει ξεχωριστό ενδιαφέρον και για μια σειρά στοιχείων που κατά κάποιο τρόπο συνοδεύουν τον κύριο κειμενικό κορμό, επιτελώντας διάφορες λειτουργίες, ανάλογα με την περίπτωση. Τα στοιχεία αυτά, γραμμένα άλλοτε απ’ τον ίδιο το συγγραφέα τού κυρίως κειμένου κι άλλοτε από κάποιον άλλο, τα ονομάζουμε περικείμενα  στοιχεία, ακριβώς επειδή βρίσκονται «περί το κείμενο», δηλαδή γύρω απ’ το καθαυτό κείμενο. Πολλοί χρησιμοποιούν επίσης τον όρο περικείμενο στον οποίο συνήθως συμπεριλαμβάνονται τα εξής:
-  οι κάθε είδους τίτλοι (π.χ. ο γενικός τίτλος του έργου, οι τίτλοι των διάφορων μερών ή κεφαλαίων, υπότιτλοι, μεσότιτλοι, πλαγιότιτλοι κτλ.)
-  οι εισαγωγές
-  οι πρόλογοι και οι επίλογοι
-  οι αφιερώσεις
-  τα μότο (ένα ρητό, ένα απόφθεγμα, ένα γνωμικό, στίχοι κάποιου άλλου ποιητή ή, ακόμη, και μια φράση παρμένη από άλλο κείμενο που τίθενται κάτω από τον τίτλο του κειμένου)
-  οι σημειώσεις, δηλαδή οι διευκρινιστικές πληροφορίες στο κάτω μέρος της σελίδας (υποσελίδιες) ή στο τέλος του βιβλίου
-  η εικονογράφηση
-  το οπισθόφυλλο, το μικρό δηλαδή κείμενο που διαβάζουμε συνήθως στο πίσω μέρος του εξωφύλλου και το οποίο έχει χαρακτήρα πληροφοριακό, διαφημιστικό κτλ.
-  οι χρονοτοπικοί δείκτες, δηλαδή οι ενδείξεις που μας δίνουν πολλοί συγγραφείς σχετικά με το πού και πότε γράφτηκε το κυρίως κείμενο.

Συναισθηματικό κλίμα
Η κατανόηση του συναισθηματικού κλίματος ενός κειμένου είναι σημαντική προκειμένου ο αναγνώστης να είναι σε θέση να αντιληφθεί πληρέστερα τις προθέσεις, αλλά και την τοποθέτηση του δημιουργού απέναντι στο θέμα που διαπραγματεύεται. Η δημιουργία του συναισθηματικού κλίματος, άλλωστε, επιδιώκεται συνειδητά από τον ποιητή ή τον συγγραφέα, και επιτυγχάνεται με την υιοθέτηση του κατάλληλου ύφους γραφής, με τις ανάλογες γλωσσικές επιλογές και με την αξιοποίηση των εκφραστικών μέσων. 

Αξιολόγηση ερμηνευτικού σχολίου
Το ερμηνευτικό σχόλιο αξιολογείται σε τρία επίπεδα:
α) Κατανόηση και ερμηνεία του λογοτεχνικού κειμένου
- Βαθμός κατανόησης των ιδεών και του συναισθηματικού κλίματος του κειμένου
- Βαθμός υποστήριξης της απάντησης με αναφορές- παραπομπές στο κείμενο
β) Κειμενικοί δείκτες και στοιχεία συγκειμένου (του λογοτεχνικού κειμένου)
- Βαθμός κατανόησης των επιλογών του συγγραφέα (κειμενικοί δείκτες, συγκείμενο), σχετικά με την οργάνωση και τη δομή (π.χ. γλώσσα, τεχνική, ύφος, εκφραστικά σχήματα κ.λπ.) με παραδείγματα από το κείμενο
γ) Οργάνωση και γλωσσική έκφραση ερμηνευτικού σχολίου
- Αλληλουχία και συνοχή του ερμηνευτικού σχολίου
- Επίπτωση γραμματικοσυντακτικών λαθών στην κατανόηση της ερμηνευτικής εκδοχής
- Κατάλληλο λεξιλόγιο-ορολογία.

Κειμενικοί Δείκτες
Είναι τα μορφικά στοιχεία του κειμένου, που συνιστούν το εξωτερικό περίβλημα αλλά και το σκελετό του. Περιλαμβάνουν:
1. το λογοτεχνικό γένος (π.χ. ποίηση, πεζογραφία) & το λογοτεχνικό είδος (π.χ. ιστορικό μυθιστόρημα),
2. τις γλωσσικές επιλογές,
3. τα εκφραστικά μέσα (π.χ. σχήματα λόγου),
4. το ύφος
5. τους αφηγηματικούς τρόπους,
6. τις αφηγηματικές τεχνικές,
7. τη δομή / πλοκή,
8. τους χαρακτήρες,
9. τον τίτλο,
10. τα σύμβολα
11. την τεχνική γραφής.
Η συνδυαστική ερμηνεία των κειμενικών δεικτών μάς βοηθά να διερευνήσουμε τις ανταποκρίσεις μας στο κείμενο και να του αποδώσουμε νόημα.

Αναλυτική παρουσίαση Κειμενικών Δεικτών

1. Λογοτεχνικό γένος & Λογοτεχνικό είδος
Είναι η κατηγορία του λογοτεχνικού έργου που έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, τυπολογία ή συμβάσεις, δηλαδή τυποποιημένα σχήματα που επαναλαμβάνονται στα έργα του ίδιου γένους ή είδους. Οι συγγραφείς χρησιμοποιούν αυτές τις συμβάσεις, άλλοτε υιοθετώντας τες πιστά, για να παρακολουθούν χωρίς παρανοήσεις οι αναγνώστες/-τριες την ιστορία, και άλλοτε επεμβαίνοντας δημιουργικά, για να αποφύγουν στερεοτυπικές επαναλήψεις.
Το γένος αναφέρεται στις βασικές μορφές της λογοτεχνίας (ποίηση, πεζογραφία, θέατρο), ενώ το είδος στις υποδιαιρέσεις του κάθε γένους (π.χ. το ιστορικό μυθιστόρημα είναι είδος στο γένος πεζογραφία). Η διάκριση του γένους ή είδους ορίζεται από κριτήρια:
δομής (π.χ. το σονέτο, το επιστολικό μυθιστόρημα)
έκτασης (π.χ. το διήγημα, η νουβέλα)
σκοπού ή αποτελέσματος (π.χ. κωμωδία, τραγωδία)
θέματος (π.χ. μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας).
Σε πολλές ταξινομήσεις αναφέρονται και ορισμένες ενδιάμεσες μορφές μεταξύ λογοτεχνίας και γραμματείας: δοκίμιο, βιογραφία, αυτοβιογραφία, απομνημονεύματα κ.λπ.

Ο τρόπος παρουσίασης του θέματος από τον δημιουργό επηρεάζεται σημαντικά από το λογοτεχνικό γένος και είδος του έργου του, εφόσον κάθε γένος προσφέρει διαφορετικά περιθώρια έκφρασης.
Ποίηση: Σ’ ένα ποιητικό κείμενο ο λόγος του δημιουργού είναι κατ’ ανάγκη πιο περιεκτικός και επιγραμματικός, διότι οφείλει να παρουσιάσει με συντομία τις σκέψεις του. Για το λόγο αυτό σ’ ένα ποιητικό κείμενο διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο τα εκφραστικά μέσα και ιδίως τα σχήματα λόγου, μέσω των οποίων ο ποιητής επιτυγχάνει καίριες υποδηλώσεις και διευρύνει το νοηματικό εύρος των διατυπώσεών του.
Η ύπαρξη αντιθέσεων, αποσιωπήσεων, ελλειπτικών διατυπώσεων, ρητορικών ερωτημάτων, εικόνων ή σχημάτων λόγου έχει αναμφίβολα ιδιαίτερη βαρύτητα σε ό,τι αφορά το κύριο θέμα του κειμένου, εφόσον μέσω των επιλογών αυτών ο δημιουργός φροντίζει να δώσει έμφαση στο ερώτημα ή το θέμα που τον απασχολεί.

Πεζογραφία: Στα κείμενα της πεζογραφίας (μυθιστορήματα, διηγήματα) ο συγγραφέας έχει μεγαλύτερα περιθώρια, σε ό,τι αφορά την έκταση του κειμένου, για την παρουσίαση των κεντρικών του θεμάτων, όπως και τη δυνατότητα να αξιοποιήσει σε μεγαλύτερο βαθμό κειμενικούς δείκτες όπως είναι οι χαρακτήρες του έργου κι η πλοκή. Μέσα από τη δράση των ηρώων, τις επιλογές τους, τις επιδιώξεις τους, καθώς και τις μεταξύ τους συγκρούσεις, προσφέρεται η δυνατότητα να αναδειχθούν ποικίλα κοινωνικά και ηθικά θέματα, με το επιπρόσθετο προνόμιο της διεξοδικότερης προσέγγισής τους.
Παραλλήλως, στα κείμενα της πεζογραφίας γίνονται περισσότερο αντιληπτά στοιχεία συγκειμένου, όπως είναι η επίδραση των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών στον τρόπο σκέψης των ηρώων, οι αντιλήψεις, τα ήθη και το δίκαιο (άγραφο ή γραπτό) της κοινωνίας στο πλαίσιο της οποίας διαδραματίζονται τα γεγονότα.

Θέατρο: Στα θεατρικά κείμενα οι ήρωες και η πλοκή συνιστούν κύριους κειμενικούς δείκτες, εφόσον μέσω της δράσης των ηρώων και των επιμέρους επιλογών τους αναδεικνύονται θέματα κοινωνικής και ηθικής υφής, όπως και στα έργα της πεζογραφίας. Η ιδιαιτερότητα των θεατρικών έργων έγκειται στο γεγονός πως η εξέλιξη της ιστορίας παρουσιάζεται κυρίως μέσα από τους διαλόγους των προσώπων ή τους μονολόγους των κεντρικών ηρώων.

Εφαρμογή σε ποιητικό κείμενο

Γιώργος Σεφέρης «Το γιασεμί»

Είτε βραδιάζει
είτε φέγγει
μένει λευκό
το γιασεμί.

Γιώργος Σεφέρης, Ποιήματα, Εκδόσεις Ίκαρος

Ποιο, κατά τη γνώμη σας, είναι το θέμα του ποιήματος; Ποια είναι η δική σας άποψη σχετικά με αυτό; (150-200 λέξεις)

Ο ποιητής αξιοποιεί μια απλή διαπίστωση για να μας υπενθυμίσει μια καίριας σημασίας σκέψη∙ έστω κι αν κάποτε αλλάζουν οι εξωτερικές συνθήκες ή οι συγκυρίες της στιγμής αυτό δεν επηρεάζει, μήτε αλλοιώνει την ποιότητα των διαχρονικών αξιών -όπως είναι εδώ η ομορφιά της φύσης- ή την ουσία όσων έχουν πραγματική αξία για εμάς. Με μια αντίθεση μεταφορικής στην ουσία της διάσταση (είτε βραδιάζει είτε φέγγει), μέσω της οποίας υπονοούνται οι εναλλαγές των εξωτερικών συνθηκών του ανθρώπινου βίου, τονίζεται το αναλλοίωτο ορισμένων βασικών αξιών (μένει λευκό το γιασεμί). Ακόμη, δηλαδή, κι αν εμείς αδυνατούμε για κάποιο λόγο -στο συγκεκριμένο ποίημα εξαιτίας του σκοταδιού- να αντικρίσουμε την αληθινή εικόνα ενός προσώπου -μιας κατάστασης, ενός στοιχείου-, αυτό δε σημαίνει κατ’ ανάγκη πως η φύση αυτού του προσώπου έχει αλλάξει. Ό,τι αλλάζει επί της ουσίας είναι μόνο η δική μας δυνατότητα να βλέπουμε τα πράγματα με την απαραίτητη καθαρότητα, κι όχι η φύση ή η ποιότητα όσων μας περιβάλλουν.
Πρόκειται, κατά τη γνώμη μου, για μια ουσιώδη αλήθεια, εφόσον μια πιθανή δική μας αδυναμία να αποτινάξουμε, για παράδειγμα, το βάρος της θλίψης δεν στερεί από τη φύση την ομορφιά και τα θέλγητρά της∙ μας εμποδίζει απλώς απ’ το να αναγνωρίσουμε αυτό που ξέρουμε πως βρίσκεται πάντοτε εκεί, διαχρονικό και αναλλοίωτο.
[Λέξεις: 206]

2. Γλωσσικές επιλογές
Οι γλωσσικές επιλογές του δημιουργού αποτελούν αναμφίβολα έναν καίριο κειμενικό δείκτη για την ανάδειξη του θέματος. Με δεδομένο το γεγονός πως κάθε λογοτεχνικό έργο χτίζεται με λέξεις, οι σχετικές κάθε φορά επιλογές του γράφοντος είναι ενδεικτικές για τον τρόπο με τον οποίο επιθυμεί να παρουσιάσει το θέμα που τον ενδιαφέρει.

Ειδικότερα, οι γλωσσικές επιλογές του/της συγγραφέα αφορούν:

α) την επιλογή του λεξιλογίου (ως γλωσσική ιδιοτυπία, ιδίωμα ή διάλεκτο του αφηγητή και ως ιδιόλεκτο των ηρώων)·

Η αξιοποίηση ιδιωματικών τύπων στο πλαίσιο της αφήγησης φανερώνει συχνά τη συνειδητή προσπάθεια του συγγραφέα να διαφυλάξει το ιδίωμα ή τη διάλεκτο του τόπου του. Συγγραφείς παλαιότερων περιόδων, όταν το γλωσσικό ζήτημα βρισκόταν σε έξαρση κι η διαμάχη ανάμεσα στη δημοτική και την καθαρεύουσα οδηγούνταν στην κορύφωσή της, θέλησαν να δηλώσουν τη στήριξή τους στη δημοτική γλώσσα αποτυπώνοντάς την κάποτε με τη γνήσια μορφή του τοπικού τους ιδιώματος.
Παρόμοιες προσπάθειες έγιναν αργότερα, όταν άρχισε να διαφαίνεται η επικράτηση της κοινής νεοελληνικής, η οποία έθετε σταδιακά στο περιθώριο τους ποικίλους ιδιωματισμούς και τις διαλέκτους.
Σε άλλες περιπτώσεις, όταν οι συγγραφείς ακολουθούν τον λογοτεχνικό κανόνα της εποχής και χρησιμοποιούν την καθαρεύουσα στην αφήγηση, εντάσσουν τους ιδιωματικούς τύπους στα λόγια των ηρώων, με τη λογική ότι σέβονται τη ρεαλιστική αποτύπωση της πραγματικότητας και επιτρέπουν να ακουστεί γνήσια η ομιλία των προσώπων της ιστορίας.

Αξίζει να προσεχθεί πως η ιδιόλεκτος των ηρώων, ο ιδιαίτερος τρόπος με τον οποίο εκφράζονται και χρησιμοποιούν τη γλώσσα, αποτελεί στοιχείο δήλωσης της ξεχωριστής τους ταυτότητας. Πρόκειται για μια επιπλέον μέριμνα του συγγραφέα προκειμένου να διαφοροποιηθούν οι ήρωές του και να αποκτήσουν στη σκέψη του αναγνώστη περαιτέρω αυτονομία. Η ιδιόλεκτος αυτή των ηρώων μπορεί να δομείται με συγκεκριμένες εκφραστικές ή συντακτικές επιλογές, με την αξιοποίηση ιδιωματισμών, με τη χρήση νεολογισμών ή με την υιοθέτηση εντελώς σύγχρονων εκφραστικών τρόπων.

β) τους γραμματικούς χρόνους, τις εγκλίσεις και τα ρηματικά πρόσωπα, τα οποία δηλώνουν διαφορετικά χρονικά επίπεδα, διαφορετικούς βαθμούς βεβαιότητας ή επιθυμίας, τρόπους απεύθυνσης·

Οι γραμματικοί χρόνοι των ρημάτων μάς επιτρέπουν να προσδιορίσουμε τα χρονικά επίπεδα στα οποία κινείται η αφήγηση. Τα ρήματα παρελθοντικών χρόνων υποδηλώνουν εύλογα πως η αφήγηση αναφέρεται στο παρελθόν (αναδρομή), τα ρήματα μελλοντικών χρόνων παραπέμπουν σε πιθανά μελλοντικές εξελίξεις (πρόληψη), ενώ ο Ενεστώτας τοποθετεί την αφήγηση στο παρόν. Προσέχουμε τη χρήση του Ιστορικού Ενεστώτα, μέσω του οποίου προσδίδεται ζωντάνια στην αφήγηση γεγονότων του παρελθόντος. Υπ’ αυτή την έννοια, ο προσδιορισμός του χρονικού επιπέδου πρέπει να γίνεται με τη συνεκτίμηση του νοήματος και επιμέρους χρονικών προσδιορισμών, κι όχι αποκλειστικά με βάση τους γραμματικούς χρόνους. 

Οι εγκλίσεις των ρημάτων μάς παρέχουν πληροφορίες για το ύφος του ομιλητή, όπως και για το αν αυτό που εκφράζει είναι κάτι βέβαιο, κάτι που απλώς το επιθυμεί ή κάτι που το θεωρεί πιθανό. Προσέχουμε, πάντως, πως πέρα από την Οριστική, οι υπόλοιπες εγκλίσεις δεν φανερώνουν χρόνο. Ο χρόνος των εγκλίσεων γίνεται αντιληπτός μόνο μέσα από το νόημα της φράσης. Η υποτακτική έγκλιση αορίστου, για παράδειγμα, «να γράψω» στη φράση «Θέλω να γράψω», αναφέρεται στο μέλλον.
Σε ό,τι αφορά το ύφος του ομιλητή, η χρήση των εγκλίσεων δημιουργεί σημαντικές διαφοροποιήσεις. Αν, λόγου χάρη, κάποιος ζητάει κάτι χρησιμοποιώντας την προστακτική έγκλιση, υποδηλώνει μια πιο απαιτητική διάθεση, σε σχέση με την ηπιότερη παράκληση που εκφράζεται μέσω της υποτακτικής έγκλισης.

Στο ακόλουθο απόσπασμα, για παράδειγμα, η εναλλαγή ανάμεσα στην προστακτική και την υποτακτική έγκλιση, τονίζει την έντονη συναισθηματική κατάσταση του ποιητικού υποκειμένου. Η προστακτική «πότιζε», όπως κι η προστακτική «γράφε» καθιστούν εμφανές το γεγονός πως η ποιήτρια βρίσκεται σε συναισθηματική φόρτιση που την αποτρέπει από το να χρησιμοποιήσει πιο ήπιες διατυπώσεις. 

«Πότιζε συ τη γλάστρα
κι άσε να κλαίω.
Μόνο γράφε τους λόγους,
μήπως κι οφείλω κι άλλη λύπη.
Θέλω να έχω τη συνείδησή μου ήσυχη
πως βασανίστηκα για όλα.»
Κική Δημουλά «Μαύρη γραβάτα»

Με τη χρήση της υποτακτικής καθίσταται εφικτή η έκφραση μιας πράξης που είναι επιθυμητή, χωρίς κατ’ ανάγκη να δηλώνεται η βέβαιη πραγμάτωσή της. Για παράδειγμα, στο ακόλουθο απόσπασμα η ποιήτρια φανερώνει μια επιθυμία της, η οποία, ωστόσο, ματαιώνεται.

«Έλεγα να ανηφορίσω
ν’ ακούσω στο πρωτότυπο
το θαύμα των κελαηδισμών εξ επαφής.
Έτσι, να σπάσω λίγο την εξάρτηση
που έχω απ’ τ’ αντίγραφα
κι από τους μεταπράτες αντίλαλους.

Και τώρα με ειδοποίησαν οι νόμοι
πως μόνο Απρίλη Μάη
δέχονται τα κλαδιά οίστρων επισκέψεις.»
Κική Δημουλά «Ηχογράφηση φειδωλότητας»

Η οριστική αποτελεί τη βασική έγκλιση για τη δήλωση του βέβαιου και του πραγματικού. Κατ’ αυτό τον τρόπο, κάθε φορά που γίνεται χρήση αυτής της έγκλισης ο δημιουργός επιδιώκει να τονίσει πως ό,τι καταγράφει συνιστά μια πραγματικότητα.
Χρήση της οριστικής, για παράδειγμα, γίνεται στο ακόλουθο απόσπασμα, όπου το ποιητικό υποκείμενο εκφράζει μια σειρά διαπιστώσεων που δεν βρίσκονται υπό την αίρεση της πιθανότητας ή της αβεβαιότητας.

«Περπατώ και νυχτώνει.
Αποφασίζω και νυχτώνει.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη.

Υπήρξα περίεργη και μελετηρή.
Ξέρω απ’ όλα. Λίγο απ’ όλα.
Τα ονόματα των λουλουδιών όταν μαραίνονται,
πότε πρασινίζουν οι λέξεις και πότε κρυώνουμε.
Πόσο εύκολα γυρίζει η κλειδαριά των αισθημάτων
μ’ ένα οποιοδήποτε κλειδί της λησμονιάς.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη.»
Κική Δημουλά «Πέρασα»

Τα ρηματικά πρόσωπα υποδηλώνουν είτε ποιος αφηγείται είτε σε ποιον αναφέρεται ή σε ποιον απευθύνει τον λόγο ο αφηγητής. Έχουν ιδιαίτερη σημασία εφόσον επηρεάζουν το αφηγηματικό αποτέλεσμα. Είναι, για παράδειγμα, πολύ διαφορετική η εντύπωση που αφήνει στον αναγνώστη ένα γεγονός που παρουσιάζεται σε πρώτο πρόσωπο απ’ ό,τι ένα γεγονός που καταγράφεται τριτοπρόσωπα.
Α΄ πρόσωπο: Η αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο προσδίδει στο κείμενο έναν προσωπικό κι ίσως εξομολογητικό τόνο, γι’ αυτό και το καθιστά πιο ενδιαφέρον για τον αναγνώστη. Κυριαρχεί η αίσθηση πως το περιεχόμενο της αφήγησης αποτελεί προσωπικό βίωμα του αφηγητή κι ενισχύεται κατ’ αυτό τον τρόπο η πεποίθηση του αναγνώστη πως διαβάζει κάτι το αξιόπιστο.

Β΄ πρόσωπο: Η αφήγηση σε δεύτερο πρόσωπο ενδέχεται να είναι επί της ουσίας ένας μονόλογος, με τον αφηγητή να απευθύνεται στον ίδιο του τον εαυτό. Χάρη, ωστόσο, σ’ αυτό το τέχνασμα το κείμενο αποκτά θεατρικότητα και άρα ζωντάνια.
Σε ποιητικά κείμενα το δεύτερο πρόσωπο υποδηλώνει είτε την πρόθεση του δημιουργού να απευθυνθεί στους αναγνώστες του, οπότε το κείμενο πέρα από τη θεατρικότητα αποκτά και διδακτικό χαρακτήρα, είτε συνιστά αποστροφή σε κάποιο υπονοούμενο -ή και σαφώς δηλωμένο- άλλο πρόσωπο που είναι ο αποδέκτης μιας ερωτικής εξομολόγησης ή ενός έντονου προβληματισμού.

Γ΄ πρόσωπο: Η αφήγηση σε τρίτο πρόσωπο παραπέμπει συνήθως στον παντογνώστη αφηγητή κι είναι συνδεδεμένη με την αντικειμενικότητα και την αποστασιοποίηση.

γ) τη στίξη που υιοθετεί σε συγκεκριμένα σημεία του κειμένου·
Τα σημεία στίξης αξιοποιούνται στα λογοτεχνικά κείμενα με βάση τους κοινούς κανόνες χρήσης που ακολουθούνται και στα μη λογοτεχνικά. Η χρήση τους, ωστόσο, λαμβάνει συχνά ιδιαίτερη σημασία, ιδίως στα ποιητικά κείμενα, όπου λόγω της πυκνότητας του λόγου κάθε σχετική επιλογή του δημιουργού αποτελεί ουσιώδη φορέα νοήματος. Τόσο στα πεζά, όσο και στα ποιητικά κείμενα, λαμβάνουμε υπόψη μας τις γενικότερες προθέσεις του δημιουργού, για να διαπιστώσουμε πληρέστερα τη λειτουργία των σημείων στίξεως. Σε κάθε περίπτωση, βέβαια, τα σημεία στίξης -όπως κι όλες οι γλωσσικές επιλογές- συνδέονται λειτουργικά με το νόημα και το ύφος του έργου.
Ιδιαίτερη σημασία έχει κι η απουσία στίξης, που ενδέχεται να διαπιστωθεί κυρίως σε ποιητικά κείμενα, εφόσον καθιστά εμφανή την πρόθεση του δημιουργού να επηρεάσει το ύφος του κειμένου του. Κατά περίπτωση, η απουσία στίξης μπορεί να αποσκοπεί στην απόδοση της συναισθηματικής ταραχής του ποιητικού υποκειμένου, τη γοργή εναλλαγή γεγονότων, την αίσθηση του επείγοντος, την ταχεία κλιμάκωση της συναισθηματικής έντασης κ.ά.

Για παράδειγμα, στο ποίημα του Κωνσταντίνου Καβάφη «Μακρυά», ο ποιητής αξιοποιεί τα αποσιωπητικά, για να παρουσιάσει εναργέστερα τη δυσκολία που αντιμετωπίζει το ποιητικό υποκείμενο στην προσπάθειά του να θυμηθεί λεπτομέρειες ενός γεγονότος που τοποθετείται στα πρώτα εφηβικά του χρόνια. Χρησιμοποιεί, έτσι, αρκετές φορές αποσιωπητικά, ώστε να μεταδοθεί στον αναγνώστη η αίσθηση των συχνών παύσεων που προκύπτουν καθώς το ποιητικό υποκείμενο επιχειρεί να ανακαλέσει στη μνήμη του στοιχεία παραδομένα για καιρό στη λήθη.

Θά ‘θελα αυτήν την μνήμη να την πω...
Μα έτσι εσβύσθη πια... σαν τίποτε δεν απομένει –
γιατί μακρυά, στα πρώτα εφηβικά μου χρόνια κείται.

Δέρμα σαν καμωμένο από ιασεμί...
Εκείνη του Αυγούστου – Αύγουστος ήταν; – η βραδιά...
Μόλις θυμούμαι πια τα μάτια∙ ήσαν, θαρρώ, μαβιά...
Α ναί, μαβιά∙ ένα σαπφείρινο μαβί.

Πιο συστηματικά αξιοποιεί ο Κωνσταντίνος Καβάφης τα σημεία στίξης στο ποίημά του «Ο Δαρείος» απ’ το οποίο παρατίθεται η πρώτη στροφή:

Ο ποιητής Φερνάζης το σπουδαίον μέρος
του επικού ποιήματός του κάμνει.
Το πώς την βασιλεία των Περσών
παρέλαβε ο Δαρείος Υστάσπου. (Aπό αυτόν
κατάγεται ο ένδοξός μας βασιλεύς,
ο Μιθριδάτης, Διόνυσος κ’ Ευπάτωρ). Aλλ’ εδώ
χρειάζεται φιλοσοφία· πρέπει ν’ αναλύσει
τα αισθήματα που θα είχεν ο Δαρείος:
ίσως υπεροψίαν και μέθην· όχι όμως — μάλλον
σαν κατανόησι της ματαιότητος των μεγαλείων.
Βαθέως σκέπτεται το πράγμα ο ποιητής.

Στο ποίημα γίνεται ευρεία χρήση σημείων στίξης. Ποια είναι η λειτουργία τους;

(Από αυτόν / κατάγεται ο ένδοξός μας βασιλεύς, / ο Μιθριδάτης, Διονυσος κ’ Ευπάτωρ)
Η παρένθεση, που γενικότερα χρησιμοποιείται στο γραπτό λόγο για να περικλείσει στοιχεία που μπορούν να παραλειφθούν ή έχουν συμπληρωματικό μόνο ρόλο, τίθεται εδώ από τον Καβάφη για να εισαγάγει τα λόγια μιας διαφορετικής αφηγηματικής φωνής. Εδώ ακούγεται η φωνή του ποιητή Φερνάζη, αποκαλύπτοντας το ήθος του και τη διάθεση κολακείας που έχει απέναντι στο Μιθριδάτη. Συνάμα, ο Καβάφης κατορθώνει να δώσει μια βασική πληροφορία, σε ποιον δηλαδή απευθύνεται το ποίημα του Φερνάζη, μ’ έναν ενδιαφέροντα τρόπο.

«Αλλ’ εδώ / χρειάζεται φιλοσοφία∙»
Η άνω τελεία μετά τη λέξη «φιλοσοφία», καλεί τον αναγνώστη σε μια μικρή παύση, δηλωτική αφενός της συλλογιστικής διαδικασίας κι αφετέρου μια ευκαιρία να προσεχθεί η ειρωνεία που υποδηλώνεται με τη φράση αυτή.

«τα αισθήματα που θα είχεν ο Δαρείος:»
Η άνω και κάτω τελεία χρησιμοποιείται για να δηλώσει πως τα λόγια που ακολουθούν ανήκουν σε διαφορετική αφηγηματική φωνή, σε αυτή του Φερνάζη.

«ίσως υπεροψίαν και μέθην∙ όχι όμως – μάλλον / σαν κατανόησι της ματαιότητος των μεγαλείων»
Η άνω τελεία μετά τη λέξη «μέθην», συνιστά μια παύση στην ανάγνωση προκειμένου να γίνει εμφανής η σταδιακή επεξεργασία αυτής της ιδέας και το γεγονός πως ουσιαστικά παρακολουθούμε τις σκέψεις του ποιητή Φερνάζη και κατ’ επέκταση μια διαδικασία ποιητικής δημιουργίας.
Η παύλα μετά τη φράση «όχι όμως», σηματοδοτεί τη μεταστροφή στους συλλογισμούς του Φερνάζη και συμβάλλει στην ειρωνεία του στίχου. Ο ποιητής κατανοεί πως η αλήθεια για τα συναισθήματα του Δαρείου δε θα είναι ευχάριστη για τον Μιθριδάτη, κι έτσι επιλέγει μια προσέγγιση αναληθή, με την οποία ωστόσο θα επιτύχει την κολακεία που επιδιώκει. Η παύλα επίσης είναι δηλωτική παύσης στην ανάγνωση, καθώς βρισκόμαστε ακόμη στο πλαίσιο της συλλογιστικής διαδικασίας του ποιητή Φερνάζη.

δ) αξιοποίηση επιθέτων, επιρρημάτων, ρημάτων & ουσιαστικών·
Στα ποιητικά κυρίως κείμενα, όπου λόγω της συντομίας τους οι επιμέρους γλωσσικές επιλογές ενέχουν μεγαλύτερη νοηματική βαρύτητα, προσέχουμε τα μέρη του λόγου στα οποία επιλέγει να δώσει έμφαση ο δημιουργός, εφόσον μέσω της επιλογής του αυτής μεταδίδει ορισμένα κάθε φορά μηνύματα.
Ειδικότερα, η συχνή χρήση επιθέτων ενδέχεται να αποσκοπεί στην ενίσχυση της λυρικότητας του ποιήματος ή στην έμφαση που θέλει να αποδώσει ο ποιητής στην περιγραφή ενός προσώπου, ενός τοπίου ή μιας συναισθηματικής κατάστασης.
Η ύπαρξη επιρρημάτων ενδέχεται να αποσκοπεί στο να τονιστεί ο χρόνος, ο τρόπος, ο βαθμός βεβαιότητας ή όποια άλλη επιρρηματική σχέση εκφράζεται μέσω των επιρρημάτων που έχει επιλέξει να αξιοποιήσει. 
Με τη συχνή χρήση ρημάτων σε ένα ποιητικό κείμενο δίνεται έμφαση στη δράση των προσώπων, ενισχύοντας τη νοηματική βαρύτητα των ενεργειών που επιτελούν τα δρώντα πρόσωπα σε αυτό.
Η συχνότερη χρήση ουσιαστικών -κυρίως αφηρημένων- ενδέχεται να φανερώνει την πρόθεση του δημιουργού να τονίσει περισσότερο κάποια ιδέα ή κάποια συναισθηματική κατάσταση που παρουσιάζεται στο ποιητικό του κείμενο.

3. Εκφραστικά μέσα / Σχήματα λόγου
Οι εκφραστικές επιλογές του δημιουργού (χρήση εικόνων, ρητορικά ερωτήματα, ελλειπτικές διατυπώσεις, αποσιωπήσεις, ιδιοτυπίες στη σύνταξη κ.ά.), όπως και τα σχήματα λόγου, οι ιδιορρυθμίες, δηλαδή, του λόγου που αφορούν τη θέση των λέξεων
και φράσεων στη σειρά του λόγου (σχήμα κύκλου, ασύνδετο/πολυσύνδετο, υπερβατό κ.ά.) και τη σημασία με την οποία χρησιμοποιείται μια λέξη ή φράση σε μια συγκεκριμένη περίπτωση (μεταφορά, παρομοίωση, αντίθεση κ.ά.) αποκτούν ιδιαίτερη σημασία ως κειμενικοί δείκτες κυρίως στα ποιήματα, όπου λόγω της συντομίας του κειμένου το νόημα είναι στενότερα συνδεδεμένο με τις επιμέρους εκφραστικές επιλογές.

Στο ακόλουθο απόσπασμα, για παράδειγμα, από το προσφιλές ποίημα «Το Μονόγραμμα» του Οδυσσέα Ελύτη, ο ποιητής αξιοποιεί συνεχείς προσωποποιήσεις (η Μοίρα, ο Καιρός, ο ουρανός, η αθωότητα) και μεταφορές (θα παραστήσει τα σωθικά μας, θα χτυπήσει τον κόσμο, το δριμύ του μαύρου) προκειμένου να αναδείξει εναργέστερα το θέμα του.

«Θα γυρίσει αλλού τις χαρακιές
Της παλάμης, η Μοίρα, σαν κλειδούχος
Μια στιγμή θα συγκατατεθεί ο Καιρός

Πως αλλιώς, αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι

Θα παραστήσει ο ουρανός τα σωθικά μας
Και θα χτυπήσει τον κόσμο η αθωότητα
Με το δριμύ του μαύρου του θανάτου.»

Η Μοίρα που έχει τον έλεγχο της ζωής των ανθρώπων θ’ αλλάξει τις γραμμές στην παλάμη του χεριού, θ’ αλλάξει τα γραμμένα και μαζί μ’ αυτή θα συγκατατεθεί κι ο Καιρός, θα συγκατατεθεί κι ο χρόνος, ώστε ό,τι συνέβη ν’ αλλάξει πορεία, όσο ανέκκλητο κι αν μοιάζει. Ο Καιρός και η Μοίρα θα υποχωρήσουν, δηλαδή, μπροστά στη δύναμη της αγάπης, ώστε ό,τι συνέβη κι ό,τι ήταν αναπόφευκτο να συμβεί, ν’ αναστραφούν, δίνοντας στους αγαπημένους την ευκαιρία να είναι και πάλι μαζί.
Ο έρωτας αυτός, όσο κι αν κρίθηκε από τον κόσμο αρνητικά, όσο κι αν θεωρήθηκε ανάρμοστος, υπήρξε πάντοτε αγνός. Ο ίδιος ο ουρανός θα φανερώσει στον κόσμο τα «σωθικά» των δύο αγαπημένων, θα φανερώσει την ειλικρίνεια των προθέσεών τους και τότε η αθωότητα αυτής της αγάπης θα χτυπήσει τον κόσμο με τη δύναμη του θανάτου. Ο κόσμος που με τη σκληρότητά του ώθησε την αγαπημένη στο πρόωρο τέλος της, θα λάβει την απάντησή του, θα μάθει την αλήθεια και τότε θα νιώσει πόσο άδικα έκρινε τους δύο αγαπημένους.

4. Ύφος
Το ύφος του κειμένου ενδέχεται να βρίσκεται σε άμεση συσχέτιση με το βασικό του θέμα, εφόσον ο δημιουργός μπορεί να το αξιοποιεί προκειμένου να τονίσει ακόμη περισσότερο το μήνυμά του. Αν, για παράδειγμα, το ύφος του κειμένου είναι έντονα ειρωνικό, προφανώς αποτελεί μια επιπλέον προσπάθεια του δημιουργού να στηλιτεύσει το φαινόμενο ή την κατάσταση που παρουσιάζει στο έργο του. Αντιστοίχως, ένα ιδιαιτέρως λυρικό ύφος λειτουργεί επικουρικά για την ανάδειξη ενός θέματος συναισθηματικής υφής, όπως ένα παραινετικό ύφος τονίζει τις διδακτικές προθέσεις του γράφοντος.

Η διαμόρφωση του ύφους προκύπτει από το συνδυασμό ποικίλων στοιχείων:

α) Λεξιλογικές επιλογές
Ο δημιουργός ενδέχεται να χρησιμοποιεί απλό και εύληπτο λεξιλόγιο ή πιο απαιτητικό, με λέξεις λιγότερο συνηθισμένες και λιγότερο εύχρηστες. Ενδέχεται, αντιστοίχως, να χρησιμοποιεί λόγιους λεξιλογικούς τύπους της καθαρεύουσας ή να αξιοποιεί τον ιδιωματικό πλούτο της ελληνικής γλώσσας. Με τις λεξιλογικές του επιλογές το κείμενο που προκύπτει ενδέχεται να είναι απλό ή δύσληπτο, επίσημο ή προφορικό, λόγιο ή λαϊκό.

β) Επιλογές σύνταξης και διατύπωσης
Οι λεξιλογικές επιλογές αποκτούν εντελώς ιδιαίτερο χαρακτήρα με τον τρόπο που επιλέγει να τις αξιοποιήσει ο δημιουργός σε επίπεδο σύνταξης. Ο λόγος, υπ’ αυτή την έννοια, μπορεί να διατηρήσει την καθαρότητά του με τη χρήση σύντομων σε έκταση και σαφών ως προς τη διατύπωση προτάσεων ή να αποκτήσει υψηλότερο βαθμό νοηματικής δυσκολίας με την επιλογή μακροπερίοδου λόγου και τη συνεχή χρήση υπόταξης. Επιπροσθέτως, ο δημιουργός ενδέχεται να κοσμήσει το λόγο του με ποικιλία σχημάτων λόγου και εκφραστικών μέσων ή να διατηρήσει τη λιτότητα στη διατύπωση.

γ) Διάθεση και στόχοι του δημιουργού
Το ύφος γραφής επηρεάζεται, συνάμα, από τη διάθεση που εκφράζει ο γράφων, καθώς και τη στόχευση του κειμένου του. Ειδικότερα, ο δημιουργός μπορεί να έχει ειρωνική, χιουμοριστική ή εξομολογητική διάθεση και να στοχεύει με το κείμενό του στο να διδάξει, να συμβουλεύσει ή να συγκινήσει τον αναγνώστη.
Με βάση τα επιμέρους αυτά στοιχεία προκύπτουν διάφορα είδη ύφους, κάποια εκ των οποίων ενδέχεται να συνυπάρχουν στο ίδιο κείμενο. Ειδικότερα:

Λιτό – απλό ύφος: Ο δημιουργός χρησιμοποιεί απλό και κατανοητό λεξιλόγιο, σχηματίζει σαφείς και μικρής έκτασης προτάσεις, φροντίζοντας για τη σαφήνεια των νοημάτων. Στο λιτό ύφος γραφής απουσιάζουν ή είναι ελάχιστα τα σχήματα λόγου, καθώς στόχος του γράφοντος είναι να διατυπωθούν με καθαρότητα τα νοήματα που επιχειρεί να μεταδώσει. Το ύφος αυτό μπορεί να φτάσει ως την απλοϊκότητα, αν ο δημιουργός θέλει να αποδώσει με αυτό τα λόγια ή τις σκέψεις ενός ήρωα χαμηλού μορφωτικού επιπέδου ή απλοϊκού στη σκέψη.
Παραστατικό – ζωντανό ύφος: Αν ο συγγραφέας θέλει να μεταδώσει ζωντάνια στην αφήγησή του, τότε αξιοποιεί τους διαλόγους ή τη μεταφορά σε ευθύ λόγο όσων λένε οι ήρωές του. Καταφεύγει, μάλιστα, στη χρήση σχημάτων λόγου ή διαφόρων άλλων εκφραστικών μέσων, όπως οι εικόνες κι οι περιγραφές, προκειμένου να αποδώσει με παραστατικότητα τη συναισθηματική κατάσταση των προσώπων, τις σκέψεις, τη δράση τους, καθώς και το χώρο στον οποίο δρουν.
Υψηλό ύφος: Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ο δημιουργός επιχειρεί να αποδώσει έννοιες ή συναισθηματικές καταστάσεις που ξεπερνούν τα καθημερινά όρια, τότε συνήθης επιλογή είναι η διαμόρφωση ενός επιβλητικού ύφους γραφής. Η όλη επιδίωξη του γράφοντος υπηρετείται μέσα από λεξιλογικές επιλογές και διατυπώσεις που καθιστούν φανερή την απομάκρυνση από τα απλά συμβάντα και τις καθημερινές καταστάσεις.
Σκοτεινό – περίπλοκο ύφος: Κάποτε ο δημιουργός επιδιώκει να καταστήσει το κείμενό του δυσερμήνευτο και ιδιαιτέρως απαιτητικό στην αναγνωστική προσέγγιση. Σ’ αυτή την περίπτωση αξιοποιείται ο μακροπερίοδος λόγος, με συνεχείς δευτερεύουσες προτάσεις -υποτακτική σύνδεση-, με ασυνήθιστες λεξιλογικές επιλογές και, ενίοτε, με σκόπιμη ασάφεια σε ορισμένες διατυπώσεις.
Ειρωνικό ύφος: Η αξιοποίηση της λεκτικής ειρωνείας, οι υπαινιγμοί, ο σαρκασμός, όπως κι η χρήση λογοπαιγνίων, υπηρετούν την επιδίωξη του συγγραφέα να ειρωνευτεί πρόσωπα ή καταστάσεις.
Χιουμοριστικό ύφος: Ορισμένες φορές στόχος του δημιουργού είναι η μετάδοση μιας ανάλαφρης διάθεσης ή η πρόκληση γέλιου στον αναγνώστη. Στα κείμενα χιουμοριστικού ύφους αξιοποιείται κάθε τεχνική που μπορεί να οδηγήσει σε απροσδόκητες για τον αναγνώστη διατυπώσεις, οι οποίες του προκαλούν εύθυμη διάθεση.
Διδακτικό – προτρεπτικό ύφος: Αν ο λογοτέχνης επιθυμεί να μεταδώσει στους αναγνώστες συμβουλές για το πώς θα πρέπει να διαχειρίζονται δύσκολες καταστάσεις στη ζωή τους ή άλλα σημαντικά, κατά τη γνώμη του, διδάγματα, τότε υιοθετεί ένα παραινετικό ύφος. Η χρήση της υποτακτικής ή και της προστακτικής έγκλισης είναι ενδεικτική των διδακτικών προθέσεων του δημιουργού.
Εξομολογητικό ύφος: Αυτό το ύφος γραφής συναντάται σε πρωτοπρόσωπα κείμενα, στα οποία ο δημιουργός καταγράφει προσωπικά του βιώματα. Διατυπώνει τις σκέψεις του με αμεσότητα και δημιουργεί μια αίσθηση οικειότητας, σαν να εκμυστηρεύεται κάτι το ιδιαίτερα προσωπικό του στον αναγνώστη.
Προφορικό ύφος: Κάποτε πρόθεση του συγγραφέα είναι να δοθεί η εντύπωση στον αναγνώστη πως το κείμενο προσεγγίζει περισσότερο τον προφορικό παρά τον γραπτό λόγο, ώστε αυτό να καταστεί πιο οικείο και πιο ζωντανό. Σε αυτή την περίπτωση χρησιμοποιεί με μεγάλη συχνότητα εκφράσεις του προφορικού λόγου, ενώ φροντίζει να υπάρχουν ενδείξεις προφορικότητας και σε συντακτικό επίπεδο, με χαλάρωση της αλληλουχίας, ανολοκλήρωτες διατυπώσεις και γρήγορο πέρασμα από σκέψη σε σκέψη.
Λυρικό – ποιητικό ύφος: Το ύφος αυτό συναντάται τόσο σε ποιητικά όσο και σε πεζά κείμενα, όταν πρόθεση του δημιουργού είναι, μέσα από την αξιοποίηση της μουσικότητας της γλώσσας, να δώσει έμφαση στην ομορφιά ενός τοπίου ή μιας συναισθηματικής κατάστασης. Συναντάμε συχνά την ποιητικότητα του ύφους σε περιγραφές πεζών κειμένων, όπου ο συγγραφέας με τα κατάλληλα σχήματα λόγου και τη χρήση μη καθημερινών λέξεων προσδίδει με λυρικό τρόπο το κάλλος του φυσικού χώρου. 
Υποβλητικό ύφος: Ο δημιουργός επιχειρεί με το ύφος αυτό να μεταδώσει στον αναγνώστη μια συγκεκριμένη συναισθηματική διάθεση. Φροντίζει, τότε, κάθε στοιχείο του κειμένου να υπηρετεί το συγκεκριμένο σκοπό, επιτρέποντας στο συναίσθημα να κυριαρχεί τόσο στα λόγια των προσώπων όσο και στην ιδιαίτερη σκηνοθεσία του χώρου.
Εύλογα το ύφος του κειμένου μπορεί να λάβει ποικίλους ακόμη χαρακτηρισμούς, ανάλογα με τη διάθεση και τις προθέσεις του δημιουργού (θρηνητικό, σαρκαστικό, καυστικό, αλληγορικό) ή το επίπεδο γλωσσικής και συντακτικής επεξεργασίας (επιτηδευμένο, φροντισμένο, χαλαρό).

Εφαρμογή
Γιώργος Χ. Θεοχάρης, Ελεγεία για τα κορίτσια των κομμωτηρίων

Ω! Τα καημένα τα κορίτσια των κομμωτηρίων· έτσι καθώς αμήχανα τις επιδέξιες κινήσεις της κομμώτριας κοιτάζουν, παίρνουνε τόση απογοήτευση αδυνατώντας απ’ την κούραση, τα μυστικά της τέχνης να διακρίνουν.
Ω! Τα θλιμμένα μου κορίτσια των κομμωτηρίων. γέρνει τόσο νωρίς η ράχη τους απ’ την ορθοστασία. Αλλάζουν πόδι κάθε τόσο, βάζουν το χέρι κόντρα στη μεσούλα τους να ξεκουράσουν τ’ άγουρο κορμί τους. Μπορούν ν’ ακούνε μόνο κι όχι να συνομιλούν. Δεν επιτρέπεται να κάθονται, δεν έχουν τα προνόμια του πελάτη. Τα προσφωνεί η κομμώτρια πάντοτε με το «δεσποινίς» –ποτέ με τ’ όνομά τους κατευθείαν. Μετά από κάθε κούρεμα μαζεύουνε τις τρίχες απ’ το πάτωμα. Τις τρίχες που εξάγνισαν πιο πριν με τα λεπτά τους δάκτυλα. Σαν ολοκληρωθεί το χτένισμα κρατούν έναν καθρέφτη πίσω από το κεφάλι της κυρίας ώστε να επιδειχθεί ολοσκοπικά το έργο της κομμώτριας. το ξένο έργο.
Ω! Τα γλυκά κορίτσια των κομμωτηρίων. Αποχωρούν και στέκονται στην άκρη του καθρέφτη, σαν τ’ άλλα χρηστικά αντικείμενα. Παρατηρούν μηχανικά το κούρεμα, το στέγνωμα, το χτένισμα, το βάψιμο. Δεν εμπεδώνουν τίποτα. Κλεφτά τα γλαρωμένα μάτια τους κοιτούν του τοίχου το ρολόι. Αδημονούν να τελειώσει το ωράριο, να φύγουνε, να ξεκουράσουν το κορμάκι τους σ’ ένα δωμάτιο χωρίς καθρέφτες. χωρίς τους καταδότες της αμηχανίας και της θλίψης τους.
Στο δρόμο για το σπίτι ψαύουνε στις τσέπες τους το φιλοδώρημα που μάζεψαν και τα μισούν αυτά τα χρήματα. Νιώθουν βαθιά μες στις ψυχούλες τους το βλέμμα της πελάτισσας να λέει: Πάρτε και σεις από ’να κατοστάρικο κακόμοιρα, αφού δεν παίρνατε τα γράμματα.

Θεοχάρης, Γ. (2014). Πιστοποιητικά θνητότητας, Αθήνα: Σύγχρονη Έκφραση.

Αξιοποιώντας του κειμενικούς δείκτες (ύφος, γλωσσικές επιλογές κ.ά.) να παρουσιάσετε το θέμα του κειμένου. Ποια είναι η δική σας άποψη σχετικά με αυτό; (150-200 λέξεις)

Το κείμενο, όπως μάς προϊδεάζει ο τίτλος του, αποτελεί μια «ελεγεία», έναν «θρήνο» για την επίμοχθη ζωή των κοριτσιών που εργάζονται ως μαθητευόμενες στα κομμωτήρια. Κοπέλες που εκτελούν με τυπικότητα τα άχαρα καθήκοντά τους, χωρίς να αποκομίζουν γνώσεις ή τουλάχιστον να αισθάνονται πως τις εκτιμούν και τις σέβονται στο χώρο της εργασίας τους. Με τη συνεχή χρήση του επιφωνήματος «Ω!» που εκφράζει τη συμπόνια του αφηγητή, με υποκοριστικά που υπενθυμίζουν το νεαρό της ηλικίας τους (στη μεσούλα τους, το κορμάκι τους), καθώς και με επιθετικούς προσδιορισμούς που φανερώνουν τη θλίψη που βιώνουν οι κοπέλες αυτές, αλλά και τη βαθιά συμπάθεια του αφηγητή απέναντί τους (Τα καημένα τα κορίτσια, Τα θλιμμένα μου κορίτσια) γίνεται σαφέστερα εμφανής η πεποίθηση του αφηγητή πως η εργασία αυτή συνιστά ένα διαρκές μαρτύριο για τις νεαρές κοπέλες. Όπως, άλλωστε, τονίζεται εκείνες «μισούν» ακόμη και το φιλοδώρημα που λαμβάνουν από τις πελάτισσες, εφόσον το θεωρούν έκφραση οίκτου, διότι «κατέληξαν» να εργάζονται σ’ ένα κομμωτήριο μη έχοντας τη δυνατότητα να σπουδάσουν.
Κατά τη γνώμη μου, αν και ορθώς στηλιτεύονται από τον αφηγητή οι συνθήκες εκμετάλλευσης που συνοδεύουν τη θέση μαθητείας, οφείλει συνάμα να γίνεται αντιληπτό πως πρόκειται για μια προσωρινή κατάσταση, για ένα αναγκαίο μεταβατικό στάδιο, μέχρι να έχουν τη δυνατότητα οι κοπέλες αυτές να ασκήσουν πλήρως και πιθανώς αυτόνομα το επάγγελμά τους.
[Λέξεις: 215]

Εφαρμογή
Maya Angelou «Φυλακισμένο πουλί»

Το ελεύθερο πουλί κάνει άλμα
στην πλάτη του ανέμου
και αιωρείται κατεβαίνοντας
μέχρι την άκρη του ρεύματος
βουτά τα φτερά του
στις πορτοκαλιές ηλιαχτίδες
και τολμά να διεκδικήσει τον ουρανό

Μα ένα πουλί που πηγαινοέρχεται
μες στο στενό κλουβί του
σπάνια μπορεί να δει πέρα
από τα κάγκελα της οργής
τα φτερά του είναι ψαλιδισμένα και
τα πόδια του δεμένα
έτσι ανοίγει το στόμα του και τραγουδά

Το φυλακισμένο πουλί τραγουδά
με έναν φοβισμένο σκοπό
για πράγματα άγνωστα
μα επιθυμητά από καιρό
και η μελωδία του ακούγεται
στο μακρινό βουνό
γιατί το φυλακισμένο πουλί
τραγουδά την ελευθερία

Το ελεύθερο πουλί στοχάζεται άλλο ένα αεράκι
τους αληγείς ανέμους να περνούν απαλά μέσα από δέντρα που στενάζουν
τα παχιά σκουλήκια να το περιμένουν σε ένα λιβάδι καθώς χαράζει
και αποκαλεί τον ουρανό δικό του.

Μα ένα φυλακισμένο πουλί στέκει πάνω από τον τάφο των ονείρων

τα φτερά του είναι ψαλιδισμένα και
τα πόδια του δεμένα
έτσι ανοίγει το στόμα του και τραγουδά

Το φυλακισμένο πουλί τραγουδά
με έναν φοβισμένο σκοπό
για πράγματα άγνωστα
μα επιθυμητά από καιρό
και η μελωδία του ακούγεται
στο μακρινό βουνό
γιατί το φυλακισμένο πουλί
τραγουδά την ελευθερία.

Μετάφραση: Χριστίνα Λιναρδάκη
vakxikon.gr

Ποιο είναι κατά τη γνώμη σας το θέμα του ποιήματος; Ποιες είναι οι εκφραστικές επιλογές της ποιήτριας που το αναδεικνύουν περισσότερο; Πώς αντιλαμβάνεστε την αξία του θέματος αυτού; (100-200 λέξεις)

Το θέμα του ποιήματος σχετίζεται με το πόσο αναγκαία είναι η ελευθερία, κάτι που η ποιήτρια επιλέγει να αναδείξει με την αντίθεση ανάμεσα στην καθημερινότητα ενός ελεύθερου πουλιού κι ενός φυλακισμένου. Η ευδαιμονία που βιώνει το ελεύθερο πουλί καθώς αφήνεται άφοβο στη δύναμη του ανέμου, απουσιάζει πλήρως από τη ζωή του φυλακισμένου πουλιού, αφού εκείνο βρίσκεται διαρκώς περιορισμένο μέσα στα στενά όρια του κλουβιού του. Η ζωή του φυλακισμένου πουλιού χαρακτηρίζεται από θλίψη, οδύνη και θυμό, στοιχεία που η ποιήτρια τονίζει με τη χρήση μεταφορικών εκφράσεων (τα κάγκελα της οργής, φοβισμένο σκοπό, τον τάφο των ονείρων κ.ά.) προσωποποιήσεων (Η σκιά του ουρλιάζει πάνω στου εφιάλτη την κραυγή) και επαναλήψεων (η 6η στροφή είναι ακριβής επανάληψη της 3ης στροφής).
Μη έχοντας τη δυνατότητα να ξεφύγει από τα δεσμά του, το φυλακισμένο πουλί τραγουδά για όσα δεν έχει ζήσει ποτέ, αλλά τα επιθυμεί και τα ονειρεύεται. Είναι, μάλιστα, αυτή η θλίψη του φυλακισμένου πουλιού, που τόσο παραστατικά δίνεται από την ποιήτρια, η οποία φανερώνει με τον πλέον σαφή τρόπο την αξία της ελευθερίας στη ζωή κάθε ατόμου, εφόσον μόνο ένας ελεύθερος άνθρωπος μπορεί να επιδιώξει την πραγμάτωση των ονείρων του και να διεκδικήσει για τον εαυτό του τη βίωση πλήθους εμπειριών, που θα φέρουν μια αίσθηση πληρότητας στη ζωή του.
[Λέξεις: 208]

5. Αφηγηματικοί τρόποι
Είναι τα συστατικά στοιχεία που συναποτελούν μιαν αφήγηση. Πιο συγκεκριμένα αφηγηματικοί τρόποι θεωρούνται:
α) η αφήγηση γεγονότων και πράξεων
Ο αφηγητής παρουσιάζει -αφηγείται- τα γεγονότα της ιστορίας, επιλέγοντας κάθε φορά σε ποια θα δώσει έμφαση και ποια πιθανώς θα παραλείψει. Η αφήγηση συνιστά κύριο τρόπο απόδοσης του αφηγηματικού υλικού, καθώς βασίζεται στην παρουσίαση πράξεων και γεγονότων, επιτρέποντας έτσι το ομαλό ξεδίπλωμα της ιστορίας.
Παράδειγμα: « Ο πρώτος που γλίστρησε κατά το ποτάμι ήτανε λοχίας. Γλίστρησε ένα πρωινό και βούτηξε. Λίγο αργότερα, σύρθηκε ως τους δικούς του, με δυο σφαίρες στο πλευρό. Δεν έζησε πολλές ώρες.
Την άλλη μέρα, δυο φαντάροι τραβήξανε για κει. Δεν τους ξαναείδε πια κανένας. Ακούσανε μονάχα πολυβολισμούς, και ύστερα σιωπή.»
Αντώνης Σαμαράκης, «Το ποτάμι»

β) η περιγραφή
Η αναλυτική παρουσίαση τόπων, τοπίων και προσώπων συνιστά στοιχείο που διακόπτει την εξέλιξη της ιστορίας και επιβραδύνει την αφήγηση. Ο αφηγητής επιλέγει κάποτε να παρουσιάσει στοιχεία της εμφάνισης των ηρώων του ή να περιγράψει τον τόπο στον οποίο διαδραματίζονται τα γεγονότα, για να επιτρέψει στον αναγνώστη να σχηματίσει ευκολότερα τις αντίστοιχες εικόνες στη σκέψη του. Η περιγραφή, ωστόσο, αξιοποιείται κάποτε για τη σκόπιμη επιβράδυνση της αφήγησης είτε για να παραταθεί η αγωνία του αναγνώστη είτε για να επιτευχθεί μια σύντομη εκτόνωση από την ένταση της αφήγησης.
Παράδειγμα: «Ο ένας απ’ αυτούς είχε μέτριο ανάστημα, ήταν κάπου είκοσι εφτά χρονών, κατσαρομάλλης και σχεδόν μελαχρινός, με σταχτιά, μικρά, μα φλογερά μάτια. Η μύτη του ήταν πλατιά και πλακουτσωτή, το πρόσωπο με πεταχτά μήλα. Τα λεπτά του χείλη στραβώνανε συνεχώς σ' ένα αδιάντροπο, κοροϊδευτικό και μάλιστα μοχθηρό
χαμόγελο, το μέτωπό του όμως ήταν ψηλό και καλοφτιαγμένο κι ομόρφαινε το κάτω μέρος του προσώπου με τα κάπως αγροίκα χαρακτηριστικά.»
Φιόντορ Ντοστογιέφσκι, «Ο Ηλίθιος»

γ) ο διάλογος
Στο πλαίσιο των αφηγηματικών κειμένων αποδίδονται κάποιες φορές πιστά τα λόγια των προσώπων σε ευθύ λόγο, γεγονός που δηλώνεται τυπογραφικά με τη χρήση της παύλας ή των εισαγωγικών. Ο διάλογος αξιοποιείται είτε για να αποκτήσει ζωντάνια και θεατρικότητα το κείμενο είτε για να διαφανεί το ύφος ομιλίας του κάθε προσώπου (η ποιότητα έκφρασης, η πιθανή χρήση ιδιωμάτων) και να αποκτήσει έτσι μια πιο ολοκληρωμένη και αυτόνομη ταυτότητα στη σκέψη του αναγνώστη.
Στα θεατρικά κείμενα επειδή δεν υπάρχει αφηγητής, η εξέλιξη της ιστορίας, οι σκέψεις των προσώπων κι ο χαρακτήρας τους, παρουσιάζονται όλα μέσα από τους διαλόγους των ηρώων.
Παράδειγμα: «Μα η Αριάγνη με θυμωμένα μάτια έφερε πάλι το πιάτο μπροστά του.
— Φάε το κρέας σου χωρίς ψωμί κι ύστερα φεύγα, του λέει.
— Ώστε τραυματίας του Αλαμέιν είπε ο Διονύσης που η παρουσία του Σταμάτη τον έκανε ομιλητικό.
— Όχι ακριβώς, είπε ο ξένος. Ήταν ένα ηλίθιο ατύχημα στην Κυρηναϊκή. Πήγα και χώθηκα κάτω από τις βόμβες που άδειαζε ένα γερμανικό μεταγωγικό από το φιλιστρίνι του. Δεν ήμουν καν σε υπηρεσία.»
Στρατής Τσίρκας, «Αριάγνη»

δ) ο εσωτερικός μονόλογος
Ο εσωτερικός μονόλογος αποτελεί μια λογοτεχνική τεχνική μέσω της οποίας επιχειρείται η παρουσίαση της άτακτης διαδοχής σκέψεων, συναισθημάτων, αναμνήσεων και εντυπώσεων που εμφανίζονται στο νου του ήρωα. Πρόκειται για μια ιδιαίτερη αφηγηματική διαδικασία υπό την έννοια πως προκειμένου να δοθεί η εντύπωση της ειλικρινούς απόδοσης της γοργής αλληλοδιαδοχής όλων αυτών των στοιχείων στην ψυχή του ήρωα επηρεάζεται ακόμη κι ο λόγος, με τη γραφή να είναι ασυνεχής, ελλειπτική και με χωρίς συνοχή περάσματα από το ένα στοιχείο στο άλλο.
Παράδειγμα: «Σκέφτουμαι ότι η ανάσταση είναι απαραίτητη, κυρίως για να εννοηθούν οι μικροί, οι ταπεινοί και καταφρονημένοι, οι καθημερινοί ήρωες. Καταλαβαίνω ότι για έναν Μεγαλέξανδρο μπορεί το τέλος του να συμπίπτει με την εντάφιο εξουθένωσή του. Η δράση του αποτελεί ένα σταθμό και παραμένει με τις ημερομηνίες της στην ιστορία του ανθρώπου. Έπος αποτελεί η ζωή και ο θάνατός του που μπορεί να μας διδάξει, να μας συμβουλέψει. Σκέφτουμαι ξανά και πάλι βρίσκω, ότι δεν είναι εντελώς έτσι. Ασήμαντος ο Μεγαλέξανδρος και ο βίος του τιποτένιος, δεν μπορούν να δώκουν ποίημα, δεν αρκούν αν δεν καθρεφτίζονται μέσα σε κάτι παντοτινό, σε μια πίστη που εμπνέει μορφές, ιδέες αθάνατες, που σχηματοποιεί το απόλυτο σε μια κυρίαρχη παρουσία, στο Θεό. Θέλησα να πω κάτι και το πρώτο μου βήμα κιόλας ήταν σφάλμα. Δεν ξέρω πώς να συνεχίσω, ενώ όλη η συνέχεια κρύβεται μέσα στο στήθος μου.»
Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, «Ο πεθαμένος και η ανάσταση»

ε) ο ελεύθερος πλάγιος λόγος
Με την τεχνική αυτή ο αφηγητής έχει τη δυνατότητα να αποδώσει τα λόγια ή τις σκέψεις ενός προσώπου χωρίς να απομακρυνθεί από την τριτοπρόσωπη αφήγηση ή τον αφηγηματικό χρόνο, που είναι συνήθως παρελθοντικός. Στο πλαίσιο του ελεύθερου πλάγιου λόγου δεν χρησιμοποιούνται ρήματα εξάρτησης, όπως στον πλάγιο λόγο, γεγονός που επιτρέπει την πληρέστερη ενσωμάτωση των λόγων άλλων προσώπων στον αφηγηματικό λόγο. Παράλληλα, όμως, ακριβώς επειδή λείπουν οι δείκτες εκείνοι που φανερώνουν πως πρόκειται πράγματι για την απόδοση όσων είπε κάποιο πρόσωπο, δεν είναι πάντοτε σαφές αν πρόκειται όντως για λόγια ενός άλλου προσώπου ή για τις σκέψεις του ή ακόμη για τις σκέψεις του ίδιου του αφηγητή σχετικά με το τι θα μπορούσε να έχει πει ή να έχει σκεφτεί κάποιος άλλος.
Παράδειγμα: Όλοι μιλούσανε για τον ατμό και τις ατμομηχανές. Πως μπήκανε ή πως θα ‘πρεπε να μπούνε στη ζωή τους, πως θ’ άλλαζαν τα πράγματα, οι δουλειές, ο τζίρος, τα έσοδα. Πως θα ‘φερνε ο ατμός τα πάνω κάτω στα λιοτρίβια, στα σαπουνάδικα, στους μύλους και στις θαλασσινές μεταφορές. Πως μίκραιναν οι αποστάσεις, πως άνοιγαν οι αγορές, πως θα μπορούσαν να αλλάξουν όψη τα κάθε είδους εργαστήρια της πόλης που φτάσανε τα τρακόσια τότε.
Νίκος Θέμελης, «Η Αναζήτηση»

στ) το αφηγηματικό σχόλιο, η παρεμβολή δηλαδή σχολίων/ σκέψεων του αφηγητή
Ο αφηγητής διατυπώνει γνώμες, απόψεις και κρίσεις είτε για τα πρόσωπα της ιστορίας είτε για τις καταστάσεις που βιώνουν. Λειτουργούν κάποτε καθοδηγητικά για την άποψη που διαμορφώνει ο αναγνώστης κι είναι, συνάμα, ενδεικτικά για το πώς αντιλαμβάνεται τα πράγματα ο ίδιος ο αφηγητής.
Παράδειγμα: «Κάτι τέτοιους παντογνώστες τους συναντάει κανείς αρκετά συχνά μάλιστα, σε ορισμένα κοινωνικά στρώματα. Όλα τα ξέρουν, όλη η ανήσυχη περιέργεια του μυαλού τους κι οι ικανότητές τους κατευθύνονται ασυγκράτητα προς ένα σημείο —επειδή τους λείπουν φυσικά πιο σπουδαία ενδιαφέροντα και ζωτικές ιδέες, όπως θα ‘λεγε ένας σύγχρονος στοχαστής. Όταν λέμε «όλα τα ξέρουν», πρέπει, εδώ που τα λέμε, να το εντοπίσουμε σ’ ένα αρκετά περιορισμένο πεδίο: που εργάζεται ο τάδε, με ποιους γνωρίζεται, τι περιουσία έχει, που χρημάτισε νομάρχης, με ποιαν είναι παντρεμένος, πόση προίκα πήρε, ποιος είναι ξάδερφός του, ποιος δεύτερος ξάδερφος κ.τ.λ. κ.τ.λ. όλα τέτοιας λογής.»


Η επιλογή των αφηγηματικών τρόπων γίνεται από τον δημιουργό με κριτήριο αφενός το πώς θεωρεί ότι θα παρουσιαστεί αποτελεσματικότερα η ιστορία του (π.χ. αξιοποίηση διαλόγου για την ενίσχυση της θεατρικότητας του κειμένου) και αφετέρου το πώς θα δοθεί η αναγκαία έμφαση στην ανάδειξη των κύριων θεμάτων του κειμένου του. Κατ’ αυτό τον τρόπο, η επιλογή, για παράδειγμα, της αξιοποίησης ενός εσωτερικού μονολόγου υποδηλώνει την πρόθεσή του να προσεχθούν οι σκέψεις, όπως και τα συναισθήματα που εκφράζει μέσω αυτού ο ήρωας, εφόσον σε αυτά καταγράφεται -ενδεχομένως- μια ουσιαστική πτυχή του θέματος. Αντιστοίχως, τα σχόλια του αφηγητή ενδέχεται να έχουν κύρια λειτουργία για την ανάδειξη του θέματος, εφόσον μέσω αυτών παρουσιάζονται σκέψεις και κρίσεις του αφηγητή. 

6. Αφηγηματικές τεχνικές
Είναι οι τεχνικές που χρησιμοποιεί ένας συγγραφέας, προκειμένου να δώσει σε μια ιστορία τη μορφή της αφήγησης. Ορισμένες από αυτές είναι:
α) Ο αφηγητής: ανάλογα με τη σχέση του με την ιστορία που αφηγείται, ο αφηγητής μπορεί είτε να είναι πρωταγωνιστής (αυτοδιηγητικός) ή απλώς να συμμετέχει στην ιστορία (ομοδιηγητικός), είτε να αφηγείται την ιστορία κάποιου άλλου (ετεροδιηγητικός).
Αυτοδιηγητικός / ομοδιηγητικός: Ο αφηγητής αυτός συμμετέχει στα γεγονότα που αφηγείται καθώς αποτελεί ένα από τα πρόσωπα της ιστορίας. Μπορεί να είναι είτε ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, ο βασικός, δηλαδή, ήρωας, είτε ένα από τα δευτερεύοντα πρόσωπα ή ένας απλός μάρτυρας ή παρατηρητής όσων συνέβησαν. Σε περίπτωση που ο αφηγητής αυτός είναι ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, τότε χαρακτηρίζεται αυτοδιηγητικός. Η αφήγηση από έναν ομοδιηγητικό αφηγητή δίνεται σε πρώτο πρόσωπο, χωρίς να αποκλείεται κι η αφήγηση σε τρίτο πρόσωπο.
Αφηγηματικό αποτέλεσμα: Η επιλογή ενός ομοδιηγητικού πρωτοπρόσωπου αφηγητή προσδίδει στο κείμενο αμεσότητα και δημιουργεί μια αίσθηση οικειότητας. Η επίγνωση πως αυτός που αφηγείται την ιστορία είναι ένα από τα πρωταγωνιστικά πρόσωπα καθιστά την αφήγηση πιο αξιόπιστη, εφόσον λαμβάνει το χαρακτήρα μιας μαρτυρίας ή μιας προσωπικής εκμυστήρευσης.
Παράδειγμα: «Έχω τόση ενέργεια, τόσον ελεύθερο χρόνο να γεμίσω, που στην έκτη γυμνασίου αρχίζω να εμφανίζομαι και στο σχολείο, που ως τότε έβλεπε μόνο τα δίδακτρά μου. Με τις υπερφυσικές μου αντοχές και τις ολονυχτίες, κατορθώνω να καλύψω τω κενά, και γίνομαι πρώτη μαθήτρια –όχι ότι υπάρχει σοβαρός ανταγωνισμός, αλλά και πάλι.»
Αύγουστος Κορτώ, «Το βιβλίο της Κατερίνας»

Ετεροδιηγητικός: Ο αφηγητής αυτού του είδους αφηγείται μια ιστορία στην οποία δεν έχει καμία συμμετοχή. Αφηγείται συνήθως σε τρίτο πρόσωπο και συμπίπτει με τον «παντογνώστη αφηγητή».
Αφηγηματικό αποτέλεσμα: Η επιλογή ενός ετεροδιηγητικού αφηγητή προσδίδει στο κείμενο μια αίσθηση αποστασιοποίησης, εφόσον αυτός που αφηγείται την ιστορία δεν έχει προσωπική συμμετοχή σε αυτή. Ακούμε, κατ’ αυτό τον τρόπο την ιστορία από ένα τρίτο πρόσωπο -του οποίου η ταυτότητα παραμένει απροσδιόριστη-, με αποτέλεσμα να αποτελεί η παρουσία του μια διαρκή υπενθύμιση πως ό,τι διαβάζουμε δεν είναι κάτι περισσότερο από μια μυθιστορηματική αφήγηση. Δυσκολεύεται, έτσι, να ταυτιστεί ο αναγνώστης με τα πρόσωπα της ιστορίας και να βιώσει πληρέστερα τις συναισθηματικές και ψυχολογικές τους μεταπτώσεις.
Το όφελος, ωστόσο, του ετεροδιηγητικού αφηγητή είναι η αντικειμενικότητα της παρουσίασης, εφόσον όλα τα πρόσωπα είναι ιδωμένα από την οπτική ενός εξωτερικού παρατηρητή.
Παράδειγμα: «Το πρόσωπο του Έβαν αρχίζει να φουντώνει από το ούζο, χέρια και πόδια χαλαρώνουν, νιώθει το κεφάλι του ανάλαφρο. Ο παρθένος οργανισμός αλώνεται από το λιγοστό οινόπνευμα. Δεν αισθάνεται καλάꞏ οι τοίχοι αρχίζουν να σαλεύουν, οι γυμνές σανίδες στο πάτωμα καμπυλώνουν, τα ζάρια στο τάβλι χάνουν το κυβικό τους σχήμα και οι μαύρες βούλες πάνω τους διαστέλλονται επικίνδυνα.»
Tom Petsinis, «Ο Αριθμός του Πλάτωνα»

β) Η αφήγηση δεν ακολουθεί τη σειρά των γεγονότων όπως αυτά συνέβησαν στην ιστορία. Όταν διακόπτεται η σειρά των γεγονότων της ιστορίας και υπάρχει αναδρομή στο παρελθόν, αυτό ονομάζεται αναδρομική αφήγηση («ανάληψη»)· όταν παρεμβάλλονται γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον, αυτό ονομάζεται προδρομική αφήγηση («πρόληψη»)· όταν η αφήγηση αρχίζει από το μέσον της ιστορίας ή και παράλληλα με τα προηγούμενα, αυτό ονομάζεται in medias res.

Ευθύγραμμη αφήγηση: Τα γεγονότα παρουσιάζονται στην αφήγηση με τη σειρά που συνέβησαν. Πρόκειται για μια επιλογή που δεν είναι ιδιαίτερα συνηθισμένη, εφόσον καθιστά την αφήγηση μονότονη και λιγότερο ενδιαφέρουσα. Οι συγγραφείς προτιμούν να μη δίνουν τα γεγονότα με τη σειρά, προκειμένου να προκαλείται απορία στους αναγνώστες για το τι έχει προηγηθεί, αλλά και να εξάπτεται το ενδιαφέρον τους μέσω προϊδεασμών και προσημάνσεων για μελλοντικές εξελίξεις ή ανατροπές.

Αφήγηση με αναχρονίες: Η παρουσίαση των γεγονότων δεν ακολουθεί την πραγματική τους σειρά και στην αφήγηση παρατηρούνται αναλήψεις και προλήψεις.

- Ανάληψηαναδρομή): Ο αφηγητής προχωρά σε αναδρομική αφήγηση γεγονότων του παρελθόντος, διακόπτοντας την πορεία της αφήγησης (flashback). Με τη συνδρομή των αναδρομικών αφηγήσεων ο συγγραφέας φωτίζει συγκεκριμένες πτυχές της ιστορίας τη στιγμή που εκείνος θεωρεί ότι εξυπηρετούν καλύτερα την κατανόηση των γεγονότων. Είναι, υπό μία έννοια, σαν να ελέγχει ο συγγραφέας το πότε ακριβώς θα λάβει ο αναγνώστης τις επιπλέον πληροφορίες που του χρειάζονται για να αντιληφθεί το τι έχει προηγηθεί και να αντιληφθεί ή να εικάσει το τι έπεται. 
Παράδειγμα: «Τα μόνα γνώριμα έργα είναι του καταμετρητή, του εισπράκτορα, του πάρεδρου και του αστυνόμου. Απ’ όλα αυτά είχε περάσει κι ο πατέρας στο χωριό του, μα κάτω στην πόλη που κατέβηκε, δε βρέθηκε εύκαιρη καμιά από αυτές τις θέσεις, κι ο πεθερός του ντρεπόταν από τον κόσμο να τον βλέπει να κάθεται άεργος και τον βίαζε να πιάσει κατιτί να κάνει. Κι ο πατέρας, το προχειρότερο που βρήκε ήταν το εμπόριο. Το άρχισε στο πόδι και σα στα χωρατά. Κι άξαφνα βρέθηκε χωμένος μέσα στα γεμάτα. Χωρίς να καταλάβει πώς, βρέθηκε μια στιγμή να έχει στο χέρι του όλο σχεδόν το γύρο της επαρχίας.»
Κωνσταντίνος Χατζόπουλος, «Το σπίτι του δασκάλου»

- Πρόληψη: Ο αφηγητής παραβιάζει τη χρονική σειρά και παρουσιάζει γεγονότα που θα γίνουν σε κάποιο μελλοντικό σημείο, προοικονομώντας κατ’ αυτό τον τρόπο μεταγενέστερες εξελίξεις.
Αφηγηματική λειτουργία: Η αξιοποίηση των προλήψεων επιτρέπει στον αφηγητή να δημιουργήσει αγωνία στον αναγνώστη ή να επιτείνει το ενδιαφέρον του, αποκαλύπτοντάς του μια απρόσμενη μελλοντική εξέλιξη. Συνάμα, βέβαια, μέσω των προλήψεων ο αφηγητής ενδέχεται να επισημαίνει στον αναγνώστη πως το ουσιώδες της αφήγησης δεν εντοπίζεται στο ποια εξέλιξη θα έχει η ιστορία -καθώς αυτή μπορεί να είναι αναμενόμενη-, αλλά στο πώς θα οδηγηθούν τα πράγματα ως εκεί.  
Παράδειγμα: «Δέν ἤξευρον ἀκόμη ὅτι δεκαετές παιδίον ὄχι τήν μητέρα, ἀλλ’ οὐδέ τόν ἑαυτόν του δέν δύναται νά θρέψῃ. Καί δέν ἐφανταζόμην, ὁποῖαι φοβεραί περιπέτειαι μέ περιέμενον καί πόσας πικρίας ἔμελλον ἀκόμη νά ποτίσω τήν μητέρα μου διά τῆς ξενιτείας ἐκείνης, δι’ ἧς ἤλπιζον νά τήν ἀνακουφίσω.»
Γεώργιος Βιζυηνός, «Το αμάρτημα της μητρός μου»

γ) Η διάρκεια της ιστορίας δεν συμπίπτει με τη διάρκεια της αφήγησης. Όταν ο χρόνος της αφήγησης είναι μεγαλύτερος από τον χρόνο της ιστορίας, αυτό ονομάζεται επιβράδυνση (συνηθέστεροι τρόποι επιβράδυνσης είναι η περιγραφή και τα σχόλια του αφηγητή)· όταν ο χρόνος της αφήγησης είναι μικρότερος από τον χρόνο της ιστορίας, αυτό ονομάζεται επιτάχυνση (συνηθέστεροι τρόποι επιτάχυνσης είναι οι περιλήψεις και οι ελλείψεις)· όταν ο χρόνος της ιστορίας και ο χρόνος της αφήγησης ταυτίζονται, αυτό ονομάζεται σκηνή (διάλογος).
Επιβράδυνση: Ο αφηγητής επιβραδύνει την αφήγηση των γεγονότων είτε παρεμβάλλοντας στοιχεία περιγραφής ή σχόλια, είτε παρουσιάζοντας διεξοδικά τις σκέψεις και τις αντιδράσεις των προσώπων σε ό,τι αφορά ένα γεγονός που πιθανώς διήρκεσε ελάχιστες μόλις στιγμές. Ειδικότερα, στο πλαίσιο της αφήγησης ενδέχεται να έχουμε «παύση» ή «επιμήκυνση».
Παύση έχουμε όταν ο αφηγηματικός χρόνος συνεχίζεται, ενώ ο χρόνος της ιστορίας έχει διακοπεί πλήρως. Ο αφηγητής, δηλαδή, διακόπτει την εξέλιξη της ιστορίας και συνεχίζει την αφήγηση με περιγραφές (τοπίων / προσώπων), με προσωπικές σκέψεις και σχόλια ή με παρεκβάσεις που δεν σχετίζονται με την εξέλιξη της ιστορίας.
Επιμήκυνση έχουμε όταν ο αφηγητής χωρίς να έχει διακόψει την αφήγηση της ιστορίας προχωρά ωστόσο στην αναλυτική παρουσίαση άλλων εσωτερικών κυρίως διαδικασιών που επεκτείνουν αρκετά το χρόνο της αφήγησης έναντι του χρόνου της ιστορίας. Η παρουσίαση, για παράδειγμα, των σκέψεων ενός προσώπου ή των συγκρουσιακών καταστάσεων που βιώνει μέσα του κάποια δεδομένη στιγμή, απαιτούν σημαντικό χρόνο για να εκφραστούν στο πλαίσιο της αφήγησης.
Αφηγηματική λειτουργία: Η επιλογή της επιβράδυνσης αποσκοπεί συνήθως στο να παραταθεί η αγωνία του αναγνώστη για κάποια σημαντική επερχόμενη εξέλιξη. Παραλλήλως, βέβαια, ανάλογα με τον τρόπο που επιτυγχάνεται η επιβράδυνση, ο αφηγητής βρίσκει την ευκαιρία είτε να παρουσιάσει αναλυτικότερο τον σκηνικό χώρο, είτε να εμβαθύνει στη συναισθηματική κατάσταση ενός προσώπου είτε να παραθέσει ουσιώδη κάθε φορά σχόλια για την κατανόηση των προσώπων ή των γεγονότων.
Παράδειγμα: «Χαίρομαι νά κοιτάζω τίς ἁδρές καί τίμιες φυσιογνωμίες τους, κι ἀνατριχιάζω βαθιά, ὅταν σκέφτομαι πώς αὐτός πού μοῦ μιλᾶ εἶναι δικός μου ἄνθρωπος, τῆς φυλῆς μου. Κάτι σά ζεστό κύμα μέ σκεπάζει ξαφνικά, θαρρεῖς καί γύρισα ἐπιτέλους στήν πατρίδα. Δέν ἔχει σημασία πού δέ γνώρισα ποτέ αὐτή τήν πατρίδα ἤ πού δέ γεννήθηκα κάν ἐκεῖ. Τό αἷμα μου ἀπό κεῖ μονάχα τραβάει· ἐκτός κι ἄν εἶναι ἀληθινό πώς ὁ ἄνθρωπος ἀποτελεῖται ἀπ' αὐτά πού τρώει καί πίνει, ὁπότε πράγματι εἶμαι ἀπό δῶ. Καί πῶς ἐξηγεῖται τότε ὅλη αὐτή ἡ λαχτάρα;»
Γιώργος Ιωάννου, «Μες στους Προσφυγικούς Συνοικισμούς»

Επιτάχυνση: Ο χρόνος της αφήγησης διαρκεί λιγότερο από τον χρόνο της ιστορίας γιατί ο αφηγητής παρουσιάζει με συντομία γεγονότα που έχουν μεγάλη διάρκεια (περίληψη) ή τα παραλείπει τελείως (έλλειψη). 
Περίληψη: Ο αφηγητής παρουσιάζει συνοπτικά κάποια γεγονότα που μεσολαβούν ανάμεσα σε κρίσιμα σημεία της ιστορίας. 
Έλλειψη ή αφηγηματικό κενό: Ο αφηγητής επιλέγει να παραλείψει ένα μέρος της ιστορίας ή κάποια γεγονότα, που είτε εννοούνται εύκολα είτε δεν συμβάλλουν ιδιαίτερα στην πλοκή.
Αφηγηματική λειτουργία: Η επιλογή της «επιτάχυνσης» επιτρέπει στον αφηγητή να παραλείψει ή να παρουσιάσει με συνοπτικό τρόπο γεγονότα δευτερεύουσας σημασίας, προκειμένου να εστιάσει την προσοχή του στα γεγονότα της ιστορίας που θεωρούνται πιο ουσιώδη.
Παράδειγμα: «Κι ο καιρός περνούσε έτσι κι όλοι περιμέναμε να κάνει κάτι αυτή η Ελβετία στον αδερφό μου. Και πιο πολύ ο μπαμπάς, που είχε και την υπόσχεση του Χαράλαμπου ότι θα κολυμπούσε σκληρά να περάσει το ποτάμι «ακόμη και φέτος».
Μα, σαν ο χρόνος πέρασε κι ο Χαράλαμπος επιστρέφοντας άρχισε να μας δείχνει τι είχε καταφέρει, ο μπαμπάς είπε συγκρατημένα:
- Λοιπόν. Εκτός από το να μιλάς γερμανικά, τι άλλο έμαθες;»
Βούλα Μάστορη, «Το ποτάμι ζήλεψε»

Σκηνή: Ο χρόνος της αφήγησης και ο χρόνος της ιστορίας εξισώνονται όταν καταγράφεται ο διάλογος μεταξύ προσώπων ή ο εσωτερικός μονόλογος ενός ήρωα.
Αφηγηματική λειτουργία: Η επιλογή του συγγραφέα να παραθέσει έναν διάλογο αποσκοπεί πρωτίστως στο να ενισχύσει τη θεατρικότητα του κειμένου. Συνάμα, ωστόσο, μέσω του διαλόγου γίνεται εφικτή η καταγραφή της «φωνής» του κάθε ήρωα, ώστε ο αναγνώστης να έχει τη δυνατότητα να ακούσει κατά τρόπο άμεσο τις σκέψεις, αλλά και τον ιδιαίτερο τρόπο έκφρασης και ομιλίας τους. Επιπροσθέτως, η επιλογή τόσο του διαλόγου όσο και του εσωτερικού μονολόγου, υποδηλώνει την πρόθεση του συγγραφέα να δοθεί έμφαση σε όσα λένε ή σκέφτονται εκείνη τη στιγμή οι ήρωές του.
Παράδειγμα: «— Αυτός είναι ένας Τούρκος, που τον εγιάτρευεν η μητέρα εφτά μήνες εις το σπίτι μας, και αυτή είναι η μάνα του, που ήλθε τώρα να της πει το σπολλάτη!  είπεν ο αδελφός μου, γελάσας προς μεγάλην μου έκπληξιν.
— Ένας Τούρκος, που τον εγιάτρευεν η μητέρα εφτά μήνας! Και από πότε έγινεν η μητέρα νοσοκόμος των Τούρκων; ηρώτησα εγώ συνωφρυωμένος εξ αγανακτήσεως.»
Γεώργιος Βιζυηνός, «Ποίος ήτον ο φονεύς του αδελφού μου»

Η εναλλαγή σκηνών, επιβραδύνσεων και επιταχύνσεων δημιουργεί το «ρυθμό» της αφήγησης, μέσω του οποίου, ανάλογα με την τέχνη και το ταλέντο του συγγραφέα, μπορεί να κερδηθεί (ή να μειωθεί) το ενδιαφέρον του αναγνώστη. 

δ) Η συχνότητα της εμφάνισης ενός γεγονότος δεν συμπίπτει στην ιστορία και την αφήγηση. Όταν ένα περιστατικό της ιστορίας ή και ολόκληρη η ιστορία (συνήθως μέσα από διαφορετικές οπτικές γωνίες) αναφέρεται περισσότερες φορές στην αφήγηση, αυτό ονομάζεται επαναληπτική αφήγηση· όταν ένα γεγονός που συνέβη πολλές φορές στην ιστορία, αναφέρεται μια φορά στην αφήγηση, αυτό ονομάζεται θαμιστική αφήγηση.

Μοναδική αφήγηση: Στην αφήγηση παρουσιάζονται μία φορά γεγονότα της ιστορίας που συνέβησαν μία φορά.
Αφηγηματική λειτουργία: Η μοναδική αφήγηση συνιστά τη συνηθέστερη μορφή αφήγησης και επιτρέπει το ομαλό και ταχύτερο ξεδίπλωμα της ιστορίας, εφόσον ο αφηγητής δεν επανέρχεται εκ νέου στην παρουσίαση γεγονότων που έχουν ήδη αναφερθεί.
Παράδειγμα: «Την άλλη μέρα, πρωί πρωί, ξύπνησε ο γέροντας το βασιλιά και του λέει: «Σήκω τώρα, να πάρουμε όλ’ αυτά τα δεμάτια, να τα πάμε στ’ αλώνι να τ’ αλωνίσουμε!». Κουβάλησε στην πλάτη του ο βασιλιάς περσότερ’ από τα μισά, κι ύστερα όλη μέρα, γκαπ γκουπ, τα κοπάνιζε με το δάρτη, ώσπου κάμανε το στάρι σωρό, τ’ ανεμίσανε και το βάλανε στο σακί. Κι όλη μέρα την περάσανε πάλε έτσι, νηστικοί κι οι δυο τους, μόνο λίγο νερό ήπιανε από τη στέρνα, που ήτανε κοντά στην καλύβα.»
Λαϊκό παραμύθι, «Το πιο γλυκό ψωμί»


Επαναληπτική αφήγηση: Γεγονότα που συνέβησαν μία φορά δίνονται αφηγηματικά περισσότερες φορές είτε από τον ίδιο αφηγητή είτε από διαφορετικά πρόσωπα της ιστορίας με διαφοροποιήσεις στην εστίαση.
Αφηγηματική λειτουργία: Η επαναληπτική αφήγηση επιτρέπει την εξέταση του ίδιου γεγονότος από την οπτική διαφορετικών προσώπων -ή από την οπτική του ίδιου ατόμου, αλλά σε διαφορετική ηλικία ή ψυχολογική κατάσταση- και την αποκάλυψη νέων στοιχείων κάθε φορά⸱ στοιχείων που πιθανώς αγνοούσε το πρόσωπο που παρουσίασε προηγουμένως το ίδιο γεγονός ή στοιχείων που δεν θέλησε να αποκαλύψει ή δεν είχε αρχικώς αντιληφθεί πλήρως τη σημασία τους. 
Παράδειγμα:
Αφήγηση Γιωργή: «Άλλην ἀδελφήν δέν εἴχομεν παρά μόνον τήν Ἀννιώ.
Ἦτον ἡ χαϊδεμμένη τῆς μικρᾶς ἡμῶν οἰκογενείας καί τήν ἠγαπῶμεν ὅλοι. Ἀλλ’ ἀπ’ ὅλους περισσότερον τήν ἠγάπα ἡ μήτηρ μας. Εἰς τήν τράπεζαν τήν ἐκάθιζε πάντοτε πλησίον της καί ἀπό ὅ,τι εἴχομεν ἔδιδε τό καλύτερον εἰς ἐκείνην. Καί ἐνῷ ἡμᾶς μᾶς ἐνέδυε χρησιμοποιοῦσα τά φορέματα τοῦ μακαρίτου πατρός μας, διά τήν Ἀννιώ ἠγόραζε συνήθως νέα.»
Αφήγηση μητέρας: «Σάν ἐγεννήθηκε τό παιδί καί βγῆκεν ἀληθινά κορίτσι, τότε πιά ἦρθεν ἡ καρδιά στόν τόπο της. Τό ὠνομάσαμεν Ἀννιώ, τό ἴδιο τό ὄνομα πού εἶχε τό σχωρεμένο, γιά νά μήν ποφαίνεται πώς μᾶς λείπει κανείς ἀπό τό σπίτι. — Ευχαριστῶ σε, Θεέ μου! ἔλεγα νύχτα καί μέρα. Εὐχαριστῶ σε ἡ ἁμαρτωλή, πού ἐσήκωσες τήν ἐντροπή καί ἐξάλειψες τήν ἁμαρτία μου!»
Γεώργιος Βιζυηνός, «Το αμάρτημα της μητρός μου»

Θαμιστική αφήγηση: Με τη χρήση κυρίως Παρατατικού ο αφηγητής παρουσιάζει μία φορά γεγονότα που γίνονταν κατ’ επανάληψη στο παρελθόν.
Αφηγηματική λειτουργία: Μέσω της θαμιστικής αφήγησης ο αφηγητής κατορθώνει να φανερώσει τη «ρουτίνα» των κεντρικών προσώπων ή καταστάσεις που βίωναν για μεγάλα διαστήματα, χωρίς να χρειαστεί να επαναλάβει τα ίδια γεγονότα στο πλαίσιο της αφήγησης.
Παράδειγμα: «Κι έτσι, ο μικρούλης Χανς περνούσε τον καιρό του δουλεύοντας στον κήπο του. Την άνοιξη, το καλοκαίρι και το φθινόπωρο ήταν πολύ ευτυχισμένος, όταν όμως ερχόταν ο χειμώνας και δεν είχε καρπούς ή λουλούδια να πουλήσει, υπέφερε πολύ από το κρύο και την πείνα, και συχνά αναγκαζόταν να πηγαίνει για ύπνο έχοντας φάει μονάχα μερικά ξερά αχλάδια ή τίποτα σκληρά καρύδια. Κι ακόμα, το χειμώνα υπέφερε από μοναξιά, γιατί ο μυλωνάς ποτέ δεν ερχόταν να τον δει.»
Όσκαρ Ουάιλντ, «Ο πιστός φίλος»

ε) Ο αφηγητής παρουσιάζει τα γεγονότα με συγκεκριμένη εστίαση κάθε φορά: όταν ο αφηγητής ξέρει περισσότερα από τα πρόσωπα-ήρωες της αφήγησης, τότε η εστίαση ονομάζεται μηδενική («παντογνώστης αφηγητής») ∙ όταν ο αφηγητής ξέρει όσα και ένα πρόσωπο-ήρωας της αφήγησης, τότε η εστίαση ονομάζεται εσωτερική· όταν ο αφηγητής ξέρει λιγότερα από τα πρόσωπα-ήρωες της αφήγησης, τότε η εστίαση ονομάζεται εξωτερική.

Αφήγηση με μηδενική εστίαση: Σε μια τέτοια αφήγηση ο αναγνώστης έχει πρόσβαση σε κάθε πιθανή πληροφορία είτε αυτή αφορά τις σκέψεις των ηρώων είτε των γεγονότων. Ο αφηγητής είναι παντογνώστης και γνωρίζει περισσότερα από οποιοδήποτε πρόσωπο της ιστορίας. Είναι σαν να παρακολουθεί όσα συμβαίνουν από ψηλά, βλέποντας και γνωρίζοντας τα πάντα. Υπ’ αυτή την έννοια ο αφηγητής γνωρίζει περισσότερα απ’ όσα ξέρει οποιοδήποτε από τα πρόσωπα της ιστορίας.
Παράδειγμα: «O Τζιριτόγιωργας εκοίταζεν αφαιρεμένος ένα με τ’ άλλο τα κρεμασμένα τρόπαια και σεβασμός άμετρος επλημμύριζε την καρδιά του και τα στήθη του εβάρυναν, σαν μυλόπετρα, στην προγονικήν εκείνη δόξα. Σαν πουλάρι ασέλωτο που γοργοτρέχει στον κάμπο, έτρεχεν ο νους του γεροζήτουλα στα περασμένα κι έβλεπε ένα με τον άλλον τους προγόνους αφανισμένους από την κακοπάθεια και αγνώριστους από την ψευτιά. Πόσα υπόφεραν οι δύστυχοι, για να φέρουν εκεί που έφεραν την οικογένειά τους! Ξυλιές έφαγαν, δαγκώματα μαντρόσκυλων εβάσταξαν, κλότσους αλόγων, σπρωξιές και γροθοκοπήματα μεθυσμένων.»
Ανδρέας Καρκαβίτσας, «Ο Ζητιάνος»

Αφήγηση με εσωτερική εστίαση: Η θέαση της ιστορίας είναι περιορισμένη και ανήκει σε ένα από τα πρόσωπα του έργου. Η εστίαση αυτού του είδους μπορεί να είναι: «σταθερή», με το σύνολο του αφηγηματικού υλικού να δίνεται από ένα μόνο πρόσωπο, «μεταβλητή», με εναλλαγή των προσώπων που αφηγούνται, και «πολλαπλή», με το ίδιο γεγονός να παρουσιάζεται από διάφορα πρόσωπα της ιστορίας.
Παράδειγμα: «Σήμερα είναι τα γενέθλιά μου, συμπληρώνω μισό αιώνα. Ίσως το απόγευμα έρθουν φίλοι να μας επισκεφτούν, εδώ ο κόσμος έρχεται χωρίς να προειδοποιεί, είναι ένα σπίτι ανοιχτό, όπου οι ζωντανοί και οι πεθαμένοι βαδίζουν πιασμένοι από το χέρι. Το αγοράσαμε εδώ και χρόνια, όταν ο Γουίλλι κι εγώ καταλάβαμε πως ο κεραυνοβόλος έρωτάς μας δεν έδειχνε να μειώνεται και χρειαζόμασταν ένα σπίτι πιο μεγάλο από το δικό του.»
Ιζαμπέλ Αλιέντε, «Πάουλα»

Αφήγηση με εξωτερική εστίαση: Σε αυτού του είδους την αφήγηση ο αφηγητής «λέει» λιγότερα από όσα πιθανώς γνωρίζει κάποιο από τα αφηγηματικά πρόσωπα, ως εκ τούτου, οι ήρωες της ιστορίας δρουν χωρίς ο αναγνώστης να έχει πρόσβαση στις σκέψεις ή στις προθέσεις τους. Πρόκειται για ένα είδος αφήγησης που επιλέγεται σε αστυνομικά μυθιστορήματα και έργα μυστηρίου, στο πλαίσιο της οποίας δίνονται περιορισμένες πληροφορίες στον αναγνώστη. Υπάρχει συνήθως εξωτερική περιγραφή των γεγονότων, χωρίς αναφορά στα κίνητρα, τις σκέψεις ή τα συναισθήματα των ηρώων.
Παράδειγμα: - Υπάρχει καμιά άλλη περίπτωση εκτός απ’ την αυτοκτονία; πρόφερε επιφυλακτικά ο δόκτωρ Άρμστρονγκ.
Ένας-ένας οι άλλοι κούνησαν αρνητικά το κεφάλι. Δεν ήξεραν ποια άλλη εξήγηση θα μπορούσαν να δώσουν. Και οι ίδιοι είχαν πιει από το ουίσκι. Είχαν δει με τα μάτια τους τον Άντονυ Μάρστον να πλησιάζει και να γεμίζει το ποτήρι του. Συνεπώς ήταν ο μόνος που θα μπορούσε να είχε ρίξει το δηλητήριο μέσα στο ποτό του. Αλλά όμως... τι ήταν αυτό τάχα που τον υποχρέωσε να αυτοκτονήσει;
Agatha Christie «Δέκα μικροί νέγροι»

Σημειώσεις:
- Ως ιστορία εννοείται μια γραμμική ακολουθία κάποιων γεγονότων (π.χ. οι περιπέτειες της επιστροφής του Οδυσσέα στην Ιθάκη) και ως αφήγηση εννοείται η κειμενική διευθέτηση των γεγονότων (π.χ. η Οδύσσεια).
- Ο όρος αφηγητής χρησιμοποιείται στα αφηγηματικά κείμενα, ενώ ο όρος ποιητικό υποκείμενο χρησιμοποιείται στα ποιητικά κείμενα. Με τους όρους αυτούς δηλώνεται αυτός που εκφέρει τον λόγο.

Το είδος του αφηγητή, όπως κι ο τρόπος διαχείρισης του χρόνου, ενδέχεται, κατά περίπτωση, να έχουν ιδιαίτερη σημασία για την ανάδειξη του θέματος και δεν γίνεται, άρα, να μη ληφθούν υπόψη κατά τη διαδικασία της ερμηνείας.
Μια αναδρομική αφήγηση, για παράδειγμα, ενδέχεται να καθοδηγεί την προσοχή του αναγνώστη σ’ ένα γεγονός ουσιώδους σημασίας για την κατανόηση του κεντρικού θέματος, Κατά τον ίδιο τρόπο, μια επιβράδυνση στην αφήγηση -είτε με τη χρήση περιγραφών είτε με τη χρήση σχολίων- ενδέχεται να αξιοποιείται για να δοθεί έμφαση ακριβώς στο καίριο για τον αφηγητή θέμα.

Εφαρμογή
Στο ακόλουθο κείμενο, για παράδειγμα, το είδος του αφηγητή έχει ιδιαίτερη σημασία ως κειμενικός δείκτης για την ανάδειξη του θέματος, εφόσον εκτός από το γεγονός ότι πρόκειται για έναν πρωτοπρόσωπο αυτοδιηγητικό αφηγητή, που προσδίδει στην αφήγηση την εγκυρότητα και την αλήθεια προσωπικού βιώματος, είναι συνάμα ένας αναξιόπιστος αφηγητής. Πρόκειται για μια κρίσιμη πτυχή του κειμένου, υπό την έννοια πως η ηρωίδα-αφηγήτρια έχοντας βιώσει την πολλαπλώς τραυματική εμπειρία ενός ομαδικού βιασμού, δεν είναι σε θέση να αντιληφθεί μήτε η ίδια την έκταση του ψυχικού της τραύματος. Θα χρειαστεί, έτσι, να παρέμβει η μητέρα της ηρωίδας για να αποκαλυφθούν σε όλο τους το εύρος οι συνέπειες αυτού του βιώματος στη συναισθηματική και νοητική κατάσταση της νεαρής κοπέλας.
Στο ίδιο αυτό κείμενο προσέχουμε τη σημασία που έχει το συγκείμενο, εφόσον ο «διορθωτικός βιασμός» αποτελεί μια βάρβαρη αντίληψη που χαρακτηρίζει την κοινωνία της Νοτίου Αφρικής και φανερώνει τον πλαίσιο αρχών και το άγραφο δίκαιο του συγκεκριμένου τόπου. Παραλλήλως, διαπιστώνουμε πώς ένα σύνηθες εκφραστικό μέσο, αυτό των ρητορικών ερωτημάτων, αξιοποιείται προκειμένου να καταγραφεί η απόγνωση, η οργή κι η συναισθηματική συντριβή της ηρωίδας.

Το νυχτολούλουδο
Η Μασετσάμπα, μια νεαρή γιατρός στη Νότια Αφρική, θα ξεκινήσει μια διαδικτυακή διαμαρτυρία για την εντεινόμενη ξενοφοβία στη χώρα της, προκαλώντας, ωστόσο, την οργή ορισμένων συμπατριωτών της. Λίγες μέρες μετά θα πέσει θύμα ομαδικού βιασμού. Ενός «διορθωτικού βιασμού», σύμφωνα με την αντίληψη της τοπικής κοινωνίας.

Που ήσουν όταν συνέβη αυτό; Μήπως παρακολουθούσες; Ζάρωσες, άραγε, απ’ το φόβο Σου; Έκλαψες; Το ήξερες από την αρχή; Καθώς έπλενα το πρόσωπό μου και βούρτσιζα τα δόντια μου, διάλεγα τα εσώρουχά μου και φορούσα τα ρούχα του χειρουργείου, ήξερες άραγε ήδη πως αργότερα θα μου τα ξέσκιζαν, πως η γλώσσα μου θα σκιζόταν και το μπροστινό μου δόντι θα έσπαγε;
Με λυπήθηκες καθόλου, Θεέ;
Πόσον καιρό το ήξερες; Από προχτές ή αντιπροχτές; Από τα έβδομα γενέθλιά μου ή απ’ τη μέρα που γεννήθηκα; Κι όλο αυτό το διάστημα, καθώς χασκογελούσα και γελούσα κι έσβηνα κεράκια πάνω σε τούρτες, ήξερες ότι θα το έβρισκα μπροστά μου και δεν έκανες τίποτα;
Και αν νοιάζεσαι, επειδή έτσι ισχυρίζεσαι, μήπως παρακολουθούσες; Τα πάντα; Από την αρχή μέχρι το τέλος; Με τα μάτια διάπλατα ανοιχτά; Δεν ένιωσες για μένα έναν κόμπο στο στομάχι Σου, ένα σφίξιμο στο λαιμό Σου; Για μένα, το τέκνο Σου; Τους παρακολουθούσες να με βιάζουν και δεν αντέδρασες, δεν αντέδρασες καν. Εσύ, Θεέ, τους παρακολουθούσες να με ξεσκίζουν, να με μοιράζουν ανάμεσά τους, κι Εσύ στεκόσουν και κοίταζες;
Ή μήπως έτρεξε να κρυφτείς; Δεν είδες τίποτε απ’ όλ’ αυτά; Μόνο πήρε κάτι τ’ αυτί Σου αργότερα;
Ή μήπως δεν ήσουν εδώ, έλειπες για δουλειές, σώζοντας ζωές κάπου αλλού;
Κι έρχεσαι τώρα και θες να με βοηθήσεις; Τώρα, μετά το συμβάν, θέλεις να με παρηγορήσεις; Πολύ ωραία. Ωραιότατα.
Να φύγεις!
Γιατί θέλεις να μας βλέπεις να ταπεινωνόμαστε; Γιατί πρέπει πρώτα να σπάμε σ’ εκατομμύρια κομμάτια προτού μας σηκώσεις από κάτω; Γιατί πρέπει πρώτα να μας τσακίζουν προτού αντιδράσεις; Γιατί πρέπει να προσευχόμαστε για αυτονόητα πράγματα; Δεν ήταν αυτονόητο ότι Σε είχα ανάγκη για να με σώσεις;
Να φύγεις! […]
Καμιά φορά, όταν ξεχνιέμαι, όταν παρασύρομαι χωρίς να σκέφτομαι τίποτα, μια ανάσα στον αυχένα μου με κάνει ν’ αναπηδήσω τρομαγμένη, μια ανάσα σαν αυτή που ένιωσα πάνω μου προτού με αρπάξουν από πίσω και με αναγκάσουν να πέσω στο πάτωμα. Βάζω τις φωνές. Η μαμά λέει πως είναι απλώς ένα αεράκι, πως οι πόρτες, τα κάγκελα στα παράθυρα και η αυλόπορτα είναι όλα κλειδωμένα, και πως εδώ μέσα κανείς δεν μπορεί να με πειράξει. Όμως αυτή η ανάσα καταφέρνει με κάποιον τρόπο και μπαίνει, κάτω από την πόρτα, μέσ’ από τα κάγκελα των παραθύρων, πάνω από την αυλόπορτα. Τη νιώθω ζεστή και υγρή στο λαιμό μου. Λέω στη μαμά ότι πρέπει να πάψει να μου φέρνει όλες αυτές τις εφημερίδες και να τις χρησιμοποιήσει για να φράξει τα παράθυρα, τις πόρτες, τις τρύπες στους τοίχους. Αλλά εκείνη θυμώνει όταν μιλάω έτσι. Λέει ότι δεν θα μ’ αφήσει να παραδώσω το μυαλό μου στην τρέλα. […]
Είπε ότι ξέρει πως δεν παίρνω τα χάπια μου. Είπε ότι έχω κάνει ήδη τόσο δρόμο και με παρακάλεσε να μην ενδώσω.
«Να μην ενδώσω σε τι, μαμά;»
«Στην τρέλα, Μασετσάμπα.»
«Ποια τρέλα, μαμά;»
«Την τρέλα, Μασετσάμπα, την τρέλα που σου έχει κάνει όλα αυτά τα πράγματα. Την τρέλα που έχει κλέψει το παιδί μου. Την τρέλα που έχει κλέψει τη ζωή σου. Την τρέλα που σε κάνει να κάθεσαι σ’ έναν κουβά, να σκουπίζεσαι μ’ εφημερίδες, να καλύπτεις το πάτωμα και τους τοίχους με αίμα. Την τρέλα που σε σκοτώνει, Μασετσάμπα. Την τρέλα που θα με σκοτώσει».

Kopano Matlwa «Το νυχτολούλουδο», Εκδόσεις Ίκαρος, 2018

Ερμηνευτικό σχόλιο
Ποιο, κατά τη γνώμη σας, είναι το κύριο θέμα του κειμένου; Να το παρουσιάσετε και να το σχολιάσετε λαμβάνοντας υπόψη σας τους κύριους κειμενικούς δείκτες, καθώς και τα στοιχεία συγκειμένου. (150-200 λέξεις)

Το θέμα που αναδεικνύεται στο συγκεκριμένο απόσπασμα είναι ο συντριπτικός αντίκτυπος που έχει στην ψυχολογία και στη νοητική κατάσταση της ηρωίδας ο βιασμός της. Η πράξη αυτή που αποτελεί μία από τις πλέον αποτρόπαιες μορφές βίας, γίνεται αποδεκτή στην τοπική της κοινωνία ως μέσο συνετισμού των γυναικών, όταν εκείνες δρουν κατά τρόπο αταίριαστο στο φύλο τους ή κατά τρόπο που προκαλεί ενόχληση στους άλλους πολίτες. Η αφηγήτρια-ηρωίδα μέσα από συνεχή ερωτήματα που θέτει στον Θεό, φέρνει στο φως την αγωνία, το φόβο, την αγανάκτηση και τη βαθιά οδύνη που της προκάλεσε το τραγικό αυτό βίωμα. Έχει, μάλιστα, ιδιαίτερη σημασία πως ούτε καν η ίδια δεν αντιλαμβάνεται πόσο βαθιά έχει επηρεαστεί, αφού χωρίς καν να το συνειδητοποιεί έχει χάσει τον έλεγχο των πράξεών της. Η άγνοια αυτή, που δηλώνεται με την αξιοποίηση ενός «αναξιόπιστου» αφηγητή, λειτουργεί αφυπνιστικά για τους αναγνώστες.
Πρόκειται, κατά τη γνώμη μου, για ένα εξαιρετικά σημαντικό θέμα, καθώς η απεχθής αυτή μορφή βίας έχει σοβαρότατο αντίκτυπο στη ζωή του θύματος. Το πληγώνει, άλλωστε, όχι μόνο σωματικά, αλλά και ψυχικά, στερώντας του, μεταξύ άλλων, τη δυνατότητα να νιώθει ασφάλεια, και εξαναγκάζοντάς το να ζει υπό το διαρκή φόβο μιας επικείμενης απειλής. Του στερεί, επιπλέον, τη δυνατότητα να διαμορφώσει στην πορεία υγιείς σχέσεις, αφού το θύμα αδυνατεί πλέον να εμπιστευτεί τους άλλους ανθρώπους. 
[Λέξεις: 213]

7. Δομή/πλοκή
Είναι ο τρόπος με τον οποίο συντίθεται ένα ποιητικό ή αφηγηματικό έργο, ώστε το τελικό κείμενο να αποτελεί ένα οργανωμένο και αισθητικά αποτελεσματικό σύνολο.
Στα ποιητικά κείμενα, η δομή συνίσταται στην κατασκευή και τη στιχουργική τους (στροφικότητα, ομοιοκαταληξία/ελεύθερος στίχος, μέτρο/ρυθμός). Με τη μελέτη της δομής του ποιήματος φωτίζονται το νόημα, το συναίσθημα, ο τόνος και η πρόθεσή του.

Στα αφηγηματικά κείμενα, η δομή συνίσταται στον τρόπο με τον οποίο οργανώνονται τα γεγονότα της ιστορίας σε μια συγκεκριμένη σειρά (πλοκή). Υπάρχει μεγάλη ποικιλία στον τρόπο οργάνωσης και διευθέτησης της πλοκής. Ένα παράδειγμα είναι η αριστοτελική σειρά «αρχή-μέση-τέλος» (ή διαφορετικά: «αρχή και δέση, σταδιακή εξέλιξη και, τέλος, η λύση»). Η σύγχρονη αφηγηματολογία μάς εφοδιάζει με άλλες τυπολογίες συνδυασμών της πλοκής, που ονομάζονται λειτουργικά σχήματα. Ένα παράδειγμα είναι το σχήμα «αρχική κατάσταση, διαδικασία μετασχηματισμού (πρόκληση-δράση-τίμημα), τελική κατάσταση».
Βασικός μοχλός εξέλιξης της πλοκής είναι η δράση των χαρακτήρων (οι επιθυμίες, τα κίνητρα της δράσης τους, οι συγκρούσεις με το περιβάλλον, εμπόδια στην εκπλήρωση των επιθυμιών τους, καθώς και η τελική έκβαση της δράσης). Ό,τι δίνει ώθηση στην ιστορία ονομάζεται «στοιχείο πλοκής». Η εξέταση της δομής, του τρόπου δηλαδή οργάνωσης μιας αφήγησης, υποστηρίζει την ερμηνεία.

Σε ένα πεζό κείμενο ή σε ένα ποίημα αφηγηματικού χαρακτήρα, άλλωστε, πολλές φορές η πλοκή -ο τρόπος με τον οποίο ο δημιουργός συνθέτει τα γεγονότα- αξιοποιείται προκειμένου να τονιστεί το θέμα του κειμένου. Ο Κωνσταντίνος Καβάφης, για παράδειγμα, σε πολλά ποιήματά του συνηθίζει να παρουσιάζει στο τέλος τους μια πλήρη ανατροπή των δεδομένων, προκειμένου να καταστήσει εμφανές το πόσο εύκολα διαψεύδονται οι προσδοκίες των ανθρώπων και το πόσο απροετοίμαστοι είναι να διαχειριστούν τις αιφνίδιες αυτές αλλαγές. Σε ένα τέτοιο κείμενο, οπότε, η ερμηνεία του θέματος δεν μπορεί να γίνει χωρίς να ληφθεί υπόψη η πλοκή της ιστορίας.

8. Χαρακτήρες/πρόσωπα
Είναι τα πλασματικά πρόσωπα που συναντάμε στα λογοτεχνικά έργα, κυρίως στα πεζογραφικά και τα θεατρικά. Στα αφηγηματικά έργα οι χαρακτήρες αναπαριστώνται με τη δράση και τα λόγια τους, τις σχέσεις που αναπτύσσουν με άλλους χαρακτήρες, το πώς οι άλλοι τους βλέπουν, με την κατανόηση της ονοματοδοσίας τους και με την περιγραφή ή και τα σχόλια του αφηγητή. Για να παρακολουθήσει ο αναγνώστης/η αναγνώστρια την εξέλιξη ενός χαρακτήρα στην πορεία της πλοκής, μπορεί να αναζητήσει τις επιθυμίες και τα κίνητρα της δράσης του, την τακτική που ακολουθεί, την ηθική διαδρομή του, τις καταστάσεις ή τα πρόσωπα με τα οποία συνεργάζεται ή συγκρούεται για να πετύχει τον στόχο του. Ο κεντρικός χαρακτήρας μέσα από τον οποίο παρακολουθούμε την πλοκή ονομάζεται πρωταγωνιστής. Σε σύγχρονες αφηγήσεις υπάρχουν πολλοί πρωταγωνιστές, και τα πρόσωπα συμπληρώνουν το ένα το άλλο.
Σε ένα πεζό κείμενο οι πρωταγωνιστικοί χαρακτήρες είναι φορείς συγκεκριμένων αξιών ή αντιλήψεων και δρουν υπό την επίδραση των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών της εποχής τους ή των προσωπικών τους βιωμάτων. Αν, επομένως, στόχος του συγγραφέα είναι να αναδείξει ένα θέμα σχετικό με τις αρχές, τις αξίες ή τις επιδιώξεις των ανθρώπων, θα το επιτύχει αυτό μέσα από τις πράξεις ή τις απόψεις των ηρώων του κειμένου. Η ερμηνεία κατ’ επέκταση του θέματος δεν μπορεί να γίνει χωρίς να ληφθούν υπόψη οι χαρακτήρες του έργου κι η δράση τους.

Εφαρμογή (πλοκή & χαρακτήρες ως βασικοί κειμενικοί δείκτες)

Θεόδωρος Γρηγοριάδης, Μικρού μήκους

Η πύλη άνοιξε αργά. Μπορεί κι αυτουνού να του φάνηκε ότι όλα γίνονταν σε αργή κίνηση. Είχε συνηθίσει να βλέπει τον κόσμο με κινηματογραφική ματιά, το είχε σπουδάσει, μόνο που δεν είχε καταφέρει ακόμη να γυρίσει την πρώτη του ταινία. Μια ταινιούλα μικρού μήκους είχε κατορθώσει να φτιάξει, κι εκείνη δεν έφτασε ούτε στο φεστιβάλ νέων δημιουργών της Δράμας. Μπα, δεν ήταν γκαντεμιά τωρινή, αυτή την κουβάλαγε χρόνια, από τότε. Από κείνον που θα έβγαινε σε λίγο από την πύλη των φυλακών.
Οι Αγροτικές Φυλακές. Επίτηδες, λες, φτιαγμένες έξω από την πόλη, σε μια στεπώδη ανοιχτωσιά. Γκρίζο χώμα, ακαλλιέργητο, κάτι παλιά εργοστάσια επεξεργασίας μετάλλων είχαν αφήσει πίσω τους ερείπια και μολυσμένα υπεδάφη. Οι κτιριακές εγκαταστάσεις μοναχικές, στο πουθενά, σαν να τελείωνε κάπου εκεί η ζωή και αμέσως παραπέρα ν’ άρχιζε το τίποτε.
Πως να ’ταν άραγε αυτός που είχε αρνηθεί να τον δει είκοσι ολόκληρα χρόνια; Και γιατί έπρεπε να τον δει; Να τον φορτωθεί; Να φορτωθεί τις δικές του τύψεις; Πιο λογικό ακουγόταν να μην τον συναντήσει ποτέ. Τα γράμματά του λίγα. Επίσκεψη καμιά, και ας επέμενε η γιαγιά Ντρούσκα, λίγο πριν πεθάνει, ότι έπρεπε να τον συγχωρέσει και να τον δει από κοντά. Δικός της γιος ήταν ο δολοφόνος, αν ήταν μάνα της νύφης, ποιος ξέρει αν θα αντιδρούσε έτσι για τον φονιά.
Η δοκιμασία, μέχρι να αποφασίσει να συναντήσει τον αποφυλακισμένο πατέρα του, κράτησε μήνες. Τελικά το αποδέχτηκε και ήρθε. Τουλάχιστον ας τον κατέβαζε μέχρι την πόλη κι ας τον άφηνε στην καινούρια του ζωή, όση του απέμενε.
Η πύλη άνοιγε. Η κάμερα στα χέρια του. Ο άνθρωπος που έβγαινε κρατούσε ένα σακ βουαγιάζ. Το συννεφόκαμα του έφερνε πρόσκαιρη τύφλωση στα μάτια – εκεί μέσα δεν χρειάζονταν γυαλιά.
«Καλημέρα» του είπε.
«Καλημέρα, παλικάρι μου» είπε ο αποφυλακισμένος, ζαρωμένος, ευνουχισμένος. Τελειωμένος. «Τι κρατάς στα χέρια σου, γιέ μου;»
«Μια κάμερα. Θέλω να γράψω τη ζωή σου, αρχίζοντας από τη μέρα που βγήκες».
«Τι τη θέλεις τη ζωή μου» αναρωτήθηκε χωρίς να περιμένει απάντηση. «Την έφαγα. Μαζί μ’ εκείνη».
Ο γιος τραβούσε συνεχώς υλικό.
«Γι’ αυτό ήρθες να με υποδεχτείς, Τάσο; Για να με κάνεις ταινία;»
«Αυτό σπούδασα, πατέρα».
«Σπούδασες πώς να προδίνεις τη ζωή των άλλων;»
Ο αποφυλακισμένος προχωρούσε προς τη στάση των λεωφορείων. Κάθε μία ώρα περνούσε ένα λεωφορείο του ΚΤΕΛ. Δεν έβλεπε στα μάτια τον γιο του, γιατί δεν μπορούσε, ο άλλος είχε φροντίσει να φορέσει τα μάτια του φακού.
«Γιατί τη σκότωσες;»
«Αυτό ήρθες να μάθεις από μένα; Είκοσι χρόνια έμεινα εκεί μέσα στους γ... τοίχους για να το ξεχάσω».
« Έχεις δίκιο. Η μάνα δεν ξεχνιέται».
«Σωστά. Σταμάτα να με φωτογραφίζεις!»
«Σε κινηματογραφώ».
«Θες να μάθεις γιατί τη σκότωσα; Δεν σου είπε η γιαγιά σου, η κοινωνία η σωστή δεν σου το πρόλαβε το μυστικό;»
«Τί να προλάβει;»
«Γιατί τη σκότωσα».
«Γιατί είσαι παρανοϊκός και τη ζήλευες».
Ο αποφυλακισμένος άντρας σταμάτησε ξαφνικά και στάθηκε μπροστά στον άνθρωπο-κάμερα.
«Δεν θα σου τη σπάσω τη μηχανή, μπάσταρδε. Εξαιτίας σου τη σκότωσα. Γράψ’ το αυτό. Για την τιμή μου. Και, αν τολμάς, δείξε την ταινία σου και στην τηλεόραση. Και ύστερα ψάξε να βρεις ποιανού παιδί είσαι».
Το πλάνο άδειαζε καθώς ο άντρας έφευγε από τη μέση και στη θέση του φανερωνόταν το κενό, πίσω από τα ερείπια, πίσω από τα φυλαγμένα κτίρια, το πιο ακατοίκητο κενό.

Γρηγοριάδης, Θ. (2007). Χάρτες. Εβδομήντα ιστορίες, Αθήνα: Πατάκης.

Να παρουσιάσετε το θέμα του κειμένου (150-200 λέξεις), όπως το αντιλαμβάνεστε εσείς, λαμβάνοντας υπόψη τους σχετικούς κειμενικούς δείκτες (χαρακτήρες, πλοκή).

Στο επίκεντρο του διηγήματος τίθεται η κρίσιμη σημασία που έχει η επίγνωση της ταυτότητας του ατόμου⸱ θέμα που αναδεικνύεται με ιδιαίτερα εμφατικό τρόπο μέσα από την εμπειρία του κεντρικού ήρωα της ιστορίας, τη μητέρα του οποίου δολοφόνησε ο πατέρας του είκοσι χρόνια πριν. Με αφορμή την αποφυλάκιση του πατέρα ο ήρωας-γιος αποφασίζει να τον παραλάβει από τις αγροτικές φυλακές. Η απόφαση αυτή δεν του ήταν εύκολη, αφού θεωρούσε μάταιη μια τέτοια συνάντηση (Και γιατί έπρεπε να τον δει; Να τον φορτωθεί; Να φορτωθεί τις δικές του τύψεις;). Ο πατέρας μοιάζει να μην έχει πια καμία θέση στη ζωή του ήρωα, σαν να μην έχει καν σημασία η ύπαρξή του.
Η ανατροπή, ωστόσο, έρχεται όταν ο πατέρας αποκαλύπτει στον ήρωα πως δεν είναι γιος του και πως γι’ αυτή ακριβώς την απιστία σκότωσε τη μητέρα του. Έτσι, εντελώς απροσδόκητα ο ήρωας συνειδητοποιεί πως αγνοεί την ίδια του την ταυτότητα, αφού δεν γνωρίζει ποιος είναι ο πραγματικός του πατέρας. Έρχεται κατ’ αυτό τον τρόπο αντιμέτωπος μ’ ένα πρωτόγνωρο και συνταρακτικό αίσθημα κενού στην ψυχή του. Η απρόθυμα αποφασισμένη συνάντηση με εκείνον, που φαινόταν να μην έχει πια σημασία για τον ήρωα, γίνεται αίφνης αφορμή για την πλήρη ψυχική του άλωση, αφού απομένει ένα άτομο χωρίς πραγματική γνώση της ταυτότητάς του.
[Λέξεις: 208]

9. Τίτλος
Ο τίτλος ενός κειμένου -ιδίως ποιητικού- λειτουργεί συχνά ως ο κειμενικός εκείνος δείκτης που φανερώνει στον αναγνώστη, αν όχι το ίδιο το θέμα, τουλάχιστον την οπτική από την οποία θα πρέπει να αντικρίσει το περιεχόμενο του ποιήματος/κειμένου, ώστε να αναγνωρίσει ασφαλέστερα τις προθέσεις του δημιουργού.
Ο τίτλος, για παράδειγμα, του ποιήματος της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ που ακολουθεί, αποτελεί μια ερμηνευτική παρατήρηση που επιτρέπει στον αναγνώστη να αντιληφθεί καλύτερα το περιεχόμενό του.

«Αναποφάσιστο και το ένστικτο επιβίωσης»

Τα δέντρα όσο μεγαλώνουν
τόσο λιγότερο ουρανό βλέπω
ώσπου να γίνω κι εγώ ουρανός
και να τα κοιτάω από ψηλά.
Συναισθήματα-αέρηδες
μπαινοβγαίνουν μέσα μου
σκέφτομαι τη μακρόχρονη ζωή
και φοβάμαι μη μείνω και πονέσω
αλλά και αν από φόβο για τον πόνο φύγω
της μέρας το πρωινό αεράκι θα χάσω.

Όπως επισημαίνεται στον τίτλο του ποιήματος, το ένστικτο επιβίωσης της ποιήτριας είναι «αναποφάσιστο», αφού από τη μία σκέφτεται πως δεν θέλει να γνωρίσει τον πόνο που συνοδεύει τη μακρόχρονη ζωή κι από την άλλη αναλογίζεται πως αν φύγει φοβούμενη τον πόνο, θα στερηθεί τις απλές ομορφιές της ζωής, όπως είναι το πρωινό αεράκι. Υπό κανονικές συνθήκες το ένστικτο αυτό θα έπρεπε να αποτρέπει το άτομο από σκέψεις σχετικά με τον άκαιρο ή πρόωρο θάνατό του, επιβάλλοντάς του μια πείσμονα θέληση για ζωή. Στην προκειμένη περίπτωση, ωστόσο, το ίδιο το ένστικτο λειτουργεί αμφίθυμα, εφόσον θέτει υπόψη της τις συνέπειες που έχει μια μακρόχρονη ζωή στη σωματική και ψυχική υγεία του ατόμου. 

10. Σύμβολα
Η αξιοποίηση συμβόλων επιτρέπει στους ποιητές να διευρύνουν κατά πολύ το νοηματικό εύρος του κειμένου τους, εφόσον με την ανάδειξη ενός προσώπου, ενός τόπου ή κάποιου άλλου συγκεκριμένου στοιχείου ως μέσου έκφρασης και συμβολισμού μιας αφηρημένης έννοιας, ξεπερνούν τους περιορισμούς που θέτει η σύντομη έκταση ενός ποιήματος και επιτυγχάνουν να υποδηλώσουν με επιγραμματικό τρόπο πυκνά και πλούσια νοήματα.
Στο ποίημα, για παράδειγμα, «Ἀπολείπειν ὁ Θεός Ἀντώνιον» του Κωνσταντίνου Καβάφη, τόσο ο ήρωας, ο Αντώνιος, όσο και η πόλη, η Αλεξάνδρεια, λειτουργούν ως σύμβολα.

Σάν ἔξαφνα, ὥρα μεσάνυχτ’, ἀκουσθεί
ἀόρατος θίασος νά περνᾶ
μέ μουσικές ἐξαίσιες, μέ φωνές –
τήν τύχη σου πού ἐνδίδει πιά, τά ἔργα σου
πού ἀπέτυχαν, τά σχέδια τῆς ζωῆς σου
πού βγῆκαν ὅλα πλάνες, μή ἀνωφέλετα θρηνήσεις.
Σάν ἕτοιμος ἀπό καιρό, σά θαρραλέος,
ἀποχαιρέτα την, τήν Ἀλεξάνδρεια πού φεύγει.
Προ πάντων νά μή γελασθεῖς, μήν πεῖς πως ἦταν
ἕνα ὄνειρο, πώς ἀπατήθηκεν ἡ ἀκοή σου∙
μάταιες ἐλπίδες τέτοιες μήν καταδεχθεῖς.
Σάν ἕτοιμος ἀπό καιρό, σά θαρραλέος,
σάν που ταιριάζει σε πού ἀξιώθηκες μιά τέτοια πόλι,
πλησίασε σταθερά πρός τό παράθυρο,
κι ἄκουσε μέ συγκίνησιν, ἀλλ’ ὄχι
με τῶν δειλῶν τά παρακάλια και παράπονα,
ὡς τελευταία ἀπόλαυσι τούς ἤχους,
τά ἐξαίσια ὄργανα τοῦ μυστικοῦ θιάσου,
κι ἀποχαιρέτα την, τήν Ἀλεξάνδρεια πού χάνεις.

Όταν ο ποιητής προτρέπει τον Αντώνιο να αποχαιρετήσει την Αλεξάνδρεια που χάνει, εννοεί ότι θα πρέπει να αποδεχτεί το γεγονός ότι ήρθε η στιγμή που θα χάσει όλα όσα έχει αποκτήσει στη ζωή του με πολλούς αγώνες. Η Αλεξάνδρεια, επομένως συμβολίζει, όλα τα αγαθά που κάποιος έχει αποκτήσει, αλλά πολύ περισσότερο καθετί που αποτελεί το πολυτιμότερο όνειρο ενός ανθρώπου, το οποίο για κάποιο διάστημα κατάφερε να το υλοποιήσει και πλέον το χάνει. Η Αλεξάνδρεια γίνεται, έτσι, το σύμβολο των πιο σημαντικών αποκτημάτων, αλλά και των προσδοκιών που έχει κάποιος για το μέλλον του.
Ο Αντώνιος, από την άλλη, συμβολίζει κάθε άνθρωπο που έχει επιτύχει σημαντικά πράγματα στη ζωή του και κάποτε έρχεται αντιμέτωπος με την απώλεια όλων αυτών των επιτευγμάτων. Ο ποιητής χρησιμοποιεί ουσιαστικά την ιστορία του Αντώνιου για να απευθυνθεί σε όλους τους ανθρώπους, εφόσον οποιοσδήποτε ενδέχεται να βρεθεί κάποια στιγμή αντιμέτωπος με μια σημαντική απώλεια. Όπως, λοιπόν, προτρέπει τον Αντώνιο να σταθεί στο ύψος του και να αντιμετωπίσει την κατάσταση με αξιοπρέπεια, το ίδιο ακριβώς ζητάει ο ποιητής κι από τους αναγνώστες του. 

11. Τεχνική γραφής
Η τεχνική γραφής που υιοθετείται από τον δημιουργό βρίσκεται κάποτε σε στενή συσχέτιση με το θέμα, εφόσον μέσω αυτής υπηρετείται η ανάδειξή του. Ο συγγραφέας μπορεί να επιλέξει, για παράδειγμα, έναν έντονα μικροπερίοδο λόγο, για να φανερώσει την αναστάτωση ή τη βιασύνη του ήρωα/αφηγητή. Μπορεί, από την άλλη, να επιλέξει μια αμιγώς συνειρμική γραφή, θέλοντας να μεταδώσει την αδυναμία του ήρωα/αφηγητή να συγκεντρωθεί σ’ ένα ζήτημα (π.χ. λόγω της προχωρημένης ηλικίας του) και να υποδηλώσει, έτσι, ουσιώδη στοιχεία για την προσωπικότητά του ή για τη συναισθηματική του κατάσταση.

Στο ακόλουθο ποίημα, για παράδειγμα, του Κωνσταντίνου Καβάφη, ο ποιητής προκειμένου να δημιουργήσει την εντύπωση της ανάγνωσης ενός φθαρμένου επιτύμβιου επιγράμματος από τα πρωτοχριστιανικά χρόνια της Αιγύπτου, χωρίζει αφενός τους στίχους σε δύο μέρη, ώστε να υπηρετείται η αίσθηση του θρυμματισμένου κειμένου, κι αφετέρου συμπληρώνει με αγκύλες τα θραύσματα λέξεων του δυσανάγνωστου επιγράμματος. Με τον τρόπο αυτό υποβάλλει επιτυχώς στον αναγνώστη την αίσθηση πως παρακολουθεί μια δύσκολη διαδικασίας συμπλήρωσης και κατανόησης ενός αποσπασματικού κειμένου, έστω κι αν στην πραγματικότητα το επίγραμμα αυτό είναι δημιούργημα του ίδιου του ποιητή.
Απώτερος στόχος του Καβάφη είναι να αναδειχθεί το γεγονός ότι ο θάνατος ενός νέου ανθρώπου -ο Λεύκιος ήταν μόλις είκοσι επτά ετών- αποτελεί διαχρονικά πηγή μεγάλης οδύνης.

«Εν τω Μηνί Αθύρ»
Με δυσκολία διαβάζω   στην πέτρα την αρχαία.
«Κύ[ρι]ε Ιησού Χριστέ».   Ένα «Ψυ[χ]ήν» διακρίνω.
«Εν τω μη[νί] Aθύρ»        «Ο Λεύκιο[ς] ε[κοιμ]ήθη».
Στη μνεία της ηλικίας   «Εβί[ωσ]εν ετών»,
το Κάππα Ζήτα δείχνει   που νέος εκοιμήθη.
Μες στα φθαρμένα βλέπω   «Aυτό[ν]... Aλεξανδρέα».
Μετά έχει τρεις γραμμές   πολύ ακρωτηριασμένες·
μα κάτι λέξεις βγάζω —   σαν «δ[ά]κρυα ημών», «οδύνην»,
κατόπιν πάλι «δάκρυα»,   και «[ημ]ίν τοις [φ]ίλοις πένθος».
Με φαίνεται που ο Λεύκιος   μεγάλως θ’ αγαπήθη.
Εν τω μηνί Aθύρ   ο Λεύκιος εκοιμήθη.  

Μεθοδολογία σύνταξης ερμηνευτικού σχολίου

1ο βήμα: Εντοπισμός βασικού θέματος/ερωτήματος
Τα λογοτεχνικά κείμενα -ιδίως τα σύγχρονα ποιητικά έργα- διακρίνονται συχνά για την πολυσημία του περιεχομένου τους, γεγονός που καθιστά κάποτε δυσδιάκριτο το κύριο νοηματικό τους κέντρο. Παρά τη δυσκολία στην ερμηνευτική τους προσέγγιση, πάντως, τα πολύσημα κείμενα αφήνουν μεγαλύτερα περιθώρια ελευθερίας στον αναγνώστη να τα κατανοήσει με βάση τις δικές του γνώσεις, εμπειρίες και προσδοκίες. Για το λόγο αυτό, άλλωστε, οι δημιουργοί αποφεύγουν να δίνουν διευκρινίσεις σχετικά με το νόημα των έργων τους, εφόσον σέβονται την αξία των πολλαπλών προσεγγίσεων που προκύπτουν από την απουσία συγκεκριμένων αναγνωστικών κατευθύνσεων.
Σημείωση: Παρατίθενται ακολούθως τέσσερις εφαρμογές σε κείμενα με ένα κεντρικό θέμα και μία εφαρμογή σε κείμενο με δύο διακριτά κεντρικά θέματα. 

Πρώτη ενέργεια για την κατανόηση ενός κειμένου είναι η προσεκτική ανάγνωσή του -αρκετές φορές, αν χρειαστεί-, μέχρι να είμαστε σε θέση να εντοπίσουμε κάποια από τα κύρια θέματα/ερωτήματα που τίθενται σε αυτό.
Κατά τη διαδικασία αυτή σημειώνουμε στο πρόχειρο (ή υπογραμμίζουμε στο κείμενο) λέξεις/φράσεις κλειδιά ή καταγράφουμε πιο αναλυτικά το θέμα ή τα θέματα που, θεωρούμε, ότι προβάλλονται στο κείμενο. Τελικός στόχος είναι να επιλέξουμε το θέμα ή το ερώτημα με τη μεγαλύτερη βαρύτητα, προκειμένου να βασίσουμε σε αυτό το ερμηνευτικό μας σχόλιο.
Ανάλογα με τη διατύπωση του ερωτήματος, ζητούμενο ενδέχεται να είναι το ερώτημα που απορρέει από τον τρόπο που χειρίζεται ο συγγραφέας ή ο ποιητής το θέμα του και τη στάση που κρατά απέναντι σε αυτό.


Προκειμένου η ερμηνεία του κειμένου να είναι ορθότερη οφείλουμε να λάβουμε υπόψη τα στοιχεία συγκειμένου. Τέτοια στοιχεία είναι, μεταξύ άλλων, η χωρο-χρονική τοποθέτηση (πού και πότε εκτυλίσσεται αυτό που διαβάζουμε), οι ιστορικές, κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες του χρόνου συγγραφής, η πολιτεία και το δίκαιό της (άγραφο ή γραπτό), ο πολιτισμός, η κουλτούρα και η θρησκεία, όπως μετουσιώνονται σε διαδεδομένες αντιλήψεις, παραδόσεις και ήθη.
Τα στοιχεία αυτά ενδέχεται να προκύπτουν μέσα από το κείμενο ή να γίνονται αντιληπτά χάρη στις πληροφορίες που παρέχονται στο εισαγωγικό σημείωμα του κειμένου (περικείμενο), σε περίπτωση που το κείμενο συνοδεύεται από εισαγωγικό σημείωμα.

3ο βήμα: Αξιοποίηση κειμενικών δεικτών & κατάλληλων χωρίων του κειμένου
Για να θεωρηθεί το ερμηνευτικό σχόλιο πλήρες, η επιλογή και ο σχολιασμός του κύριου θέματος είναι αναγκαίο να τεκμηριώνονται με αναφορές στο κείμενο (παράθεση στίχων του ποιήματος ή χωρίων του πεζογραφήματος). Με τις παραπομπές στο κείμενο δηλώνουμε σε ποια σημεία του βασίσαμε τις ερμηνευτικές μας επιλογές, ώστε να μη δημιουργείται η εντύπωση πως η ερμηνεία μας είναι ατεκμηρίωτη ή πως δεν προκύπτει με σαφήνεια μέσα από το ίδιο το κείμενο.
Επιπροσθέτως, οφείλουμε να αξιοποιήσουμε τους κειμενικούς δείκτες, προκειμένου να φανερώσουμε πως έχουμε κατανοήσει ποιες είναι οι εκφραστικές εκείνες επιλογές που επιτρέπουν στον δημιουργό να αναδείξει το θέμα του κειμένου του. Προσέχουμε πως σε κάθε κείμενο δεν υπάρχουν όλοι οι πιθανοί κειμενικοί δείκτες, ούτε χρησιμοποιούνται όλοι για την ανάδειξη του κεντρικού θέματος. Οφείλουμε, δηλαδή, να επιλέξουμε εκείνους που έχουν πράγματι άμεση σύνδεση με την παρουσίαση του βασικού θέματος του κειμένου. Επιλέγουμε, άρα, τους κειμενικούς δείκτες από τα σημεία του κειμένου στα οποία γίνεται λόγος για το θέμα που έχουμε επιλέξει -ή μας έχει δοθεί- ως κύριο.

Κειμενικοί δείκτες
- Λογοτεχνικό γένος (π.χ. ποίηση, πεζογραφία)
- Λογοτεχνικό είδος (π.χ. ιστορικό μυθιστόρημα)
- Γλωσσικές επιλογές (π.χ. χρήση α΄ ρηματικού προσώπου, επίθετα κ.ά.)
- Αφηγηματικές τεχνικές & Αφηγηματικοί τρόποι
- Δομή/πλοκή
- Χαρακτήρες/ήρωες (η συμπεριφορά, οι στόχοι, οι αξίες, οι αντιλήψεις τους κ.ά.)
- Εκφραστικά μέσα (π.χ. σχήματα λόγου, εικόνες κ.ά.)
- Ύφος
- Τίτλος
- Τεχνική γραφής
- Σύμβολα
- Στοιχεία θεατρικότητας

4ο βήμα: Διερεύνηση συναισθηματικού κλίματος
Το συναισθηματικό κλίμα ενός κειμένου ενέχει ιδιαίτερη βαρύτητα, καθώς φανερώνει τη στάση/διάθεση του δημιουργού απέναντι στο θέμα που προσεγγίζει. Μπορούμε, δηλαδή, να αντιληφθούμε αν ο δημιουργός στηρίζει μια άποψη, στηλιτεύει μια κατάσταση, αναφέρεται σε κάτι που τον συγκινεί, επιδιώκει να ευαισθητοποιήσει τους αναγνώστες, επιζητά την αποστασιοποίηση και την αντικειμενικότητα, αντικρίζει το θέμα του υποκειμενικά, και πλήθος άλλων νοηματικών διαβαθμίσεων, ακριβώς μέσα από το συναισθηματικό κλίμα του κειμένου.
Ο συγγραφέας/ποιητής υποβάλλει στους αναγνώστες τη δική του στάση απέναντι στο θέμα, χωρίς να χρειαστεί να την εκφράσει λεκτικά ή με σαφή τρόπο, διαμορφώνοντας απλώς το κατάλληλο κάθε φορά συναισθηματικό κλίμα. Υπ’ αυτή την έννοια, μια ερμηνευτική ανάγνωση στην οποία δεν λαμβάνεται υπόψη το συναισθηματικό κλίμα του κειμένου ή αυτό παρερμηνεύεται, είναι άστοχη, εφόσον δεν αποκαλύπτει κατά τρόπο ορθό τη διάθεση του δημιουργού απέναντι στο θέμα του. 

5ο βήμα: Διατύπωση προσωπικής άποψης σχετικά με το θέμα
Η καταγραφή της προσωπικής άποψης του μαθητή αποσκοπεί στο να διαφανεί το «τι σημαίνει για τον ίδιο» το κύριο θέμα του κειμένου. Γίνεται, έτσι, η εφικτή η ανάδυση του «εγώ» και της προσωπικής οπτικής του μαθητή, ως αναγνώστη με τις δικές του αντιλήψεις και πεποιθήσεις.

6ο βήμα: Οργάνωση και γλωσσική έκφραση του ερμηνευτικού σχολίου
Βασικά στοιχεία που πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά τη σύνταξη του ερμηνευτικού σχολίου είναι αφενός η διασφάλιση εσωτερικής συνοχής κι αλληλουχίας, κι αφετέρου η χρήση κατάλληλου λεξιλογίου και ορολογίας.
Ειδικότερα, ως προς την οργάνωση, φροντίζουμε να ακολουθήσουμε τη σειρά των ερωτημάτων που τίθενται στην εκφώνηση, ώστε να διαμορφώσουμε δομικά το ερμηνευτικό σχόλιο κατά τρόπο που να απαντά σε κάθε ερώτημα και, συγχρόνως, να διακρίνεται για την αλληλουχία των νοημάτων. Αρχίζουμε, έτσι, με την παρουσίαση του κύριου θέματος, το οποίο φροντίζουμε να τεκμηριώσουμε με αναφορές στο κείμενο, καθώς και με την αναφορά των σχετικών κειμενικών δεικτών. Ακολούθως ολοκληρώνουμε το ερμηνευτικό σχόλιο με το ερώτημα που σχετίζεται με τη δική μας άποψη (είτε για το θέμα, είτε για τη στάση που κρατά ο δημιουργός απέναντι σε αυτό).
Σε ό,τι αφορά το λεξιλόγιο και την ορολογία έχουμε πάντοτε κατά νου πως το ερμηνευτικό σχόλιο, όπως και κάθε άλλο κείμενο που συντάσσουμε στο πλαίσιο της εξέτασης, φανερώνει τις εκφραστικές μας ικανότητες. Οφείλουμε, υπ’ αυτή την έννοια, να επιδιώκουμε την επίτευξη υψηλού γλωσσικού επιπέδου, αλλά και νοηματικής πυκνότητας, δοθέντος του περιορισμού λέξεων που τίθεται στο ερμηνευτικό σχόλιο. Επιπλέον, κάθε αναφορά στους κειμενικούς δείκτες θα πρέπει να γίνεται με τη χρήση σωστής ορολογίας, ώστε να γίνεται εμφανές πως είμαστε εξοικειωμένοι με τη θεωρία της λογοτεχνίας.

1η Εφαρμογή σύνταξης ερμηνευτικού σχολίου

Τζεβαχίρ Σπαχίου «Η λέξη»

Είπαν στη λέξη: τώρα είσαι ελεύθερη!
Μα η λέξη ήταν ανήμπορη να τους πει: είν’ αργά,
αφού δεν ειπώθηκα
την ώρα που έπρεπε
τι να την κάνω πια τη λευτεριά.
Δεν έχω πια φτερά,
δεν έχω ουρανό.
Είμαι όνειρο χωρίς ζωή,
ζωή δίχως όνειρο.
Είπαν στη λέξη: είσαι ελεύθερη.
Δύσκολο -είπε- να πιστέψεις κάτι τέτοιο.
Εφόσον έχεις φάει τις δικές σου συλλαβές,
εφόσον έχεις μείνει σαν κούτσουρο,
κι η λευτεριά ακόμα είναι μία απ’ τις φυλακές.
Ζει η λευτεριά – είπαν στη λέξη.
Κι είπε αυτή: Δεν είμαι Κωνσταντής
που και νεκρός ακόμα μπορεί να ταξιδέψει.
Είπαν στη λέξη:
- Εσύ ‘σαι η λευτεριά!
Και το πίστεψε η λέξη.
Κι άνοιξε το στόμα
μα αντί για φθόγγους
          πετάχτηκε αίμα.

Τρελή εποχή (Kohё e krisur)
Μετάφραση: Ανδρέας Ζαρμπαλάς
Το ποίημα έχει αντληθεί από τη συλλογή «Αίμος, Ανθολογία Βαλκανικής Ποίησης» Αθήνα 2007, Οι φίλοι του περιοδικού «ΑΝΤΙ».

Ποιο, κατά τη γνώμη σας, είναι το κύριο θέμα του ποιήματος; Ποια είναι η δική σας άποψη σχετικά με αυτό; (150-200 λέξεις)

1ο βήμα: Αναζήτηση κεντρικού θέματος/ερωτήματος

Καταγραφή λέξεων/φράσεων ιδιαίτερης νοηματικής βαρύτητας:
-  Είπαν στη λέξη: τώρα είσαι ελεύθερη!
- αφού δεν ειπώθηκα / την ώρα που έπρεπε / τι να την κάνω πια τη λευτεριά.
- Είμαι όνειρο χωρίς ζωή, / ζωή δίχως όνειρο.
- Εφόσον έχεις φάει τις δικές σου συλλαβές, / εφόσον έχεις μείνει σαν κούτσουρο, / κι η λευτεριά ακόμα είναι μία απ’ τις φυλακές.
- Είπαν στη λέξη: / Εσύ ‘σαι η λευτεριά!
- Και το πίστεψε η λέξη. / Κι άνοιξε το στόμα / μα αντί για φθόγγους / πετάχτηκε αίμα.

Κύριο θέμα: Η ιδιαίτερη αξία που κατέχει η ελευθερία λόγου στη ζωή των ατόμων, ώστε να μπορούν να εκφράσουν έγκαιρα τις διεκδικήσεις, αλλά και τους προβληματισμούς τους.


- Η εκ των υστέρων και με σημαντική καθυστέρηση παραχωρούμενη ελευθερία λόγου μοιάζει δίχως νόημα, εφόσον η «λέξη» γνωρίζει πόσο κενή και αδιάφορη θα ακουστεί πλέον, αφού όλα έχουν πια τελειώσει, κι όσα η ίδια πρεσβεύει έχουν μείνει ανεκπλήρωτα.   
- Περιορισμένη από την έξωθεν επιβεβλημένη λογοκρισία η ανείπωτη λέξη φθείρεται, αμφισβητεί την αξία της, κατατρώει τις σάρκες της -τις συλλαβές της-, μέχρι που απομένει πια ένα δίχως ζωή κούτσουρο.
- Η λέξη που εμποδίστηκε να ειπωθεί, όταν έπρεπε, γνωρίζει πως πλέον δεν έχει θέση στον κόσμο∙ γνωρίζει πως έχει επί της ουσίας πεθάνει.

2ο βήμα: Αξιοποίηση στοιχείων συγκειμένου
Τα στοιχεία συγκειμένου στο συγκεκριμένο ποίημα θα μπορούσαν να γίνουν εμφανή με την ύπαρξη ενός εισαγωγικού σημειώματος. Με την παροχή, δηλαδή, των ακόλουθων πληροφοριών, οι μαθητές θα είχαν μια σαφέστερη εικόνα για τις συνθήκες σύνθεσης του ποιήματος:

Το ποίημα «Η λέξη» του Αλβανού ποιητή Xhevahir Spahiu δημοσιεύτηκε το 1991, όταν για πρώτη φορά μετά από αρκετές δεκαετίες το Κομμουνιστικό Καθεστώς της χώρας -λίγο προτού καταρρεύσει- επέτρεψε τον πλουραλισμό στην πολιτική ζωή του τόπου. Το έργο του ποιητή είχε λογοκριθεί και απαγορευτεί αρκετές φορές τα προηγούμενα χρόνια, όταν το Καθεστώς εμπόδιζε συστηματικά την ελευθερία έκφρασης των πολιτών. 

3ο βήμα: Αξιοποίηση κειμενικών δεικτών & κατάλληλων χωρίων του κειμένου
- Διαλογική μορφή ποιήματος που ενισχύει τη θεατρικότητά του και το καθιστά πιο παραστατικό: «Είπαν στη λέξη: είσαι ελεύθερη. / Δύσκολο -είπε- να πιστέψεις κάτι τέτοιο.»
- Χρήση επαναλήψεων: «Είπαν στη λέξη:» (3 φορές), «Είμαι όνειρο χωρίς ζωή, / ζωή δίχως όνειρο.»
- Σχήμα επαναφοράς: «Δεν έχω πια φτερά, / δεν έχω ουρανό.»
- Προσωποποίηση: «Μα η λέξη ήταν ανήμπορη να τους πει»
- Παρομοίωση: «εφόσον έχεις μείνει σαν κούτσουρο»
- Χρήση μεταφορών: «Δεν έχω πια φτερά», «Είμαι όνειρο χωρίς ζωή», «Εφόσον έχεις φάει τις δικές σου συλλαβές», κ.ά.
- Ποικιλία ρηματικών προσώπων, με εμφανή επικράτηση του α΄ προσώπου: γ΄ πληθυντικό (Είπαν στη λέξη), γ΄ ενικό (Μα η λέξη ήταν ανήμπορη να τους πει), α΄ ενικό (τι να την κάνω πια τη λευτεριά).
- Διακειμενική αναφορά: «Δεν είμαι Κωνσταντής / που και νεκρός ακόμα μπορεί να ταξιδέψει.»
- Κλιμακωτή παρουσίαση των ενστάσεων της «λέξης» μέχρι τη στιγμή που πείθεται: «αφού δεν ειπώθηκα / την ώρα που έπρεπε / τι να την κάνω πια τη λευτεριά», «Δύσκολο -είπε- να πιστέψεις κάτι τέτοιο», «Και το πίστεψε η λέξη».

4ο βήμα: Διερεύνηση συναισθηματικού κλίματος
Ο ποιητής με την αξιοποίηση εικόνων που έχουν ιδιαίτερο αντίκτυπο στη σκέψη του αναγνώστη (Εφόσον έχεις φάει τις δικές σου συλλαβές, εφόσον έχεις μείνει σαν κούτσουρο / Και το πίστεψε η λέξη. Κι άνοιξε το στόμα μα αντί για φθόγγους πετάχτηκε αίμα), όπως και με τη σαφή παρουσίαση της δυσπιστίας που αισθάνεται η λέξη απέναντι στην αιφνίδια αυτή κατάσταση ελευθερίας, φανερώνει πόσο επιζήμιο θεωρεί τον περιορισμό της ελευθερίας των πολιτών. Πρόκειται, όπως φαίνεται, για ένα θέμα που τον επηρεάζει άμεσα, γι’ αυτό και φροντίζει να το αναδείξει με παραστατικό τρόπο, καθιστώντας εμφανείς τις συνέπειες της ανελευθερίας (Είμαι όνειρο χωρίς ζωή, ζωή δίχως όνειρο).


Κύριο θέμα του ποιήματος, κατά τη γνώμη μου, είναι η αξία της ελευθερίας λόγου και έκφρασης, ώστε το άτομο να είναι σε θέση να διατυπώνει τις σκέψεις του ή τις διεκδικήσεις του εγκαίρως. Όπως προκύπτει, άλλωστε, μέσα από τον ευρηματικό διάλογο με την προσωποποιημένη «λέξη» καθετί που δεν εκφέρεται τη στιγμή που πρέπει, καθίσταται εκ των υστέρων μάταιο και ανούσιο, αφού η κατάλληλη στιγμή για τη διατύπωσή του παρέρχεται ανεπιστρεπτί. Σε μια ανελεύθερη κοινωνία η ανείπωτη και καταπιεσμένη λέξη φθείρεται και κατατρώει τις σάρκες της, όπως έξοχα αποδίδεται μέσω μιας μεταφοράς (Εφόσον έχεις φάει τις δικές σου συλλαβές) και καταλήγει να χάνει την όποια ζωτικότητα και δυναμική της, όπως το αποδίδει η σχετική παρομοίωση (εφόσον έχεις μείνει σαν κούτσουρο). Η ίδια η λέξη, σε α΄ πρόσωπο, φανερώνει τις επιπτώσεις που έχει η λογοκρισία κι η απουσία ελευθερίας, μ’ ένα σχήμα επαναφοράς: «Δεν έχω πια φτερά, / δεν έχω ουρανό».
Προσωπικά θεωρώ πως το θέμα του ποιήματος είναι ιδιαιτέρως σημαντικό, αφού οι όποιοι περιορισμοί τίθενται στην ελευθερία έκφρασης των πολιτών, τούς ζημιώνουν πολλαπλώς. Χωρίς τη δυνατότητα διεκδίκησης των δικαιωμάτων τους και χωρίς τη δυνατότητα να εκφράσουν την αντίθεσή τους στις επιλογές των κρατούντων, οι πολίτες καταπιέζονται τόσο σε προσωπικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο.
[Λέξεις: 203]



Ελισαβέτα Μπαγκριάνα «Στοιχεία»

Σταματάει κανείς τον άνεμο, που καλπάζει μες στα σύδεντρα,
χλιμιντρίζει στον ανήφορο και ορμάει στα μικρομάγαζα –
ρημαδιό τα κεραμίδια τους, κουρελάκια τα τεντόπανα,
πέφτουν πόρτες και παράθυρα και παιδάκια παρασύρονται
στη γενέθλιά μου πόλη;

Σταματάει κανείς την Μπίστριτσα*, που βρυχιέται κάθε άνοιξη,
λευτερώνεται απ’ τον πάγο της και λυσσομανάει στις γέφυρες,
σπάει τα σύνορα της κοίτης της κι απ’ τη λάσπη της σαρώνονται
τα χωράφια και τα σπίτια, τα κοπάδια των ανθρώπων
στη γενέθλιά μου πόλη;

Σταματάει κανείς το βράσιμο του κρασιού στα κρασοβάρελα
σε υπόγεια ανήλιαγα, όλο μούχλα και βαριές οσμές,
που με γράμματα κυριλικά γράψαν «άσπρος οίνος», «κόκκινο».
οι παππούδες των παππούδων μου, της γενιάς μου τα θεμέλια
στη γενέθλιά μου πόλη;

Δεν μπορείς να μπεις εμπόδιο, είναι μάταιη η προσπάθεια –
είμαι αδερφή του Διόνυσου, του ανέμου και του χείμαρρου,
και διψώ για το απέραντο, για το άπιαστο, τη χίμαιρα,
πώς μπορείς να μπεις εμπόδιο;

* Μπίστριτσα: Ορεινό ποτάμι της Βουλγαρίας.

Η αιώνια και αγία (1927)
Μετάφραση: Πάνος Σταθόγιαννης
«Αίμος, Ανθολογία Βαλκανικής Ποίησης» Αθήνα 2007, Οι φίλοι του περιοδικού «ΑΝΤΙ»

Αξιοποιώντας τους κειμενικούς δείκτες του ποιήματος (π.χ. εικόνες, προσωποποιήσεις κ.λπ.) να σχολιάσετε το θέμα/ερώτημα που πιστεύετε ότι τίθεται στο ποίημα αυτό κατά την κρίση σας. (150-200 λέξεις)

1ο βήμα: Αναζήτηση κεντρικού θέματος/ερωτήματος

Καταγραφή λέξεων/φράσεων ιδιαίτερης νοηματικής βαρύτητας:
- Σταματάει κανείς τον άνεμο, που καλπάζει μες στα σύδεντρα
- ορμάει στα μικρομάγαζα – ρημαδιό τα κεραμίδια τους
- λευτερώνεται απ’ τον πάγο της και λυσσομανάει στις γέφυρες
- σαρώνονται τα χωράφια και τα σπίτια
- οι παππούδες των παππούδων μου, της γενιάς μου τα θεμέλια
- Δεν μπορείς να μπεις εμπόδιο
- διψώ για το απέραντο, για το άπιαστο, τη χίμαιρα
- ονειρεύομαι το απάτητο, το στρατί το αδοκίμαστο.

Κύριο θέμα: Η επιθυμία της ποιήτριας να διατρανώσει τον δυναμισμό που τη διακρίνει και να σταματήσει όσους επιχειρούν να θέσουν περιορισμούς στη ζωή της.

Κωδικοποίηση κεντρικών πτυχών του θέματος:
- Η αρχέγονη, ασταμάτητη και καταστροφική δύναμη των στοιχείων της φύσης.
- Η δράση των στοιχείων αυτών σε συνδυασμό πάντοτε με τη γενέθλια πόλη της ποιήτριας κι, άρα, με την ίδια.
- Η ύπαρξη στενών συνδέσμων των προγόνων της ποιήτριας με τη δική της εποχή.
- Η σταδιακή και αργή διαδικασία που απαιτείται για το βράσιμο του κρασιού, παραπέμπει στην αντίστοιχη διαδικασία που απαιτείται για την ψυχική και νοητική ωρίμανση του ατόμου.
- Συγγένεια της ποιήτριας με τον θεό Διόνυσο -τον θεό του οίνου και της μέθης-, καθώς και με τον άνεμο, όπως και με τον χείμαρρο.
- Η επιθυμία και ανάγκη της ποιήτριας να γνωρίσει όσα μοιάζουν να είναι απέραντα, απρόσιτα και δημιουργήματα της φαντασίας.
- Η επιθυμία της ποιήτριας να προχωρήσει σε δρόμους που μέχρι τώρα μοιάζουν απροσέγγιστοι. Κατ’ επέκταση, η επιθυμία της να ζήσει χωρίς περιορισμούς και να πετύχει όσα κανείς δεν τολμά να επιδιώξει.

2ο βήμα: Αξιοποίηση στοιχείων συγκειμένου
Πέρα από την αναφορά στο ποτάμι «Μπίστριτσα» και τα κυριλικά γράμματα που φανερώνουν πως «τόπος» του ποιήματος είναι η Βουλγαρία, η ποιήτρια αποφεύγει τη συσχέτιση των όσων γράφει με τρέχοντα ιστορικά ή κοινωνικά γεγονότα της εποχής της. Με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνει να προσδώσει στο κείμενό της διαχρονικότητα, εφόσον ο δυναμισμός της ποιήτριας μπορεί να εκφράσει σκέψεις και προθέσεις ακόμη και σύγχρονων αναγνωστών/στριών.
Η χρονολογία δημοσίευσης του ποιήματος, το 1927, που αποτελεί στοιχείο περικειμένου, αποτελεί μια έμμεση υπόμνηση των περιορισμών που βίωναν οι γυναίκες κατά το παρελθόν και επιτρέπει να διαμορφώσουμε μια ιδέα σχετικά με το ποιες συνθήκες κινητοποιούν τη σκέψη της ποιήτριας. 

3ο βήμα: Αξιοποίηση κειμενικών δεικτών & κατάλληλων χωρίων του κειμένου
- Αξιοποίηση ρητορικών ερωτημάτων, σχετικά με την αδυναμία παρεμπόδισης των δυνάμεων της φύσης.
- Χρήση β΄ ενικού προσώπου στην καταληκτική στροφή, που υποδηλώνει πως το ερώτημα της ποιήτριας απευθύνεται -πιθανώς- σε συγκεκριμένο πρόσωπο.
- Χρήση προσωποποιήσεων (ο άνεμος που καλπάζει, η Μπίστριτσα που βρυχιέται κι ελευθερώνεται).
- Συνεχής χρήση ρημάτων δράσης (καλπάζει, χλιμιντρίζει, ορμάει, βρυχιέται, λυσσομανάει, σπάει κ.ά.).
- Μεταφορική χρήση του λόγου (σπάει τα σύνορα της κοίτης της, της γενιάς μου τα θεμέλια, διψώ για το απέραντο, το στρατί το αδοκίμαστο).
- Χρήση α΄ ενικού προσώπου, μέσω του οποίου δηλώνεται η ψυχική ταυτότητα της ποιήτριας (είμαι αδερφή του Διόνυσου, του ανέμου και του χείμαρρου), καθώς κι οι βασικές της επιθυμίες (διψώ για το απέραντο, ονειρεύομαι το απάτητο).
- Εικόνες (ρημαδιό τα κεραμίδια τους, κουρελάκια τα τεντόπανα,  / πέφτουν πόρτες και παράθυρα και παιδάκια παρασύρονται). 
- Ασύνδετο σχήμα (ρημαδιό τα κεραμίδια τους, κουρελάκια τα τεντόπανα / διψώ για το απέραντο, για το άπιαστο, τη χίμαιρα).
- Επαναλήψεις (Σταματάει κανείς… / στη γενέθλιά μου πόλη; [3 φορές]).

4ο βήμα: Διερεύνηση συναισθηματικού κλίματος
Η διάθεση της ποιήτριας να καταστήσει σαφή τον ψυχικό της δυναμισμό, όπως και την απροθυμία της να εκχωρήσει το δικαίωμά της στην αυτόνομη και δίχως περιορισμούς ζωή, προκύπτει μέσα από τη σύγκρισή της με τα στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος. Ο δυναμισμός του ανέμου και του ποταμού, η ανεξέλεγκτη καταστροφική δράση τους κι η αδυναμία των ανθρώπων να τιθασεύσουν τα στοιχεία αυτά, φανερώνει το πώς αντικρίζει η ποιήτρια τη δική της ζωτική ορμή και την έντονη ανάγκη της να ζήσει απολύτως ελεύθερη.

Σύνταξη ερμηνευτικού σχολίου
Η ποιήτρια νιώθει πως έχει κι η ίδια τον ασυγκράτητο εκείνο δυναμισμό που διακρίνει καθετί άλλο στη φύση, γι’ αυτό και θεωρεί πως κάθε προσπάθεια που καταβάλλεται από τους άλλους για να περιορίσουν την ελευθερία ή τις επιθυμίες της είναι μάταιη. Αισθάνεται μέσα της την ανάγκη να προχωρήσει πολύ μακρύτερα από το οικείο και το ασφαλές, θέλει να «σπάσει τα σύνορα» των περιορισμών που της τίθενται -ίσως λόγω του φύλου της- και να βρεθεί σε νέους, αδοκίμαστους δρόμους, επιτυγχάνοντας όσα κανείς δεν θα περίμενε ποτέ πως είναι εφικτά. Προκειμένου, μάλιστα, να καταστήσει σαφέστερη την ψυχική της ορμή, δηλώνει τη «συγγένειά» της με τα στοιχεία της φύσης και συγκρίνει τον δυναμισμό της με την ανεξέλεγκτη ισχύ των στοιχείων αυτών. Υπ’ αυτή την έννοια, ο προσωποποιημένος άνεμος που ορμά στα μικρομάγαζα και τους προκαλεί μεγάλες ζημιές (ρημαδιό τα κεραμίδια τους, κουρελάκια τα τεντόπανα / πέφτουν πόρτες και παράθυρα), υποδηλώνει την ορμητική ψυχοσύνθεση της ίδιας. Κατά τρόπο αντίστοιχο, οι εικόνες καταστροφής που συνοδεύουν τη δράση του προσωποποιημένου ποταμού (σαρώνονται / τα χωράφια και τα σπίτια, τα κοπάδια των ανθρώπων) φανερώνουν πως η ποιήτρια, όπως ο άνεμος και το ποτάμι, διαθέτει έναν αρχέγονο δυναμισμό, ικανό να της διασφαλίσει την ελευθερία που επιθυμεί. Μάταια, επομένως, προσπαθούν οι άλλοι να θέσουν στη ζωή της όρια.
[Λέξεις: 209]



Γιάννης Ρίτσος «Η απόγνωση της Πηνελόπης»

Δεν ήτανε πως δεν τον γνώρισε στο φως της παραστιάς⸱ δεν ήταν
τα κουρέλια του επαίτη, η μεταμφίεση, - όχι⸱ καθαρά σημάδια:
η ουλή στο γόνατό του, η ρώμη, η πονηριά στο μάτι. Τρομαγμένη,
ακουμπώντας τη ράχη της στον τοίχο, μια δικαιολογία ζητούσε,
μια προθεσμία ακόμη λίγου χρόνου, να μην απαντήσει,
να μην προδοθεί. Γι’ αυτόν, λοιπόν, είχε ξοδέψει είκοσι χρόνια,
είκοσι χρόνια αναμονής και ονείρων, για τούτον τον άθλιο,
τον αιματόβρεχτο ασπρογένη; Ρίχτηκε άφωνη σε μια καρέκλα,
κοίταξε αργά τους σκοτωμένους μνηστήρες στο πάτωμα, σα να κοιτούσε
νεκρές τις ίδιες της επιθυμίες. Και: «καλωσόρισες», του είπε,
ακούγοντας ξένη, μακρινή, τη φωνή της. Στη γωνιά, ο αργαλειός της
γέμιζε το ταβάνι με καγκελωτές σκιές⸱ κι όσα πουλιά είχε υφάνει
με κόκκινες λαμπρές κλωστές σε πράσινα φυλλώματα, αίφνης,
τούτη τη νύχτα της επιστροφής, γυρίσαν στο σταχτί και μαύρο
χαμοπετώντας στον επίπεδο ουρανό της τελευταίας καρτερίας.

Πέτρες, Επαναλήψεις, Κιγκλίδωμα, 1972, Εκδόσεις Κέδρος

Ποιο θεωρείτε ότι είναι το κρίσιμο θέμα που προκύπτει από τη στάση της ηρωίδας του ποιήματος και ποια είναι η δική σας άποψη σχετικά με αυτό; (150-200 λέξεις)

1ο βήμα: Αναζήτηση κεντρικού θέματος/ερωτήματος

Καταγραφή λέξεων/φράσεων ιδιαίτερης νοηματικής βαρύτητας:
- Δεν ήτανε πως δεν τον γνώρισε…
- Τρομαγμένη… μια δικαιολογία ζητούσε
- Γι’ αυτόν, λοιπόν, είχε ξοδέψει είκοσι χρόνια
- Ρίχτηκε άφωνη σε μια καρέκλα
- σα να κοιτούσε νεκρές τις ίδιες της επιθυμίες
- Και: «καλωσόρισες», του είπε, ακούγοντας ξένη, μακρινή, τη φωνή της
- γυρίσαν στο σταχτί και μαύρο χαμοπετώντας στον επίπεδο ουρανό της τελευταίας καρτερίας

Κύριο θέμα: Η διαχείριση της έντονης απογοήτευσης που προκύπτει, όταν μετά από πολύχρονη αναμονή το άτομο βλέπει την υλοποίηση των ονείρων του και διαπιστώνει πως η νέα πραγματικότητα είναι κατώτερη των προσδοκιών του.


- Η αίσθηση απογοήτευσης της Πηνελόπης κι η διάψευση των προσδοκιών της, εφόσον ο Οδυσσέας, τον οποίο περίμενε για είκοσι χρόνια, δεν μοιάζει πλέον να αξίζει την τόση αναμονή και τα όσα θυσίασε για χάρη του.
- Η επίγνωση του πλήθους των στερήσεων που βίωσε αναμένοντας την επιστροφή εκείνου.
- Η επιλογή της Πηνελόπης να συμβιβαστεί -για άλλη μια φορά- και να αποδεχτεί πως ο Οδυσσέας, παρά τις προφανείς ελλείψεις του, είναι αυτός με τον οποίο οφείλει να περάσει τη ζωή της.
- Η συμβολική διάσταση του ποιήματος και κατ’ επέκταση η παρόμοια διάψευση που βιώνουν πολλοί άνθρωποι όταν εκείνο για το οποίο αγωνίζονταν κι εκείνο το οποίο προσδοκούσαν για χρόνια, δεν ανταποκρίνεται τελικά στις προσδοκίες τους.

2ο βήμα: Αξιοποίηση στοιχείων συγκειμένου
Ο ποιητής δίνει τη δική του εκδοχή στον γνωστό μύθο, που βασίζεται στην παροιμιώδη αφοσίωση της Πηνελόπης, ανατρέποντας την υπάρχουσα αντίληψη. Πρόθεσή του είναι να αποδεσμεύει τα κεντρικά πρόσωπα από το αρχαιοελληνικό πλαίσιο και να προσδώσει στην ιστορία τους συμβολική διάσταση. Υπ’ αυτή την έννοια αίρονται οι αντιλήψεις της εποχής που ήθελαν τη γυναίκα να παραμένει κατ’ ανάγκη πιστή στον απόντα σύζυγο. Η επιλογή της Πηνελόπης εδώ, όπως κι η επιλογή κάθε ανθρώπου που αφοσιώνεται στην επίτευξη ενός στόχου, είναι αμιγώς προσωπική της.

3ο βήμα: Αξιοποίηση κειμενικών δεικτών & κατάλληλων χωρίων του κειμένου
- Επιλογή παντογνώστη αφηγητή που μας φανερώνει τα συναισθήματα της Πηνελόπης, προκειμένου το ποίημα να μη διαβάζεται ως προσωπική μαρτυρία της ηρωίδας, αλλά ως μια σύνθεση ευρύτερων προεκτάσεων.
- Χρήση ασύνδετου σχήματος, ώστε να διαφανεί η συναισθηματική ταραχή της ηρωίδας (μια δικαιολογία ζητούσε, μια προθεσμία ακόμη λίγου χρόνου, να μην απαντήσει, να μην προδοθεί).
- Χρήση ρητορικού ερωτήματος (Γι’ αυτόν, λοιπόν, είχε ξοδέψει είκοσι χρόνια,  είκοσι χρόνια αναμονής και ονείρων, για τούτον τον άθλιο,  τον αιματόβρεχτο ασπρογένη;).
- Επανάληψη (είκοσι χρόνια – είκοσι χρόνια).
- Παρομοίωση (σα να κοιτούσε νεκρές τις ίδιες της επιθυμίες).
- Μεταφορική και συμβολική χρήση του λόγου (όσα πουλιά είχε υφάνει με κόκκινες λαμπρές κλωστές σε πράσινα φυλλώματα, αίφνης,… γυρίσαν στο σταχτί και μαύρο).

4ο βήμα: Διερεύνηση συναισθηματικού κλίματος
Η απογοήτευση της Πηνελόπης κι ο επώδυνος συμβιβασμός της με μια πραγματικότητα που πρόσμενε, αλλά διαφέρει πάρα πολύ απ’ ό,τι προσδοκούσε, συνιστούν το κυρίαρχο συναισθηματικό κλίμα του ποιήματος, φανερώνοντας πώς έχουν βασική σημασία για τον ποιητή. Απ’ την αρχή, άλλωστε, ο ποιητής εστιάζει την προσοχή του στη συναισθηματική κατάσταση της ηρωίδας, προκειμένου να αναδείξει εναργέστερα το θέμα της ποιητικής του σύνθεσης.

Σύνταξη ερμηνευτικού σχολίου
Το κρίσιμο θέμα που προκύπτει από τη στάση της ηρωίδας είναι το πώς οφείλει να αντιμετωπίζει κανείς τη διάψευση των προσδοκιών του, όταν μετά από πολυετή αναμονή ή προσπάθεια βλέπει τα όνειρά του να υλοποιούνται, μόνο και μόνο για να συνειδητοποιήσει πως πλέον δεν ανταποκρίνονται σε όσα έχει πράγματι ανάγκη ή επιθυμεί. Η ηρωίδα βιώνει έντονα συναισθήματα απογοήτευσης (Ρίχτηκε άφωνη σε μια καρέκλα) και αντικρίζοντας τους σκοτωμένους πια μνηστήρες αναλογίζεται πόσα θυσίασε για χάρη του Οδυσσέα, όπως αυτό δηλώνεται με τη χρήση μιας παρομοίωσης: «σα να κοιτούσε / νεκρές τις ίδιες της επιθυμίες». Παρά το γεγονός, ωστόσο, ότι θεωρεί πως ο άνδρας αυτός δεν άξιζε την τόση αναμονή (Γι’ αυτόν, λοιπόν, είχε ξοδέψει είκοσι χρόνια), επιλέγει να συμβιβαστεί με τη νέα πραγματικότητα. Επιλέγει να διαχειριστεί με ωριμότητα τη ματαίωση των προσδοκιών της, υπομένοντας τον «επίπεδο ουρανό της τελευταίας καρτερίας».
Κατά τη γνώμη μου, η επιλογή της ηρωίδας φανερώνει τη συνετή μεν στάση ενός ατόμου που κατανοεί πως δεν είναι εφικτό να ζει κανείς σε μια διαρκή αναμονή μιας ιδανικής κατάστασης, αποτελεί, εντούτοις, έναν οδυνηρό συμβιβασμό. Θεωρώ, δηλαδή, πως οι άνθρωποι θα πρέπει να είναι πρόθυμοι να αναθεωρήσουν παλαιότερους στόχους τους και να θέσουν νέους, οι οποίοι θα ανταποκρίνονται πληρέστερα στις ανάγκες τους, όπως έχουν διαμορφωθεί με το πέρασμα του χρόνου.  
[Λέξεις: 210]

4η Εφαρμογή σύνταξης ερμηνευτικού σχολίου

Θοδωρής Γκόνης «Με τα φαγωμένα παπούτσια»

Όταν θέλεις να φύγεις, να ταξιδέψεις, δεν κρατιέσαι, δεν κλειδώνεσαι όσο κι αν σου κρύβουν τα κλειδιά, όσο κι αν σε περιορίζουν, βρίσκεις το παλιό μακρυμούρικο λεωφορείο που έχει φάει τα παπούτσια του στη διαδρομή Τρίπολη-Άργος, ξεχασμένο σε ένα οικόπεδο να σαπίζει, χτενίζεσαι, στολίζεσαι στους σπασμένους καθρέφτες του, παίρνεις στα χέρια σου το σκουριασμένο τιμόνι, πετάς στην τσάντα ένα ζευγάρι φτερά μαζί με ένα πορτοκάλι και ανοίγεσαι στους μεγάλους δρόμους.
Όσο και αν φωνάζουν τρέχοντας πίσω σου, δεν πρόκειται να γυρίσεις να τους ακούσεις, δεν θα σταματήσεις, έχεις ξεκινήσει χρόνια τώρα, φεύγεις, έφυγες. Πέταξε το πουλάκι, είναι αργά πια.
Το ξέρεις, το έμαθες, πέρασμα είναι, δεν γονατίζεις, δεν την πιστεύεις τη ζωή αυτή, εσύ θέλεις να ζήσεις, να ταξιδέψεις, να ξοδέψεις, δεν αγαπάς τους ρακοσυλλέκτες που τους βρίσκουν νεκρούς πάνω σε ένα παραγεμισμένο στρώμα με χιλιάδες χαρτονομίσματα, δεν χτίζεις εκκλησίες, γιατί ο Θεός ο δικός σου είναι παντού, δεν ανάβεις κερί, καίγεσαι σαν το κερί, φωτίζεις, δεν φωτίζεσαι, δεν προσεύχεσαι κάπου, δεν κρατάς, δεν δεσμεύεις θέση διπλή δίπλα σου. Έχεις δρόμο, έχεις διαδρομή. Φεύγεις.
Και όταν ξεχνιέσαι και αφήνεις ανοιχτά –γιατί άνθρωπος είσαι και το κάνεις– έρχονται, βρίσκουν την ευκαιρία τα πουλιά τα μαύρα, τα λευκά, οι ενοχές, οι τύψεις, οι αδυναμίες, οι παραλείψεις, οι συμπάθειες, τα αισθήματα, οι φιλοδοξίες, τα λάθη, τα πάθη, οι αγάπες και σε βάζουν στη μέση, σε σημαδεύουν με το σίδερο, σε στήνουν στα πέντε βήματα. Και εκεί, λίγο πριν κλείσεις τα μάτια και χαθείς οριστικά, έρχεται, φτάνει, ξυπνάει το σώμα, το κορμί, παίρνει στα χέρια του την τύχη του, σε περνάει απέναντι και σου δείχνει επιτέλους το μέρος όπου ανήκεις πάνω σ’ αυτή τη γη.

Θ. Γκόνης (2017) «Εφτά λευκά πουκάμισα», Διηγήματα, Αθήνα: Άγρα.

Να παρουσιάσετε το κύριο, κατά τη δική σας εκτίμηση, θέμα του κειμένου, λαμβάνοντας υπόψη τις γλωσσικές εκείνες επιλογές που βοηθούν στην ανάδειξή του. (150-200 λέξεις)

1ο βήμα: Αναζήτηση κεντρικού θέματος/ερωτήματος

Καταγραφή λέξεων/φράσεων ιδιαίτερης νοηματικής βαρύτητας:
- Όταν θέλεις να φύγεις, να ταξιδέψεις, δεν κρατιέσαι, δεν κλειδώνεσαι
- όσο κι αν σε περιορίζουν
- πετάς στην τσάντα ένα ζευγάρι φτερά
- δεν γονατίζεις, δεν την πιστεύεις τη ζωή αυτή, εσύ θέλεις να ζήσεις, να ταξιδέψεις
- δεν κρατάς, δεν δεσμεύεις θέση διπλή δίπλα σου
- έρχονται, βρίσκουν την ευκαιρία τα πουλιά τα μαύρα, τα λευκά, οι ενοχές, οι τύψεις, οι αδυναμίες, οι παραλείψεις…
- σου δείχνει επιτέλους το μέρος όπου ανήκεις πάνω σ’ αυτή τη γη

Κύριο θέμα: Η ανάγκη του ατόμου να φύγει, να απομακρυνθεί από τους ποικίλους περιορισμούς, ώστε έχοντας την ελευθερία του να είναι σε θέση να ανακαλύψει το ποιος πραγματικά είναι.

Κωδικοποίηση κεντρικών πτυχών του θέματος:
- Η ανάγκη του κεντρικού προσώπου να φύγει, να ταξιδέψει και να γνωρίσει την ανεξάρτητη και χωρίς δεσμεύσεις ζωή.
- Η επιθυμία των οικείων προσώπων να παρεμποδίσουν αυτή τη φυγή.
- Το γεγονός πως η φυγή αυτή αποτελεί μια απόφαση που έχει ληφθεί καιρό προτού υλοποιηθεί, φανερώνει πόσο κρίσιμη είναι η σημασία της για τον ήρωα.
- Οι αντιλήψεις του ήρωα τον διαφοροποιούν δραστικά από τους άλλους, εφόσον δική του επιθυμία είναι να ζήσει χωρίς να έχει μια μόνιμη εγκατάσταση. 
- Η αναπόφευκτη αναμέτρηση του ήρωα με τις πολύ ανθρώπινες πτυχές του εαυτού του (οι ενοχές, οι τύψεις, οι αδυναμίες, οι παραλείψεις, οι συμπάθειες, τα αισθήματα, οι φιλοδοξίες, τα λάθη, τα πάθη, οι αγάπες).

2ο βήμα: Αξιοποίηση στοιχείων συγκειμένου
Ο συγγραφέας επιλέγει να μην καταγράψει στοιχεία που να τοποθετούν την εξέλιξη της ιστορίας του σε κάποια συγκεκριμένη χρονική περίοδο, αποφεύγοντας έτσι συσχετίσεις με ιστορικά ή άλλα κοινωνικά γεγονότα. Η αναφορά, ωστόσο, στο παλιό λεωφορείο που κάλυπτε τη διαδρομή Τρίπολη-Άργος, υποδηλώνει πως πρόκειται για ένα άτομο που ζει στην επαρχία.
Αξίζει, επίσης, να προσεχθεί πως το συμβολικό αυτό ταξίδι «φυγής», αν και ξεκινά σε μια ηλικία κατά την οποία ο ήρωας δεν θα μπορούσε πράγματι να φύγει από τους δικούς του (πετάς στην τσάντα ένα ζευγάρι φτερά μαζί με ένα πορτοκάλι) και μ’ ένα όχημα που προφανώς δεν μπορεί να κινηθεί (ξεχασμένο σε ένα οικόπεδο να σαπίζει), επεκτείνεται και καλύπτει τα ενήλικα χρόνια του, κατά τα οποία είχε σαφώς την ευκαιρία να υλοποιήσει αυτή την επιθυμία φυγής.

3ο βήμα: Αξιοποίηση κειμενικών δεικτών & κατάλληλων χωρίων του κειμένου
- Χρήση β΄ ενικού προσώπου, το οποίο δημιουργεί την αίσθηση πως ο συγγραφέας απευθύνεται στον αναγνώστη ( Όταν θέλεις να φύγεις, να ταξιδέψεις, δεν κρατιέσαι…), έστω κι αν στην πραγματικότητα πρόκειται για έναν εσωτερικό μονόλογο.
- Συνεχή χρήση ασύνδετων σχημάτων, προκειμένου να δηλωθεί πόσο επείγουσα είναι για τον ήρωα η πραγμάτωση αυτής της φυγής (Όταν θέλεις να φύγεις, να ταξιδέψεις, δεν κρατιέσαι, δεν κλειδώνεσαι / δεν θα σταματήσεις, έχεις ξεκινήσει χρόνια τώρα, φεύγεις, έφυγες).
- Παρομοίωση (καίγεσαι σαν το κερί).
- Προσωποποίηση (βρίσκουν την ευκαιρία τα πουλιά τα μαύρα, τα λευκά… και σε βάζουν στηωμέση, σε σημαδεύουν με το σίδερο, σε στήνουν στα πέντε βήματα).
- Μεταφορική χρήση του λόγου (που έχει φάει τα παπούτσια του, πετάς στην τσάντα ένα ζευγάρι φτερά, σε σημαδεύουν με το σίδερο, το κορμί, παίρνει στα χέρια του την τύχη του).


Η βαθιά επιθυμία φυγής του ήρωα κι η ανάγκη του να ξεφύγει από τον έλεγχο των άλλων, ζώντας τη ζωή του σε διαρκή κίνηση, αποδεσμευμένος από τις συνήθεις επιδιώξεις, αποτελούν τα στοιχεία που αναδεικνύονται μέσα από το συναισθηματικό κλίμα του κειμένου. Η αίσθηση πως το ταξίδι του ήρωα επείγει κι ο γοργός ρυθμός του κειμένου με τα διαρκή ασύνδετα σχήματα, μεταδίδουν έξοχα το πόσο έντονα επιθυμεί να επιδοθεί στη δική του αναζήτηση, μακριά από κάθε είδους δεσμεύσεις.

Σύνταξη ερμηνευτικού σχολίου
Κύριο θέμα του κειμένου, κατά τη γνώμη μου, αποτελεί η διαδρομή εκείνη που καλείται να διανύσει κάθε άνθρωπος προκειμένου να διασφαλίσει την αυτονομία του και να συνειδητοποιήσει ποια είναι η θέση του σ’ αυτό τον κόσμο. Με ασύνδετα σχήματα ο αφηγητής καταγράφει τόσο την προσπάθεια των άλλων να κρατήσουν υπό έλεγχο το άτομο (όσο κι αν σου κρύβουν τα κλειδιά, όσο κι αν σε περιορίζουν), όσο και τη βαθιά του ανάγκη να ξεκινήσει τη δική του αυτόνομη πορεία (δεν θα σταματήσεις, έχεις ξεκινήσει χρόνια τώρα, φεύγεις, έφυγες). Ο ήρωας του κειμένου αναγνωρίζει πως ό,τι επιθυμεί περισσότερο στη ζωή του είναι η ελευθερία κι η πλήρης αποδέσμευση απ’ ό,τι συνήθως κρατά τους άλλους ανθρώπους στάσιμους (δεν αγαπάς τους ρακοσυλλέκτες… / δεν χτίζεις εκκλησίες… / δεν δεσμεύεις θέση διπλή δίπλα σου). Ο ήρωας επιλέγει τη μοναχική πορεία μιας ελεύθερης κι αδέσμευτης ζωής, επιτυγχάνοντας, ωστόσο, την επιδιωκόμενη λύτρωση μόνο μέσα από την αναγκαία κι επώδυνη αναμέτρηση με τα συναισθήματα εκείνα που ταλανίζουν συνήθως κάθε ανθρώπινη ύπαρξη. Με τη συνδρομή ενός ακόμη ασύνδετου σχήματος ο αφηγητής καταγράφει το πλήθος των εσωτερικών συγκρούσεων του ήρωα (οι ενοχές, οι τύψεις, οι αδυναμίες, οι παραλείψεις, οι συμπάθειες…), ώσπου εκείνος να βρει -την ύστατη στιγμή- τον δικό του προορισμό.
[Λέξεις: 201]

Εφαρμογή σύνταξης ερμηνευτικού σχολίου σε κείμενο με δύο κύρια θέματα

Κωνσταντίνος Καβάφης «Εν δήμω της Μικράς Ασίας»

Το Σεπτέμβριο του 31 π.Χ. οι συνασπισμένες δυνάμεις του Μάρκου Αντώνιου και της Κλεοπάτρας θα συγκρουστούν με τις δυνάμεις του Οκταβιανού στο Άκτιο (ακρωτήριο απέναντι από την Πρέβεζα). Ο Οκταβιανός θα σημειώσει εκεί τη νίκη που θα του επιτρέψει την επικράτησή του έναντι του Αντώνιου και άρα τη σταδιακή επικράτησή του στη διεκδίκηση της ρωμαϊκής εξουσίας. Το ποίημα μάς μεταφέρει σε μια πόλη της Μικράς Ασίας -χωρίς να διευκρινίζεται ποια- και καταγράφει την αντίδραση των κατοίκων της, όταν γίνεται γνωστή η έκβαση της ναυμαχίας.

ήσαν βεβαίως απροσδόκητες.
Αλλά δεν είναι ανάγκη να συντάξουμε νέον έγγραφον.
Τ’ όνομα μόνον ν’ αλλαχθεί. Αντίς, εκεί
στες τελευταίες γραμμές, «Λυτρώσας τους Ρωμαίους
απ’ τον ολέθριον Οκτάβιον,
τον δίκην παρωδίας Καίσαρα,»
τώρα θα βάλουμε «Λυτρώσας τους Ρωμαίους
απ’ τον ολέθριον Αντώνιον».
Όλο το κείμενον ταιριάζει ωραία.
«Στον νικητήν, τον ενδοξότατον,
τον εν παντί πολεμικώ έργω ανυπέρβλητον,
τον θαυμαστόν επί μεγαλουργία πολιτική,
υπέρ του οποίου ενθέρμως εύχονταν ο δήμος·
την επικράτησι του Αντωνίου»
εδώ, όπως είπαμεν, η αλλαγή: «του Καίσαρος
ως δώρον του Διός κάλλιστον θεωρών -
στον κραταιό προστάτη των Ελλήνων,
τον έθη ελληνικά ευμενώς γεραίροντα,
τον προσφιλή εν πάση χώρα ελληνική,
τον λίαν ενδεδειγμένον για έπαινο περιφανή,
και για εξιστόρησι των πράξεών του εκτενή
εν λόγω ελληνικώ κ’ εμμέτρω και πεζώ·
εν  λ ό γ ω  ε λ λ η ν ι κ ώ που είν’ ο φορεύς της φήμης,»
και τα λοιπά, και τα λοιπά. Λαμπρά ταιριάζουν όλα.

Κ. Π. Καβάφης, Τα Ποιήματα, Τόμος Β΄, Εκδόσεις Ίκαρος

Ποιο, κατά τη γνώμη σας, είναι το κύριο θέμα του ποιήματος; Ποια είναι η δική
σας άποψη σχετικά με αυτό; (150-200 λέξεις)

1ο βήμα: Αναζήτηση κεντρικού θέματος/ερωτήματος

Στο πλαίσιο του ποιήματος μπορούν να εντοπιστούν δύο τελείως διαφορετικά κεντρικά θέματα.
Το πρώτο θέμα σχετίζεται με την τάση των αδύναμων και πολιτικά εξαρτώμενων λαών να δηλώνουν, χωρίς ενδοιασμούς, την αφοσίωσή τους στον εκάστοτε νικητή που αποκτά τον έλεγχο της κατάστασης, προσαρμοζόμενοι αμέσως στις εξελίξεις.
Το δεύτερο θέμα σχετίζεται με την ιδιαίτερη αξία της ελληνικής γλώσσας, η οποία ακόμη και στα χρόνια της ρωμαϊκής επέκτασης διατηρεί τον κυρίαρχο ρόλο της ως μέσο επικοινωνίας στον ευρύτατο χώρο των ελληνιστικών βασιλείων.

1ο Θέμα: Καταγραφή λέξεων/φράσεων ιδιαίτερης νοηματικής βαρύτητας:   
-  Η ειδήσεις… ήσαν βεβαίως απροσδόκητες
- δεν είναι ανάγκη να συντάξουμε νέον έγγραφον
- Τ’ όνομα μόνον ν’ αλλαχθεί
- Όλο το κείμενον ταιριάζει ωραία

2ο Θέμα: Καταγραφή λέξεων/φράσεων ιδιαίτερης νοηματικής βαρύτητας:
- στον κραταιό προστάτη των Ελλήνων
- τον έθη ελληνικά ευμενώς γεραίροντα
- εν λόγω ελληνικώ κ’ εμμέτρω και πεζώ
- εν  λ ό γ ω  ε λ λ η ν ι κ ώ που είν’ ο φορεύς της φήμης

2ο βήμα: Αξιοποίηση στοιχείων συγκειμένου
Σε ό,τι αφορά το πρώτο θέμα η χρονολογική τοποθέτηση του ποιήματος (31 .Χ.) δεν έχει βασική σημασία, καθώς στόχος του ποιητή, όπως αυτό προκύπτει κι από την «ανωνυμία» της πόλης στην οποία διαδραματίζονται τα κύρια γεγονότα, είναι να αναδείξει μια διαχρονική συμπεριφορά των ανθρώπων.
Σε ό,τι αφορά το δεύτερο θέμα η χρονολογική τοποθέτηση είναι περισσότερο ουσιώδης, εφόσον φανερώνει πως ακόμη και κατά την περίοδο της επέκτασης των Ρωμαίων σε όλη την περιοχή της Μεσογείου, η ελληνική γλώσσα διατηρεί τη δυναμική που είχε και κατά την αμέσως προηγούμενη ιστορική περίοδο, αποδεικνύοντας το γεγονός πως τα ελληνικά όχι μόνο έγιναν σεβαστά από τους Ρωμαίους κατακτητές, αλλά αποτέλεσαν και κομμάτι του δικού τους πολιτισμού. Κάθε Ρωμαίος που ήθελε να θεωρείται μορφωμένος, όφειλε να γνωρίζει ελληνικά.

3ο βήμα: Αξιοποίηση κειμενικών δεικτών & κατάλληλων χωρίων του κειμένου
1ο Θέμα:
- Αξιοποίηση της αφήγησης, για να παρουσιαστούν τα κύρια στοιχεία της πλοκής: «Η ειδήσεις για την έκβασι της ναυμαχίας, στο Άκτιον, / ήσαν βεβαίως απροσδόκητες.»
- Χρήση α΄ πληθυντικού προσώπου στο πλαίσιο της αφήγησης, ώστε να τονιστεί πως ο αφηγητής δεν είναι παντογνώστης: «Αλλά δεν είναι ανάγκη να συντάξουμε νέον έγγραφον»
- Χρήση της ειρωνείας, προκειμένου να διαφανεί το πόσο εύκολα αλλάζει η «αφοσίωση» των αδύναμων λαών: «Τ’ όνομα μόνον ν’ αλλαχθεί. Αντίς, εκεί / στες τελευταίες γραμμές, «Λυτρώσας τους Ρωμαίους / απ’ τον ολέθριον Οκτάβιον… τώρα θα βάλουμε… / απ’ τον ολέθριον Αντώνιον» / Όλο το κείμενον ταιριάζει ωραία / και τα λοιπά, και τα λοιπά. Λαμπρά ταιριάζουν όλα.»
- Συχνή χρήση επιθέτων, ώστε να τονιστεί η διάθεση κολακείας των πολιτών απέναντι στον νικητή της ναυμαχίας, όποιος κι αν είναι αυτός: «Στον νικητήν, τον ενδοξότατον, / τον εν παντί πολεμικώ έργω ανυπέρβλητον, / τον θαυμαστόν επί μεγαλουργία πολιτική».
2ο Θέμα:
- Η απόδοση τιμών στον νικητή της ναυμαχίας με βάση τη στάση που τηρεί απέναντι στους Έλληνες και τον ελληνικό πολιτισμό: «στον κραταιό προστάτη των Ελλήνων, / τον έθη ελληνικά ευμενώς γεραίροντα, / τον προσφιλή εν πάση χώρα ελληνική»
- Σχήμα επαναφοράς, ώστε να τονιστεί η χρήση της ελληνικής γλώσσας στη σύνταξη του επαίνου για τον νικητή: «εν λόγω ελληνικώ κ’ εμμέτρω και πεζώ· / εν  λ ό γ ω ε λ λ η ν ι κ ώ που είν’ ο φορεύς της φήμης»
- Η αραίωση των γραμμάτων στη δεύτερη επανάληψη της φράσης «εν λόγω ελληνικώ», προκειμένου να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στη χρήση της ελληνικής γλώσσας για τον έπαινο του Ρωμαίου στρατηγού
- Η δευτερεύουσα αναφορική πρόταση «που είν’ ο φορεύς της φήμης» μέσω της οποίας τονίζεται η δυνατότητα της ελληνικής γλώσσας να διασφαλίζει τη διάδοση της φήμης όλων των σημαντικών επιτευγμάτων.

4ο βήμα: Διερεύνηση συναισθηματικού κλίματος
Σε ό,τι αφορά το πρώτο θέμα, την τάση δηλαδή των αδύναμων να σπεύδουν να πάρουν το μέρος του νικητή, η διάθεση του ποιητή είναι εντόνως ειρωνική, εφόσον επιδιώκει να στηλιτεύσει την ανειλικρίνεια των ανθρώπων και το ευμετάβλητο της «αφοσίωσής» τους.
Σε ό,τι αφορά, ωστόσο, το δεύτερο θέμα, την αξία και διάδοση της ελληνικής γλώσσας, ο ποιητής υιοθετεί διαφορετική στάση, εφόσον πρόκειται για ένα θέμα ξεχωριστής σημασίας και για τον ίδιο. Διακρίνουμε, έτσι, τη μέριμνά του να τιμηθεί με εμφατικό τρόπο η ελληνική γλώσσα, την οποία, άλλωστε, υπηρέτησε κι ο ίδιος ο ποιητής με το έργο του.

Σύνταξη 1ου ερμηνευτικού σχολίου
Κύριο θέμα του κειμένου είναι η διαχρονική τάση των αδύναμων λαών ή απλών πολιτών να αναζητούν την εύνοια όποιου έχει δύναμη, προκειμένου να διασφαλίσουν την αναγκαία προστασία για τον εαυτό τους. Όπως προκύπτει από το αφηγηματικό μέρος του ποιήματος οι πολίτες μιας μικρασιατικής πόλης, έχοντας την προσδοκία πως νικητής της ναυμαχίας στο Άκτιο θα ήταν ο Αντώνιος, είχαν ετοιμάσει τιμητικό ψήφισμα για εκείνον. Η «απροσδόκητη» έκβαση της ναυμαχίας, ωστόσο, δεν τους επηρεάζει καθόλου, αφού το μόνο που χρειάζεται είναι να αλλάξουν το όνομα του αποδέκτη (Αντίς, εκεί στες τελευταίες γραμμές, «Λυτρώσας τους Ρωμαίους απ’ τον ολέθριον Οκτάβιον… τώρα θα βάλουμε απ’ τον ολέθριον Αντώνιον»). Χωρίς κανέναν ενδοιασμό οι συντάκτες του τιμητικού επαίνου αλλάζουν το όνομα και διαπιστώνουν πως όλο το υπόλοιπο κείμενο «ταιριάζει ωραία». Με έντονα ειρωνικό τρόπο ο ποιητής τονίζει τόσο το ευμετάβλητο της αφοσίωσής τους, όσο και την προφανή κολακεία που χρησιμοποιούν (Στον νικητήν, τον ενδοξότατον τον… ανυπέρβλητον, τον θαυμαστόν). Οι συντάκτες του επαίνου δεν ενδιαφέρονται για την αλήθεια των όσων γράφουν, αλλά μόνο για το να κολακεύσουν επαρκώς τον αποδέκτη (και τα λοιπά, και τα λοιπά. Λαμπρά ταιριάζουν όλα.).
Προσωπικά, αν και κατανοώ την ανάγκη των ανθρώπων -απλών πολιτών ή ολόκληρων κοινωνιών- να εξασφαλίσουν την εύνοια των ισχυρότερων, θεωρώ ανέντιμη τόσο τη χρήση της κολακείας όσο και την «αποθέωση» του εκάστοτε ισχυρού, ανεξάρτητα από το ποιος είναι αυτός. Θα ήταν, πιστεύω, προτιμότερο να δίνουν μεγαλύτερη σημασία στη διατήρηση της αξιοπρέπειάς τους.  

Σύνταξη 2ου ερμηνευτικού σχολίου
Κύριο θέμα του κειμένου είναι η ανάδειξη της ιδιαίτερης αξίας που αναγνωριζόταν στην ελληνική γλώσσα, ακόμη και κατά την περίοδο της ρωμαϊκής εξάπλωσης, αφού θεωρούταν η μόνη ενδεδειγμένη να διασφαλίσει την υστεροφημία των ατόμων και να διαδώσει τα κατορθώματά τους. Με αφορμή το τιμητικό ψήφισμα που συντάσσεται σε μια μικρασιατική πόλη για τον νικητή της ναυμαχίας στο Άκτιο, ο ποιητής τονίζει πως η επιλογή της ελληνικής γλώσσας για τον έπαινο του Οκταβιανού είναι δεδομένη, καθώς, όπως δηλώνεται από τα πρόσωπα που θα τον συντάξουν, ο ελληνικός λόγος είναι «ο φορεύς της φήμης». Η ελληνική γλώσσα, στην οποία είχαν συντεθεί τα έργα του Ομήρου, των μεγάλων φιλοσόφων και ιστορικών, είναι η μόνη που μπορεί να διασφαλίσει την αποθέωση του Ρωμαίου στρατηγού. Ο ποιητής φροντίζει με σχήμα επαναφοράς «εν λόγω ελληνικώ / εν  λ ό γ ω  ε λ λ η ν ι κ ώ», καθώς και με αραίωση των γραμμάτων στη δεύτερη επανάληψη της φράσης, να τονίσει εμφατικά την επιλογή της ελληνικής γλώσσας για τη σύνταξη του «περιφανή επαίνου» και την «εκτενή εξιστόρηση των πράξεων» του νικητή της ναυμαχίας. Ο Οκταβιανός, άλλωστε, όπως και κάθε άλλος Ρωμαίος ηγέτης, θα τιμήσει τον ελληνικό πολιτισμό (τον έθη ελληνικά ευμενώς γεραίροντα).
Η υπενθύμιση από τον Καβάφη της διάδοσης που είχε γνωρίσει κατά το παρελθόν η ελληνική γλώσσα, όπως και της αξίας που της απέδιδαν, έχει καίρια σημασία, εφόσον συνιστά ένα κάλεσμα προς τους πολίτες να αντιμετωπίζουν με μεγαλύτερο σεβασμό τον γλωσσικό αυτό κώδικα που έχει συμπληρώσει ήδη πολλούς αιώνες αδιάκοπης χρήσης και εξέλιξης.

Πρόσθετες εφαρμογές

Γιουρί»

Όταν πήγαινε στο δημοτικό, η Γιουρίκο κάθισε και σκέφτηκε: «Η καημένη η Ουμέκο! Να είναι αναγκασμένη να χρησιμοποιεί ένα μολύβι πιο μικρό κι απ’ τον αντίχειρά της και να κουβαλάει την παλιά σάκα του μεγάλου της αδελφού». Για να μη διαφέρει σε τίποτα απ’ την πολυαγαπημένη της φίλη, έκοψε το μακρύ της μολύβι σε μικρά κομμάτια με το μικρό πριονάκι που ήταν μέρος των εξαρτημάτων του σουγιά της. Μιας και δεν είχε μεγαλύτερο αδελφό, με δάκρυα στα μάτια παρακάλεσε τους γονείς της να της πάρουν μια τσάντα απ’ αυτές που έχουν τ’ αγόρια. Όταν ήταν στο θηλέων, η Γιουρίκο σκέφτηκε: «Η Ματσούκο είναι τόσο όμορφη. Λατρεύω να τη βλέπω όταν οι λοβοί των αυτιών και τα δάχτυλά της κοκκινίζουν και σκάνε απ’ την παγωνιά». Για να μη διαφέρει απ’ την πολυαγαπημένη της φίλη, έβαλε τα χέρια της να μουλιάσουν για πολλή ώρα στο παγωμένο νερό μιας λεκάνης. Βρέχοντας τα αυτιά της ξεκίνησε για το σχολείο μες στον παγωμένο αέρα του πρωινού.
Όταν τέλειωσε το γυμνάσιο και παντρεύτηκε, δεν χρειάζεται να πούμε πως η Γιουρίκο αγάπησε τον άντρα της μέχρι τρέλας. Κι έτσι, αντιγράφοντας τον άνθρωπο που ήταν ο πιο αγαπημένος της στη ζωή, έκοψε τα μαλλιά της, έβαλε γυαλιά με χοντρούς μυωπικούς φακούς, προσπάθησε να βγάλει γένια, άρχισε να καπνίζει μια πίπα απ’ αυτές που έχουν οι ναυτικοί, απευθυνόταν στον άντρα της με το «ρε συ!», περπατούσε με νευρώδες αντρικό βήμα και έκανε ενέργειες μήπως καταφέρει να την πάρουν στον στρατό.
Προς μεγάλη της έκπληξη ο άντρας της της τα απαγόρευσε όλα αυτά ένα προς ένα. Της παραπονέθηκε ακόμα και γιατί φορούσε το ίδιο μακρύ εσώρουχο με το δικό του. Της έκανε μούτρα αν, όπως κι εκείνος, δεν έβαζε ρουζ και πούδρα. Κι έτσι ήταν σαν η αγάπη της γι’ αυτόν να είχε δεθεί χειροπόδαρα· και σαν ένα φυτό που του είχαν κόψει τα μπουμπούκια, άρχισε σιγά σιγά να μαραίνεται.
«Τι δυσάρεστος άνθρωπος που είναι! Γιατί άραγε δεν μ’ αφήνει να γίνω όμοια μ’ αυτόν; Το να είμαι διαφορετική από τον άνθρωπο που αγαπάω καταλήγει να γίνεται τόσο μοναχικό!»
Τότε η Γιουρίκο ερωτεύτηκε τον Θεό. Προσευχήθηκε: «Σε παρακαλώ, Θεέ, δείξε μου τη μορφή σου. Φανερώσου με κάποιον τρόπο. Θέλω να γίνω ίδια με τον Θεό που αγαπάω και να κάνω τα ίδια πράγματα».
Η φωνή του Θεού έφτασε απ’ τον ουρανό, σαν ολοζώντανη και πεντακάθαρη ηχώ: «Θα γίνεις κρίνος, σαν το γιουρί στο όνομά σου. Σαν τον κρίνο δεν θα αγαπάς τίποτα. Σαν τον κρίνο θα αγαπάς τα πάντα».
«Ναι» απάντησε υπάκουα η Γιουρίκο και έγινε κρίνος.

[1927] (Διήγημα: Γιασουνάρι Καουαμπάτα, Ιστορίες της παλάμης, μτφ. Παν. Ευαγγελίδης, Πατάκης, 1997, σ.135,136)

Κειμενικοί δείκτες:
- Η κεντρική ηρωίδα του κειμένου, μέσα από τη συμπεριφορά και τις επιλογές της οποίας διαφαίνεται το κύριο θέμα.
- Η αξιοποίηση ετεροδιηγητικού παντογνώστη αφηγητή, προκειμένου να αποδοθεί αφενός με αντικειμενικότητα η κρίση σχετικά με τη στάση της ηρωίδας, κι αφετέρου να μην εκληφθεί η ιστορία αυτή ως το ατομικό -και άρα μεμονωμένο- βίωμα ενός προσώπου.
- Η χρήση ευθέος λόγου, ώστε να παρουσιαστούν με σαφήνεια οι σκέψεις κι η ανησυχίες της ηρωίδας (Γιατί άραγε δεν μ’ αφήνει να γίνω όμοια μ’ αυτόν;).
- Η χρήση ελεύθερου πλάγιου λόγου, προκειμένου να καταγραφεί η αντίδραση του συζύγου της ηρωίδας (Της παραπονέθηκε ακόμα και γιατί φορούσε το ίδιο μακρύ εσώρουχο με το δικό του.).
- Η χρήση παρομοιώσεων για να διαφανεί ο αντίκτυπος στην ψυχολογία της ηρωίδας, όταν της ζητήθηκε από τον σύζυγό της να πάψει να τον μιμείται (Κι έτσι ήταν σαν η αγάπη της γι’ αυτόν να είχε δεθεί χειροπόδαρα· και σαν ένα φυτό που του είχαν κόψει τα μπουμπούκια, άρχισε σιγά σιγά να μαραίνεται.).
- Η απόδοση στην ιστορία στοιχείων παραμυθιού (Η φωνή του Θεού έφτασε απ’ τον ουρανό, σαν ολοζώντανη και πεντακάθαρη ηχώ), προκειμένου να τονιστεί ο διδακτικός της χαρακτήρας.

Ποιο θεωρείτε ότι είναι το κρίσιμο θέμα που προκύπτει από τη στάση της ηρωίδας στο διήγημα και ποια είναι η δική σας τοποθέτηση έναντι μιας τέτοιας στάσης; (150-200 λέξεις)

Η ηρωίδα του κειμένου, η Γιουρίκο, αδυνατεί να αναγνωρίσει την αξία της δικής της αυτόνομης προσωπικότητας και αναζητά διαρκώς πρότυπα στα πρόσωπα που αγαπά και θαυμάζει. Η τάση της αυτή να μιμείται τους άλλους, θέτει ως κρίσιμο θέμα τη σημασία που οφείλει να έχει για τους ανθρώπους η επίγνωση κι ο σεβασμός της μοναδικότητάς τους. Θέμα που αναδεικνύεται από τον παντογνώστη αφηγητή με τον εντοπισμό του μιμητισμού της ηρωίδας καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής της (Για να μη διαφέρει σε τίποτα απ’ την πολυαγαπημένη της φίλη / αντιγράφοντας τον άνθρωπο που ήταν ο πιο αγαπημένος της στη ζωή). Αξιοποιούνται, επίσης, εκφραστικά μέσα, όπως παρομοιώσεις (ήταν σαν η αγάπη της γι’ αυτόν να είχε δεθεί χειροπόδαρα) και ερωτήσεις σε ευθύ λόγο (Γιατί άραγε δεν μ’ αφήνει να γίνω όμοια μ’ αυτόν), προκειμένου να διαφανεί το πόσο υποφέρει η ηρωίδα, όταν την αποτρέπουν από το να μιμείται εκείνους που αγαπά.  
Η απουσία της αναγκαίας αυτοπεποίθησης, ώστε το άτομο να προασπίζεται τη μοναδικότητά του, παρατηρείται έντονα στην εποχή μας, αφού συχνά οι άνθρωποι σπεύδουν να αναζητήσουν στην ομοιομορφία την ασφάλεια της αποδοχής. Κατά τη γνώμη μου, είναι σημαντικό να κατανοούν οι άνθρωποι πως δεν έχουν κανένα λόγο να αποκρύπτουν τα ξεχωριστά στοιχεία της προσωπικότητάς τους, αφού στις διαφοροποιήσεις αυτές διαφαίνεται το πολυποίκιλο της ανθρώπινης φύσης. 
[Λέξεις: 213]

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης, Η Πόλις

Είπες· «Θα πάγω σ’ άλλη γη, θα πάγω σ’ άλλη θάλασσα.
Μια πόλις άλλη θα βρεθεί καλλίτερη απ' αυτή.
Κάθε προσπάθεια μου μια καταδίκη είναι γραφτή·
κ’ είν’ η καρδιά μου -σαν νεκρός- θαμένη.
Ο νους μου ως πότε μες στον μαρασμόν αυτόν θα μένει.
Όπου το μάτι μου γυρίσω, όπου κι αν δω
ερείπια μαύρα της ζωής μου βλέπω εδώ,
που τόσα χρόνια πέρασα και ρήμαξα και χάλασα.»

Καινούργιους τόπους δεν θα βρεις, δεν θάβρεις άλλες θάλασσες.
Η πόλις θα σε ακολουθεί. Στους δρόμους θα γυρνάς
τους ίδιους. Και στες γειτονιές τες ίδιες θα γερνάς·
και μες στα ίδια σπίτια αυτά θ’ ασπρίζεις.
Πάντα στην πόλι αυτή θα φθάνεις. Για τα αλλού -μη ελπίζεις-
δεν έχει πλοίο για σε, δεν έχει οδό.
Έτσι που τη ζωή σου ρήμαξες εδώ
στην κώχη τούτη την μικρή, σ’ όλην την γη την χάλασες.

Κειμενικοί δείκτες:
- Η διαλογική μορφή του ποιήματος, μέσω της οποίας τονίζεται η εσωτερική σύγκρουση του ποιητικού υποκειμένου κι οι αντιφατικές του σκέψεις σχετικά με τη δυνατότητά του να διαφύγει από τις αποτυχίες του παρελθόντος.
- Η αξιοποίηση μεταφορικού λόγου, προκειμένου να τονιστεί η ζοφερή πραγματικότητα που βιώνει το ποιητικό υποκείμενο (Ο νους μου ως πότε μες στον μαρασμόν αυτόν θα μένει / ερείπια μαύρα της ζωής μου).
- Χρήση παρομοίωσης για να τονιστεί το αίσθημα εγκλωβισμού (κ’ είν’ η καρδιά μου -σαν νεκρός- θαμένη.
- Η προσωποποίηση της «πόλις», ώστε να τονιστεί η αδυναμία του ατόμου να ξεφύγει από τον εαυτό του κι από τις λανθασμένες επιλογές του (Η πόλις θα σε ακολουθεί).
- Αξιοποίηση επανάληψης και επαναφοράς, για να δοθεί έμφαση στο γεγονός πως δεν υπάρχει δυνατότητα διαφυγής (Καινούργιους τόπους δεν θα βρεις, δεν θάβρεις άλλες θάλασσες / δεν έχει πλοίο για σε, δεν έχει οδό).

Ποιο είναι το ερώτημα που τίθεται στο ποίημα, μέσω της διαλογικής μορφής που αναπτύσσεται σ’ αυτό; Ποια είναι η δική σας απάντηση στο ερώτημα αυτό; (150-200 λέξεις)

Με τη διαλογική μορφή του ποιήματος καταγράφονται οι αντιφατικές σκέψεις του ποιητικού υποκειμένου σχετικά με τη δυνατότητά του να ξεφύγει από τις λανθασμένες επιλογές του παρελθόντος, ώστε να κάνει ένα νέο ξεκίνημα σε μια άλλη πόλη. Το αίσθημα εγκλωβισμού του ήρωα, όπως καταγράφεται στην πρώτη στροφή με μια παραστατική παρομοίωση (είν’ η καρδιά μου -σαν νεκρός- θαμένη), καθώς και με μεταφορικές εκφράσεις (ερείπια μαύρα της ζωής μου βλέπω εδώ, που τόσα χρόνια πέρασα και ρήμαξα και χάλασα), προκύπτει, κατά τον ήρωα, εξαιτίας της πόλης στην οποία βρίσκεται. Πρόθεσή του, λοιπόν, είναι να φύγει από την πόλη του και να επιχειρήσει να κάνει μια νέα αρχή σε κάποιον άλλο τόπο. Πρόθεση που εγείρει το βασικό ερώτημα του ποιήματος για το κατά πόσο η ευθύνη για τις αποτυχίες του ατόμου βαρύνει την πόλη ή το ίδιο το άτομο.
Στο ερώτημα αυτό η απάντηση του ποιητικού υποκειμένου, όπως καταγράφεται στη δεύτερη στροφή, είναι κατηγορηματική. Το πρόβλημα εντοπίζεται στο ίδιο το άτομο, στις επιλογές και στα λάθη του. Προσωπικά, ωστόσο, θεωρώ ότι κάποιες φορές το πρόβλημα εντοπίζεται πράγματι στην «πόλη», ιδίως όταν δεν έχει να προσφέρει στο άτομο τις κατάλληλες εργασιακές ευκαιρίες και προοπτικές ή όταν συνιστά έναν καταπιεστικό χώρο λόγω των αντιλήψεων που επικρατούν εκεί.
[Λέξεις: 202]

Χλόη Κουτσουμπέλη, «Παρτίδα σκάκι»

Καθίσαμε απέναντι.
Τα δικά μου πιόνια ήταν σύννεφα.
Τα δικά του σίδερο και αίμα.
Αυτός είχε τα μαύρα.
Σκληροί, γυαλιστεροί οι πύργοι του
επιτέθηκαν με ορμή
ενώ η βασίλισσά μου
ξεντυνόταν στο σκοτάδι.
Ήταν καλός αντίπαλος,
προέβλεπε κάθε μου κίνηση
πριν καλά καλά ακόμα την σκεφτώ,
κι εγώ παρ’ όλα αυτά την έκανα,
με την ήρεμη εγκατάλειψη αυτού
που βαδίζει στο χαμό του.
Ίσως τελικά να με γοήτευε
το πόσο γρήγορα εξόντωσε τους στρατιώτες μου
τους αξιωματικούς, τους πύργους, τα οχυρά,
τις γέφυρες, τον βασιλιά τον ίδιο,
πόσο εύκολα διαπέρασε, εισχώρησε και άλωσε
βασίλεια ολόκληρα αρχαίας σιωπής
και πώς τελικά αιχμαλώτισε εκείνη τη μικρή βασίλισσα
από νεραϊδοκλωστή
που τόσο της άρεσε να διαφεύγει με πειρατικά καράβια
στις χώρες του ποτέ.
Ναι, ομολογώ ότι γνώριζα από πριν πως θα νικήσει.
Άλλωστε, γι’ αυτό έπαιξα μαζί του.
Γιατί, έστω και μια φορά, μες στη ζωή,
αξίζει κανείς να παίξει για να χάσει.

Από την ποιητική συλλογή Η Αλεπού και ο κόκκινος χορός, Γαβριηλίδης, 2012

Κειμενικοί δείκτες:
- Ο αλληγορικός χαρακτήρας του ποιήματος, στο πλαίσιο του οποίου η ερωτική αναμέτρηση αποδίδεται ως μια παρτίδα σκάκι.
- Η χρήση μεταφορών προκειμένου να αποδοθεί η αδυναμία της ποιήτριας (Τα δικά μου πιόνια ήταν σύννεφα) κι η ισχύς εκείνου (Τα δικά του σίδερο και αίμα), καθώς κι η συνεχής τάση της ηρωίδας να ονειροβατεί, χωρίς να έχει πλήρη επίγνωση της πραγματικότητας (που τόσο της άρεσε να διαφεύγει με πειρατικά καράβια / στις χώρες του ποτέ).
- Το ασύνδετο σχήμα που αποδίδει παραστατικά τη γοργή άλωση των αντιστάσεων της ηρωίδας (το πόσο γρήγορα εξόντωσε τους στρατιώτες μου / τους αξιωματικούς, τους πύργους, τα οχυρά, / τις γέφυρες, τον βασιλιά τον ίδιο).
- Τα σχόλια του ποιητικού υποκειμένου, μέσω των οποίων διαφαίνονται οι σκέψεις της σχετικά με εκείνον (Ήταν καλός αντίπαλος, / προέβλεπε κάθε μου κίνηση /πριν καλά καλά ακόμα την σκεφτώ), αλλά κι η αιτιολόγηση της δικής της στάσης (Ναι, ομολογώ ότι γνώριζα από πριν πως θα νικήσει. / Άλλωστε, γι’ αυτό έπαιξα μαζί του.)

Αξιοποιώντας τους κειμενικούς δείκτες του ποιήματος (π.χ. εικόνες, αντιθέσεις κ.λπ.) να σχολιάσετε το θέμα/ερώτημα που πιστεύετε ότι τίθεται στο ποίημα αυτό κατά την κρίση σας.

Η ποιήτρια παρουσιάζει κατά τρόπο αλληγορικό το παιχνίδι του έρωτα ως μια παρτίδα σκάκι, στο πλαίσιο της οποίας υπάρχει νικητής και ηττημένος. Η νίκη εκείνου στη συμβολική αυτή παρτίδα προκύπτει από το γεγονός ότι με γοργές κινήσεις κατάφερε να υπερνικήσει τις άμυνές της, να εισχωρήσει στην ψυχή και στο μυαλό της και να την αιχμαλωτίσει. Από την αρχή της παρτίδας, άλλωστε, δηλώνεται με σαφήνεια μέσω μιας αντίθεσης η υπεροχή του, αφού τα δικά του πιόνια είναι δυνατά και γεμάτα ζωή, ενώ τα δικά της είναι αδύναμα, εφόσον δεν έχουν την αναγκαία επαφή με την πραγματικότητα (τα δικά μου πιόνια ήταν σύννεφα). Η πρώτη του κίνηση ήταν αιφνιδιαστική, όπως προκύπτει από την εικόνα της βασίλισσας που ξεντύνεται στο σκοτάδι την ώρα που γίνεται η επίθεση των εχθρικών πύργων. Ακολούθως εκείνος κυριαρχεί σε όλο το παιχνίδι, αφού με την εμπειρία του προβλέπει κάθε δική της κίνηση, την οποία εκείνη κάνει ούτως ή άλλως έχοντας επίγνωση πως βαδίζει στο χαμό της. Εμφανής εδώ η συναίνεση της ποιήτριας στην επερχόμενη ήττα της⸱ συναίνεση που δηλώνεται ξεκάθαρα στους καταληκτικούς στίχους (Ναι, ομολογώ ότι γνώριζα από πριν πως θα νικήσει)⸱ συναίνεση που πηγάζει από την επιθυμία της να παραδοθεί στην κυριαρχία εκείνου, βιώνοντας έτσι πληρέστερα την εμπειρία της ερωτικής αναμέτρησης.
[Λέξεις: 204]

Γιώργης Παυλόπουλος, Το τέλειο έγκλημα

Αποφάσισε τότε –μη ρωτήσεις ποτέ το γιατί–
αποφάσισε τότε να σκοτώσει το ποίημα.
Πήρε κάθε προφύλαξη έκρυψε το μαχαίρι
και παραμόνευε.

Το ποίημα βεβαίως δεν ήταν ανύποπτο.
Ήξερε τις προθέσεις του ποιητή από καιρό
αλλά μήτε το απόφευγε μήτε τον προκαλούσε
και κάπου κάπου έκλαιγε κρυφά.

Ώσπου έγινε το τέλειο έγκλημα.

Μαχαιρωμένο το ποίημα
μέσα στην καρδιά του ποιητή
έμεινε άγνωστο για πάντα

Παυλόπουλος, Γ. (2017). Ποιήματα 1943 - 2008, Αθήνα: Κίχλη.

Κειμενικοί δείκτες:
- Χρήση τριτοπρόσωπου αφηγητή προκειμένου να αποδοθεί με αντικειμενικότητα ένα θέμα που εκ των πραγμάτων είναι ιδιαιτέρως προσωπικό και οδυνηρό για κάθε δημιουργό.
- Προσωποποίηση του ποιήματος, ώστε να διαφανεί πληρέστερα το συναισθηματικό δέσιμο του δημιουργού με το υπό διαμόρφωση έργο του, και, κατ’ επέκταση, να τονιστεί το πόσο επώδυνη είναι η απόφαση να το «δολοφονήσει».
- Χρήση μεταφοράς (μέσα στην καρδιά του ποιητή) για να γίνει εμφανές πόσο προσωπική, όπως και πόσο οδυνηρή είναι η διαδικασία εγκατάλειψης μιας για καιρό κυοφορούμενης ποιητικής ιδέας.

Αξιοποιώντας τους κειμενικούς δείκτες του ποιήματος να παρουσιάσετε με συντομία (150-200 λέξεις) το θέμα του.

Θέμα του ποιήματος είναι η κάποτε επώδυνη σχέση του δημιουργού με το έργο του, η οποία δοκιμάζει τις ψυχικές του αντοχές όταν ο ίδιος πιστεύει ότι δεν είναι σε θέση να οδηγηθεί στην άρτια ολοκλήρωσή του. Ο ήρωας φτάνει στο σημείο να «σκοτώσει» το κυοφορούμενο έργο του, νιώθοντας προφανώς πως δεν έχει τη δυνατότητα να το φέρει σε ένα αξιόλογο επίπεδο νοηματικής και μορφικής ολοκλήρωσης. Το σχήμα επαναφοράς στους αρχικούς στίχους: «αποφάσισε τότε / αποφάσισε τότε» υποδηλώνει πως η δολοφονία του αγέννητου ποιήματος συνιστά συνειδητή επιλογή κι απόφαση του δημιουργού του. Το ποιητικό υποκείμενο, ωστόσο, απευθύνει σε β΄ πρόσωπο μια καίρια προειδοποίηση: «μη ρωτήσεις ποτέ το γιατί», μέσω της οποίας επισημαίνει στον αναγνώστη πως δεν θα πρέπει ποτέ να θέσει το σχετικό ερώτημα στον δημιουργό που φτάνει σε μια τόσο οδυνηρή για εκείνον απόφαση. Το «γιατί», άλλωστε, ένας δημιουργός νιώθει πως δεν μπορεί να ολοκληρώσει ένα έργο συνιστά μια πολύ προσωπική του υπόθεση. Εκείνο που κυρίως ενδιαφέρει είναι το πόσο οδυνηρή είναι μια τέτοια απόφαση, γι’ αυτό και ο Παυλόπουλος φροντίζει, αφενός, να προσωποποιήσει το κυοφορούμενο ποίημα και να εκφράσει έτσι εναργέστερα την αγωνία που αισθάνεται το ίδιο έχοντας από καιρό αντιληφθεί την πρόθεση του δημιουργού του να το δολοφονήσει, κι αφετέρου να ορίσει μεταφορικά ως τόπο του εγκλήματος «την καρδιά του ποιητή».  
[Λέξεις: 213]

«Τα επόμενα εκατό χρόνια»

Έπιασα να δω
τι θα ‘πρεπε να πρωτομάθω
για να ζωγραφίσω απ’ την αρχή τον κόσμο·
κι όλα έβγαζαν άθροισμα ηλεκτρονικό
ούτε πουλιά ούτε ψάρια
ούτε τα ίδια απ’ την αρχή
τίποτα όπως ήταν
ή όπως σχεδιάζουν·
μόνο ένα ατέλειωτο πλέγμα πληροφοριών
σ’ ένα κόσμο που ζυγίζει τ’ ορθολογικό
με το κιλό και το πουλάει χύμα
στα μανάβικα.
Και ξέρεις τι;
Δε φοβήθηκα. Καιρός ν’ αλλάξουνε τα πράγματα.
Καιρός να μείνει το νερό για το νερό
τα ψάρια για τα ψάρια
κι ο άυλος, εναργής άνθρωπος

και να χαθεί· ούτε οίκτος
ούτε περηφάνια
ούτε δικαιοσύνη.
Μια σιωπή μονάχα, κοσμική
κι εμείς αστράκια που ανάβουμε τις νύχτες
στο αιώνιο κι απέραντο σκοτάδι.

(Ποίημα της Κρυστάλλης Γλυνιαδάκη: Ανθολογία ποίησης «Μέτρα Λιτότητας». Εισ., Ανθ., Επιμ. Karen Van Dyck. Άγρα, 2017, σ.109).

Κειμενικοί δείκτες:
- Χρήση α΄ προσώπου, για να τονιστεί πως το περιεχόμενο του ποιήματος αποτελεί μια προσωπική αναμέτρηση της δημιουργού με τις προκλήσεις που θέτει στα άτομα ο σύγχρονος κόσμος.
- Χρήση β΄ προσώπου & ρητορικού ερωτήματος, αφενός για να ενισχυθεί η θεατρικότητα του ποιήματος κι αφετέρου για να υπηρετηθεί η δομή του κειμένου, εφόσον ό,τι ακολουθεί μετά το ερώτημα είναι η απάντηση της ποιήτριας απέναντι στη νέα κατάσταση που έχει δημιουργηθεί.
- Χρήση εικόνων -μεταφορικής κυρίως υφής- προκειμένου να παρουσιαστεί ο σύγχρονος ψηφιακός και τεχνολογικά εξελιγμένος κόσμος (ένα ατέλειωτο πλέγμα πληροφοριών / σ’ ένα κόσμο που ζυγίζει τ’ ορθολογικό / να επιστρέψει στην αστρόσκονη).
- Σχήμα επαναφοράς (ούτε οίκτος / ούτε περηφάνια / ούτε δικαιοσύνη) για να δηλώσει η ποιήτρια πως η επερχόμενη απώλεια της πνευματικής υπόστασης του ανθρώπου αποτελεί ένα αναπότρεπτο αποτέλεσμα, εφόσον ο ίδιος έχει διαμορφώσει έναν ψυχικά ουδέτερο και ψυχρό κόσμο.
- Ο τίτλος του ποιήματος που φανερώνει πως πρόκειται για συλλογισμούς σχετικά με το μέλλον της ανθρωπότητας.
- Το ύφος του κειμένου που λαμβάνει άλλοτε ειρωνική διάσταση (Και ξέρεις τι; / Δε φοβήθηκα. Καιρός ν’ αλλάξουνε τα πράγματα.) κι άλλοτε το χαρακτήρα μιας δυσοίωνης πρόβλεψης (κι ο άυλος, εναργής άνθρωπος / να επιστρέψει στην αστρόσκονη / και να χαθεί).

Ποιο βασικό ερώτημα θεωρείτε ότι τίθεται στο ποίημα μέσα από την παράθεση των συνεχιζόμενων οπτικών εικόνων και πώς θα το σχολιάζατε σύμφωνα με τη δική σας οπτική; (100-200 λέξεις)

Το ποιητικό υποκείμενο αναλογιζόμενο σε α΄ πρόσωπο πόσο δυσκολεύεται να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα του τεχνολογικά προσανατολισμένου κόσμου, αναρωτιέται για το κόστος που θα προκύψει από την αδιαφορία που δείχνουν οι άνθρωποι στην πνευματική και ψυχική τους υπόσταση. Μέσα από εικόνες που αναδεικνύουν την ψυχρότητα του σύγχρονου κόσμου (ούτε πουλιά ούτε ψάρια / σ’ ένα κόσμο που ζυγίζει τ’ ορθολογικό με το κιλό και το πουλάει χύμα στα μανάβικα) θέτει το ερώτημα σχετικά με το κατά πόσο μπορεί να συνεχιστεί αυτή η έμμονη προσήλωση στην τεχνολογία και τον ορθολογισμό εις βάρος των άλλων καίριων πτυχών της ανθρώπινης φύσης. Με τη χρήση β΄ προσώπου στο πλαίσιο ενός ερωτήματος (Και ξέρεις τι;) το ποιητικό υποκείμενο δηλώνει ειρωνικά μια διάθεση συμβιβασμού με τη νέα εποχή (Καιρός ν’ αλλάξουνε τα πράγματα), προδικάζοντας, κατά τρόπο δυσοίωνο, την απώλεια της πνευματικής διάστασης των ανθρώπων (ο άυλος, εναργής άνθρωπος / να επιστρέψει στην αστρόσκονη και να χαθεί).
Πρόκειται, κατά τη γνώμη μου, για μια ουσιώδη και εύλογη ανησυχία, εφόσον η μονόπλευρη εστίαση των ατόμων στην τεχνολογική εξέλιξη λειτουργεί εις βάρος της πνευματικής τους καλλιέργειας, όπως και της ψυχικής τους ευαισθησίας. Προκειμένου, ωστόσο, να διασφαλίζεται η συναισθηματική και πνευματική ισορροπία των ανθρώπων, δεν θα πρέπει να παραγνωρίζεται η κεφαλαιώδης σημασία των διαπροσωπικών σχέσεων, της ενσυναίσθησης, καθώς και της επαφής τους με τη φύση.  
[Λέξεις: 215]

Γιάννης Ρίτσος «Οι εμπρηστές κι εσύ»

Πέρασαν το γεφύρι σκιώδεις
μέσα στο φεγγαρόφωτο.
Τέσσερις ήταν.
Κάτι κρατούσαν στα χέρια τους. Σε λίγο
λαμπάδιασε το δάσος.
Εσύ καμιά σχέση δεν είχες
με τους εμπρηστές.
Μονάχα που δεν τους μαρτύρησες.
Άλλωστε, πώς; Αφού μες στο σκοτάδι
δεν είχαν καν διακρίνει
ούτε το πρόσωπό σου.

Γιάννης Ρίτσος «Ὑπερῶον», Εκδόσεις Κέδρος, 2013

Κειμενικοί δείκτες:
- Αξιοποίηση της αφήγησης, προκειμένου να παρουσιαστεί η πλοκή της ποιητικής ιστορίας και να τεθεί στην κρίση του αναγνώστη η επιλογή του ήρωα να μην μαρτυρήσει τους ενόχους.
- Χρήση β΄ προσώπου, προκειμένου να ενισχυθεί η ζωντάνια του ποιήματος και, συνάμα, να δηλωθεί η πρόθεση του ποιητικού υποκειμένου να δημιουργήσει την εντύπωση πως η ένοχη αυτή αδράνεια αφορά κάποιο άλλο πρόσωπο, έστω κι αν είναι πιθανό να προχωρά σε έλεγχο ενός δικού του σφάλματος.
- Αξιοποίηση ρητορικού ερωτήματος (Άλλωστε, πώς;) για να παρουσιάσει τη δικαιολογία του ήρωα σχετικά με την τελική του απραξία απέναντι στην εγκληματική δράση των άλλων.

Να παρουσιάσετε το θέμα/ερώτημα που πιστεύετε ότι τίθεται στο ποίημα αυτό, λαμβάνοντας υπόψη και τις μορφικές επιλογές του ποιήματος. Ακολούθως να διατυπώσετε τη δική σας άποψη σχετικά με αυτό. (150-200 λέξεις)  

Το θέμα που τίθεται στο ποίημα σχετίζεται με την έννοια της ατομικής ευθύνης και τη στάση ανοχής απέναντι στην εγκληματική δράση των άλλων ατόμων, που λειτουργεί εν τέλει ως ολέθρια συνενοχή. Ειδικότερα, όπως προκύπτει στο αφηγηματικό μέρος του ποιήματος, κάποιος τυχαίνει να παρακολουθήσει τη δράση τεσσάρων εμπρηστών, χωρίς να αντιδράσει και το κυριότερο χωρίς κατόπιν να τους καταγγείλει. Η χρήση του β΄ ενικού προσώπου (Μονάχα που δεν τους μαρτύρησες) δημιουργεί την εντύπωση της ύπαρξης ενός συνομιλητή, χωρίς αυτό να αποκλείει το ενδεχόμενο ο ποιητής να απευθύνεται στον εαυτό του. Το ρητορικό ερώτημα «Άλλωστε, πώς;» οδηγεί σε μια απροσδόκητη παραδοχή που φέρνει στην επιφάνεια την επιζήμια στάση αυτοπροστασίας των ατόμων. Ο αυτόπτης μάρτυρας του εμπρησμού δεν προχωρά σε καμία καταγγελία, εφόσον μέσα στο σκοτάδι κανείς δεν είχε δει το πρόσωπό του κι επομένως κανείς δεν θα μπορούσε να τον τοποθετήσει στο χώρο του εγκλήματος.
Η στάση αυτή του κεντρικού προσώπου συνιστά, κατά τη γνώμη μου, μια συνήθη παθογένεια της κοινωνίας μας, εφόσον συχνά οι άνθρωποι προκειμένου να αποφύγουν την εμπλοκή τους σε ανάλογες υποθέσεις, επιλέγουν τη σιωπή, έστω κι αν με τη μαρτυρία τους θα μπορούσαν να επιτύχουν την τιμωρία των ενόχων. Ο φόβος της αντεκδίκησης ή -ατυχώς- ακόμη και η προοπτική της προσωπικής ταλαιπωρίας, τους αποτρέπουν από το να αποκαλύψουν τα όσα γνωρίζουν.
[Λέξεις: 213] 

Μπέρτολτ Μπρεχτ, Ερωτήσεις ενός εργάτη που διαβάζει

Ποιος έχτισε τη Θήβα την εφτάπυλη;
Στα βιβλία δε βρίσκεις παρά των βασιλιάδων τα ονόματα.
Οι βασιλιάδες κουβαλήσαν τ’ αγκωνάρια;
Και τη χιλιοκαταστρεμμένη Βαβυλώνα, ποιος την ξανάχτισε τόσες φορές;
Σε τι χαμόσπιτα της Λίμας της χρυσόλαμπρης ζούσαν οι οικοδόμοι;
Τη νύχτα που το Σινικό Τείχος αποτελειώσαν, πού πήγανε οι χτίστες;
H μεγάλη Ρώμη είναι γεμάτη αψίδες θριάμβου. Ποιος τις έστησε;
Πάνω σε ποιούς θριαμβεύσανε οι Καίσαρες;
Το Βυζάντιο το χιλιοτραγουδισμένο μόνο παλάτια είχε για τους κατοίκους του;
Ακόμα και στη μυθική Ατλαντίδα, τη νύχτα που τη ρούφηξε η θάλασσα, τ’ αφεντικά
βουλιάζοντας, μ’ ουρλιαχτά τους σκλάβους τους καλούσαν.
O νεαρός Αλέξανδρος υπόταξε τις Ινδίες.
O Καίσαρας νίκησε τους Γαλάτες.
Δεν είχε ούτ’ ένα μάγειρα μαζί του;
O Φίλιππος της Ισπανίας έκλαψε όταν η Αρμάδα του βυθίστηκε.
Δεν έκλαψε, τάχα, άλλος κανένας;
O Μέγας Φρειδερίκος κέρδισε τον Εφτάχρονο τον Πόλεμο.
Ποιος άλλος τόνε κέρδισε;
Κάθε σελίδα και μια νίκη.
Ποιος μαγείρεψε τα νικητήρια συμπόσια;
Κάθε δέκα χρόνια κι ένας μεγάλος άντρας.
Ποιος πλήρωσε τα έξοδα;

Μπρεχτ Μπ. (2009). Ποιήματα. μτφ. Νίκος Παππάς κ.ά., Αθήνα: Κοραντζή

Ποιο, κατά τη γνώμη σας, είναι το θέμα του ποιήματος; Να το παρουσιάσετε λαμβάνοντας υπόψη τους κειμενικούς του δείκτες. (100-200 λέξεις)

Στο ποίημα αυτό αναδεικνύεται το γεγονός πως οι απλοί άνθρωποι, οι εργάτες κι οι στρατιώτες, παρά την τεράστια συμβολή τους σε όλα τα σημαντικά ιστορικά επιτεύγματα παραμένουν στην αφάνεια. Κανείς δεν μπαίνει στη διαδικασία να καταγράψει τα ονόματά τους, ώστε να λάβουν κι εκείνοι την αναγνώριση που τους αναλογεί. Ο ποιητής φροντίζει να αναδείξει το θέμα αυτό επισημαίνοντας στον τίτλο του ποιήματος πως πρόκειται για ερωτήσεις που θέτει ένας εργάτης που διαβάζει, επιτρέποντας έτσι στον αναγνώστη να αντιληφθεί από ποια οπτική οφείλει να αντικρίσει τα αλλεπάλληλα ρητορικά ερωτήματα που ακολουθούν. Είναι, μάλιστα, το πλήθος των ερωτημάτων αυτών, η σαφώς υπονοούμενη απάντησή τους, καθώς και ο ειρωνικός τους χαρακτήρας, που συνεισφέρουν στην ξεκάθαρη παρουσίαση της αδικίας που έχει συντελεστεί εις βάρος των ανώνυμων εργατών, αφού πάντοτε κάποιος άλλος καρπώνεται τη δόξα της δικής τους σκληρής δουλειάς. Διαπιστώσεις, όπως η ακόλουθη: «O νεαρός Αλέξανδρος υπόταξε τις Ινδίες.», συνοδεύονται από εύλογες απορίες: «Μοναχός του;», μέσω των οποίων καθίσταται εμφανής η τάση τόσο των ιστορικών όσο και των ανθρώπων γενικότερα να αποδίδουν όλες τις τιμές σε ένα προβεβλημένο πρόσωπο, παραβλέποντας την καίρια συνδρομή όλων εκείνων που εργάστηκαν σκληρά για να διασφαλίσουν τις νίκες και τα κατορθώματά του. Οι απλοί άνθρωποι απαξιώνονται, έτσι, διαχρονικά, έστω κι αν χωρίς το δικό τους μόχθο δεν θα είχε επιτευχθεί τίποτε.
[Λέξεις: 212]

Ενδεικτικές εκφωνήσεις του θέματος του ερμηνευτικού σχολίου
[Σύμφωνα με τις Οδηγίες του Υπουργείου Παιδείας]

Σημείωση: Μια εκδοχή διατύπωσης του θέματος είναι αυτή στην οποία ζητείται μόνο το ερμηνευτικό σχόλιο, χωρίς να καλούνται οι μαθητές να διατυπώσουν την προσωπική τους άποψη σχετικά με αυτό. Σε κείμενα που πιθανώς έχουν πολλούς κειμενικούς δείκτες ή των οποίων το θέμα δεν μπορεί να διατυπωθεί με την αναγκαία επιγραμματικότητα, ώστε να επαρκεί το όριο λέξεων για να συμπεριληφθεί η άποψη των μαθητών, το ερώτημα ενδέχεται να περιοριστεί μόνο στο ερμηνευτικό σχόλιο.
Προσέχουμε πως είτε ζητούνται οι κειμενικοί δείκτες στην εκφώνηση του ερωτήματος είτε όχι, οι μαθητές οφείλουν να τεκμηριώνουν την ερμηνεία τους με στοιχεία του κειμένου.

1. Να διατυπώσετε το ερμηνευτικό σας σχόλιο για το ποίημα.

Κείμενο: Γιατί βαθιά μου δόξασα
           
Γιατί βαθιά μου δόξασα και πίστεψα τη γη
και στη φυγή δεν άπλωσα τα μυστικά φτερά μου,
μα ολάκερον ερίζωσα το νου μου στη σιγή,
να που και πάλι αναπηδά στη δίψα μου η πηγή,
πηγή ζωής, χορευτική πηγή, πηγή χαρά μου…

Γιατί ποτέ δε λόγιασα το πότε και το πώς,
μα εβύθισα τη σκέψη μου μέσα στην πάσαν ώρα,
σα μέσα της να κρύβονταν ο αμέτρητος σκοπός,
να τώρα που, ή καλοκαιριά τριγύρα μου είτε μπόρα,
λάμπ’ η στιγμή ολοστρόγγυλη στο νου μου σαν οπώρα,
βρέχει απ’ τα βάθη τ’ ουρανού και μέσα μου ο καρπός!…

Γιατί δεν είπα: «Εδώ η ζωή αρχίζει, εδώ τελειώνει…»
μα «Αν είν’ η μέρα βροχερή, σέρνει πιο πλούσιο φως…
μα κι ο σεισμός βαθύτερη τη χτίση θεμελιώνει,
τι ο ζωντανός παλμός της γης που πλάθει είναι κρυφός…»
να που, ό,τι στάθη εφήμερο, σα σύγνεφο αναλιώνει,
να που κι ο μέγας Θάνατος μου γίνηκε αδερφός!…

Άγγελος Σικελιανός, Λυρικός βίος, τόμ. 2, Ίκαρος

Ερμηνευτικό σχόλιο
Στο πλαίσιο του ποιήματος αναδεικνύεται η σημασία που έχει για την πληρέστερη βίωση της ζωής η διάθεση του ατόμου να εκτιμά κάθε στιγμή του παρόντος, χωρίς να δυσανασχετεί για τις όποιες πρόσκαιρες ή διαρκέστερες αντιξοότητες. Σε πρώτο πρόσωπο ο ποιητής εξηγεί πώς κατόρθωσε να αντλεί χαρά στη ζωή του, ακόμη κι όταν οι συνθήκες έμοιαζαν δύσκολες, και πώς έφτασε στο σημείο να συμφιλιωθεί με την ιδέα του θανάτου. Η επιλογή του να «δοξάσει» και να «πιστέψει» τη γη, χωρίς να αποζητά διέξοδο στη φυγή, ανταμείφθηκε με μια αστείρευτη «πηγή» χαράς και ευδαιμονικής διάθεσης. Με τη χρήση μεταφορών (ολάκερον ερίζωσα το νου μου, μα εβύθισα τη σκέψη μου) και παρομοίωσης (σα μέσα της να κρύβονταν ο αμέτρητος σκοπός) ο ποιητής τονίζει με πόση αφοσίωση και με πόσο σεβασμό εκτίμησε την κάθε στιγμή στη ζωή του, ανεξάρτητα από το αν εκείνη ήταν ευχάριστη ή δυσάρεστη (ή καλοκαιριά τριγύρα μου είτε μπόρα), επιτυγχάνοντας να αναγνωρίσει και να απολαύσει την ομορφιά που κρύβει κάθε στιγμή και κάθε λεπτό του ανθρώπινου βίου (λάμπ’ η στιγμή ολοστρόγγυλη στο νου μου). Με την επίγνωση πως ακόμη κι οι δυσκολίες έχουν κάποιον απώτερο θετικό σκοπό, ο ποιητής δεν αφέθηκε ποτέ στην απόγνωση. Είδε, έτσι, τα εφήμερα προβλήματα να απομακρύνονται και το φόβο του για το τέλος να απαλύνεται.
[Λέξεις: 210]

2. Να σχολιάσεις εκείνο το θέμα, από όσα θέτει το κείμενο, που κρίνεις πιο σημαντικό. Τεκμηρίωσε τη θέση σου.

Κείμενο: Κλυταιμνήστρα ή Το έγκλημα [απόσπασμα]

Θα σας εξηγήσω, κύριοι δικαστές... Έχω μπροστά μου αμέτρητες κόγχες ματιών, κυκλικές γραμμές χεριών που ακουμπάνε πάνω στα γόνατα, πόδια γυμνά πάνω στις πέτρες, ακίνητες κόρες απ’ όπου φεύγει η ματιά, στόματα κλειστά όπου η σιωπή προετοιμάζει μια κρίση. Έχω μπροστά μου θεμέλια από πέτρα. Σκότωσα αυτόν τον άντρα μ’ ένα μαχαίρι, μέσα στο μπάνιο, με τη βοήθεια του αξιολύπητου εραστή μου, που δεν άξιζε ούτε τα πόδια να του πιάσει. Γνωρίζετε την ιστορία μου: δεν υπάρχει κανείς από σας που να μην την έχει επαναλάβει είκοσι φορές στο τέλος των μακροσκελών γευμάτων ενώ γύρω του οι υπηρέτες χασμουριούνται, αλλά κι ούτε μια απ’ τις γυναίκες σας που να μην έχει ονειρευτεί μια νύχτα της ζωής της να ήταν Κλυταιμνήστρα. Οι δολοφονικές σας σκέψεις, οι ανομολόγητες επιθυμίες σας διασχίζουν τρέχοντας το μήκος των σκαλοπατιών και γέρνουν προς τα μένα, έτσι που κάτι τρομερό που κινείται εδώ μέσα να δημιουργεί από σας τη δική μου συνείδηση κι από μένα τη δική σας κραυγή. Ήλθατε εδώ με το σκοπό να επαναληφθεί η σκηνή του φόνου μπρος στα μάτια σας πιο γρήγορα απ’ ό,τι στην πραγματικότητα, γιατί καλεσμένοι στην τραπεζαρία για το βραδινό φαγητό μπορείτε ν’ αφιερώσετε το πολύ μερικές ώρες για να μ’ ακούσετε να κλαίω. Και μέσα σ’ αυτό το ελάχιστο διάστημα πρέπει επιπλέον να εκθέσω ανοιχτά όχι μόνο τις πράξεις μου αλλά και τα αίτιά τους, τα αίτια αυτά που για να τα επιβεβαιώσω χρειάστηκαν σαράντα χρόνια. Περίμενα αυτόν τον άντρα πριν ακόμα υπάρξει σαν όνομα, σαν πρόσωπο, αφότου δεν ήταν παρά η μακρινή μου δυστυχία. Έψαξα μέσα στο πλήθος των ζωντανών αυτή την ύπαρξη, την αναγκαία για τις μελλοντικές μου απολαύσεις: δεν κοίταξα τους άντρες παρά όπως παρατηρεί κανείς με προσοχή τους περαστικούς μπρος στο τζάμι του σταθμού, ώστε να βεβαιωθεί καλά ότι δε βρίσκεται ανάμεσά τους αυτός που περιμένει. Ήταν γι’ αυτόν που η μαμή με τράβηξε να βγω απ’ την κοιλιά της μάνας μου· για να κρατώ τους λογαριασμούς του πλούσιου σπιτικού του έμαθα αρίθμηση στο αβάκιο του σχολείου. Ύφανα σημαίες και χρυσά λάβαρα για να στολίσω τους δρόμους που πιθανόν ν’ ακούμπαγε το πόδι αυτού του αγνώστου, που θα μ’ έκανε δούλα του· πολύ προσεχτικά άφησα να πέσουν ’δω και ’κει πάνω στ’ απαλό ύφασμα μερικές σταγόνες απ’ το αίμα μου. Οι γονείς μου τον διάλεξαν για μένα: και παρόλο που χωρίς να το ξέρουν ήμουν ήδη κυριευμένη απ’ αυτόν, υπάκουα ακόμα στις επιθυμίες τους, γιατί οι επιλογές μας προέρχονται απ’ αυτούς, κι ο άνθρωπος που αγαπάμε είναι πάντα αυτός που οι πρόγονοί μας ονειρεύτηκαν. Τον άφησα να θυσιάσει το μέλλον των παιδιών μας στις ανθρώπινες φιλοδοξίες του: ούτε καν έκλαψα όταν πέθανε η κόρη μου. Συγκατατέθηκα να χαθώ μες στη μοίρα μου, όπως το φρούτο σ’ ένα στόμα, για να του φέρω μια αίσθηση γλυκύτητας. Κύριοι δικαστές, δεν τον γνωρίσατε παρά παχύ απ’ τη δόξα και γερασμένο απ’ τα δέκα χρόνια πόλεμο, κάτι σαν τεράστιο είδωλο, φθαρμένο απ’ τα χάδια των γυναικών της Ασίας, στιγματισμένο απ’ τη λάσπη των τάφρων. Μόνο εγώ τον συναναστράφηκα στη θεϊκή εποχή του. Μου ήταν ευχάριστο να του φέρνω σε μεγάλο χάλκινο δίσκο το ποτήρι με το νερό που θα σκόρπιζε μέσα του αποθέματα δροσιάς· μ’ ευχαριστούσε, μες στη ζεστή κουζίνα, να ετοιμάζω τα φαγητά που χόρταιναν την πείνα του και τον πληρούσαν μ’ αίμα. Μ’ ευχαριστούσε, κουρασμένη απ’ το βάρος του ανθρώπινου σπόρου, ν’ ακουμπώ τα χέρια στη φουσκωμένη μου κοιλιά που βλάσταιναν τα παιδιά μου. Το βράδυ, όταν γύριζε απ’ το κυνήγι, ριχνόμουν με χαρά στο χρυσαφένιο στήθος του. Αλλά οι άντρες δεν είναι φτιαγμένοι να περνάνε όλη τους τη ζωή ζεσταίνοντας τα χέρια τους στη φωτιά απ’ το ίδιο τζάκι: έφυγε για καινούργιες κατακτήσεις, και μ’ άφησε σαν ένα μεγάλο άδειο σπίτι πλημμυρισμένο απ’ τα χτυπήματα ενός άχρηστου ρολογιού. Ο καιρός που περνούσε μακρυά του κυλούσε χωρίς χρησιμότητα, σταγόνα σταγόνα ή σε κύματα, σα χαμένο αίμα, αφήνοντάς με κάθε μέρα πιο φτωχή από μέλλον.

Γιουρσενάρ, M. (1981). Κλυταιμνήστρα ή Το έγκλημα, μτφ. Μαρία Θ. Φωστιέρη, Η Λέξη 5: 362-367

Ερμηνευτικό σχόλιο
Ένα καίριο θέμα που τίθεται στο συγκεκριμένο κείμενο είναι οι ακραίες συνέπειες που ενδέχεται να προκύψουν όταν ένα άτομο αφοσιώνεται σε τέτοιο βαθμό στο σύντροφό του, ώστε να φτάνει στο σημείο να εξαρτάται πλήρως από εκείνον. Η αδυναμία του ατόμου να αντλεί χαρά ή να θέτει στόχους στη ζωή του, ανεξάρτητα από τις διαθέσεις ή την παρουσία του συντρόφου του, υποδηλώνει μια επιζήμια παράδοση του εαυτού του και της αυτονομίας του. Η Κλυταιμνήστρα οδηγείται στη δολοφονία του συζύγου της, θεωρώντας πως έχει αυτό το δικαίωμα, αφού κάθε στιγμή της ζωής της, ήδη από τη γέννησή της, υπήρξε αφιερωμένη σ’ εκείνον (Ήταν γι’ αυτόν που η μαμή με τράβηξε να βγω απ’ την κοιλιά της μάνας μου). Θυσιάζει τα πάντα για εκείνον (ούτε καν έκλαψα όταν πέθανε η κόρη μου) και του προσφέρει όλο της το είναι, όπως παραστατικά το δηλώνει με μια παρομοίωση (Συγκατατέθηκα να χαθώ μες στη μοίρα μου, όπως το φρούτο σ’ ένα στόμα, για να του φέρω μια αίσθηση γλυκύτητας), μόνο και μόνο για να βιώσει την απόλυτη οδύνη κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης απουσίας του (Ο καιρός που περνούσε μακρυά του κυλούσε χωρίς χρησιμότητα). Ο χρόνος μακριά του περνά «σα χαμένο αίμα», υπονομεύοντας δραστικά την κρίση της ηρωίδας, αφού βιώνει την απουσία του ως ασυγχώρητη προδοσία (μ’ άφησε σαν ένα μεγάλο άδειο σπίτι).
[Λέξεις: 217] 

Σημείωση: Άλλη εκδοχή του θέματος είναι αυτή που εμπεριέχει τριπλό ερώτημα. Ζητείται, δηλαδή, να προσδιοριστεί το ερώτημα που θέτει το κείμενο, η απάντηση που δίνεται σε αυτό από το κείμενο -από τον ήρωα, από τον αφηγητή, από το ποιητικό υποκείμενο-, καθώς κι η απάντηση του μαθητή στο ερώτημα αυτό.
Σε ένα θέμα αυτού του είδους χρειάζεται προσοχή στο πώς θα αξιοποιηθούν οι κειμενικοί δείκτες ή οι παραπομπές στο κείμενο, εφόσον περιορίζεται το περιθώριο για την παρουσίαση του κύριου θέματος, μιας και θα πρέπει να καταγραφεί κι η προσωπική άποψη του μαθητή. 

3. Ποιο είναι το ερώτημα που, κατά τη γνώμη σας, θέτει το κείμενο; Ποια είναι η απάντηση του κειμένου/ του ήρωα κ.λπ.; Ποια είναι η δική σας απάντηση;

Κείμενο: Μικρόκοσμος

Όταν ετούτο τ’ άστρο που το φως του
Πέφτει τώρα στα μάτια μου σα μια χρυσή σταγόνα
Όταν ετούτο τ’ άστρο πρώτη του φορά
Έσκισε τα σκοτάδια του κενού
Πάνου στη γης δεν υπήρχε μήτε ένα πανδοχείο
Τ’ αστέρια ήτανε γέρικα
Κι η γης ήτανε βρέφος.
Είναι μακριά από εμάς τ’ αστέρια
Μακριά-μακριά, πολύ πολύ μακριά
Ανάμεσα στ’ αστέρια η γη μας είναι μια κουκκίδα
Μια τόση δα κουκκίδα
Κι η Ασία το ’να πέμπτο είναι της γης μας.
Μια χώρα της Ασίας είναι οι Ινδίες.
Μες στις Ινδίες μια πόλη είναι η Καλκούτα
Ο Μπενερτζή δεν είναι παρά μοναχά ένας άνθρωπος μες στην Καλκούτα.

Και να, τι θέλω τώρα να σας πω
Μες στις Ινδίες, μέσα στην πόλη της Καλκούτας,
φράξαν το δρόμο σ’ έναν άνθρωπο.
Αλυσοδέσαν έναν άνθρωπο ’κει που εβάδιζε.
Να το λοιπόν γιατί δεν καταδέχουμαι
να υψώσω το κεφάλι στ’ αστροφώτιστα διαστήματα.
Θα πείτε, τ’ άστρα είναι μακριά
κι η γη μας τόση δα μικρή.

Ε, το λοιπόν, ό,τι και να είναι τ’ άστρα,
εγώ τη γλώσσα μου τους βγάζω.
Για μένα, το λοιπόν, το πιο εκπληκτικό,
πιο επιβλητικό, πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο,
είναι ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει,
είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε.

Χικμέτ, Ν. (2016). Ποιήματα, μτφ. Γιάννης Ρίτσος, Αθήνα: Κέδρος

Ερμηνευτικό σχόλιο
Το ερώτημα που, κατά τη γνώμη μου, θέτει το κείμενο είναι το κατά πόσο έχει αξία να ασχολείται κανείς με τα δεινά και την καταπίεση που βιώνει ένας άνθρωπος, από τη στιγμή που η ύπαρξή του είναι απειροελάχιστη μπροστά στο αχανές του διαστήματος. Προτού δώσει την απάντησή του σ’ αυτό το ερώτημα ο ποιητής φροντίζει να τονίσει τόσο την αρχαιότητα του ήλιου -η γης ήτανε βρέφος, όταν πρώτη του φορά έσκισε τα σκοτάδια του κενού- και, άρα, το άχρονο του σύμπαντος, όσο και το πόσο μικρή μοιάζει η γη σε σχέση με τα υπόλοιπα αστέρια (είναι μια κουκκίδα / Μια τόση δα κουκκίδα). Παρά το γεγονός, λοιπόν, ότι η γη, οι πόλεις της και σαφώς οι άνθρωποί της είναι εφήμεροι και μηδαμινοί συγκριτικά με τα «αστροφώτιστα διαστήματα», ο ποιητής θεωρεί τον πόνο του ενός ανθρώπου το «πιο επιβλητικό, πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο» ζήτημα, αναδεικνύοντας έτσι την απόλυτη αξία που αναγνωρίζει στην ανθρώπινη ύπαρξη και στα κοινωνικά ζητήματα που την ταλανίζουν. 
Προσωπικά συμφωνώ με τη θέση του ποιητή, εφόσον παρά το εντυπωσιακό του σύμπαντος, ό,τι οφείλει να προέχει για εμάς είναι η ευημερία και ο σεβασμός όλων των συνανθρώπων μας. Τα αστέρια, άλλωστε, δεν έχουν κάτι να φοβούνται, ενώ η ελευθερία των ανθρώπων και τα βασικά τους δικαιώματα βρίσκονται υπό διαρκή απειλή.
[Λέξεις: 212] 

4. Ποιο είναι το ερώτημα που, κατά τη γνώμη σας, θέτει το κείμενο “mal du départ” του Νίκου Καββαδία; Ποια είναι η απάντηση του ποιητικού υποκειμένου σ’ αυτό; Ποια είναι η δική σας απάντηση;

Κείμενο: Mal du départ

Θα μείνω πάντα ιδανικός κι ανάξιος εραστής
των μακρυσμένων ταξιδιών και των γαλάζιων πόντων,
και θα πεθάνω μια βραδιά σαν όλες τις βραδιές,
χωρίς να σχίσω τη θολή γραμμή των οριζόντων.

Για το Μαδράς τη Σιγγαπούρ, τ’ Αλγέρι και το Σφαξ
θ’ αναχωρούν σαν πάντοτε περήφανα τα πλοία,
κι εγώ, σκυφτός σ’ ένα γραφείο με χάρτες ναυτικούς,
θα κάνω αθροίσεις σε χοντρά λογιστικά βιβλία.

οι φίλοι θα νομίζουνε πως τα ‘χω πια ξεχάσει,
κι η μάνα μου, χαρούμενη, θα λέει σ’ όποιον ρωτά:
« Ήταν μια λόξα νεανική, μα τώρα έχει περάσει…»

Μα ο εαυτός μου μια βραδιά εμπρός μου θα υψωθεί
και λόγο, ως ένας δικαστής στυγνός, θα μου ζητήσει,
κι αυτό το ανάξιο χέρι μου που τρέμει θα οπλιστεί,
θα σημαδέψει, κι άφοβα το φταίστη θα χτυπήσει.

Κι εγώ, που τόσο επόθησα μια μέρα να ταφώ
σε κάποια θάλασσα βαθιά στις μακρινές Ινδίες,
θα ’χω ένα θάνατο κοινό και θλιβερό πολύ
και μια κηδεία σαν των πολλών ανθρώπων τις κηδείες.

Καββαδίας, Ν. (1990). Μαραμπού, Αθήνα: Άγρα

Ερμηνευτικό σχόλιο
Το ερώτημα που τίθεται στο ποίημα σχετίζεται με την ανάγκη των ανθρώπων να υλοποιήσουν τους στόχους ή τα όνειρα εκείνα που ανταποκρίνονται στις βαθύτερες επιθυμίες τους. Το ποιητικό υποκείμενο που εργάζεται σ’ ένα λογιστικό γραφείο, βιώνει μια βαθιά αίσθηση απογοήτευσης, διότι θεωρεί πως δεν θα κατορθώσει ποτέ να πραγματοποιήσει τα μακρινά ταξίδια που πάντοτε επιθυμούσε. Όπως το δηλώνει εμφατικά με τη μεταφορική έκφραση των πρώτων στίχων «Θα μείνω πάντα ιδανικός κι ανάξιος εραστής / των μακρυσμένων ταξιδιών και των γαλάζιων πόντων». Η απάντηση, άρα, του ποιητικού υποκειμένου στο ερώτημα αυτό είναι ο αναγκαίος συμβιβασμός με τη διάψευση του ονείρου του (Θα πάψω πια για μακρινά ταξίδια να μιλώ), έστω κι αν γνωρίζει πως την εγκατάλειψη αυτή του ονείρου του θα τη μετανιώσει, εφόσον κάποια στιγμή θα κληθεί να απολογηθεί στον ίδιο του τον εαυτό. Με μια χαρακτηριστική παρομοίωση το ποιητικό υποκείμενο φαντάζεται τον εαυτό του ως σκληρό δικαστή (λόγο, ως ένας δικαστής στυγνός, θα μου ζητήσει), που θα τον εξωθήσει ακόμη και στην αυτοχειρία, καθώς το έγκλημα που θα έχει διαπράξει εις βάρος του είναι ασυγχώρητο.
Κατά τη γνώμη μου, αν και δεν είναι πάντοτε εφικτό να εκπληρώνει κάποιος τα όνειρά του, οφείλει εντούτοις να μην εγκαταλείπει ποτέ την προσπάθεια, ιδίως αν γνωρίζει πως πρόκειται για κάτι που το επιθυμεί πάρα πολύ.
[Λέξεις: 212]

Σημείωση: Διαφορετική εκδοχή του θέματος είναι εκείνη που προσδιορίζει συγκεκριμένο σημείο του κειμένου στο οποίο θα πρέπει να βασίσουν την απάντησή τους οι μαθητές. Στην περίπτωση αυτή επιδιώκεται πιθανώς να διευκολυνθεί ο εντοπισμός του κύριου θέματος/ερωτήματος ή να περιοριστεί το πλήθος των διαφορετικών ερμηνευτικών προσεγγίσεων που θα υπάρξουν λόγω των ποικίλων ζητημάτων που θίγονται στο κείμενο.

5. «Θεσσαλονίκη, Μέρες του 1969 μ. Χ.»: Ποιο είναι το ερώτημα που προκύπτει, κατά τη γνώμη σας, από τους στίχους 15 και 17 του ποιήματος; Αυτό το θέμα τι σημαίνει για εσάς;

Κείμενο: Θεσσαλονίκη, Μέρες του 1969 μ.Χ.

Στην οδό Αιγύπτου ―πρώτη πάροδος δεξιά―
Τώρα υψώνεται το μέγαρο της Τράπεζας Συναλλαγών
Τουριστικά γραφεία και πρακτορεία μεταναστεύσεως.
Και τα παιδάκια δεν μπορούνε πια να παίξουνε από τα τόσα τροχοφόρα που περνούνε.
Άλλωστε τα παιδιά μεγάλωσαν, ο καιρός εκείνος πέρασε που ξέρατε
Τώρα πια δε γελούν, δεν ψιθυρίζουν μυστικά, δεν εμπιστεύονται,
Όσα επιζήσαν, εννοείται, γιατί ήρθανε βαριές αρρώστιες από τότε
Πλημμύρες, καταποντισμοί, σεισμοί, θωρακισμένοι στρατιώτες·
Θυμούνται τα λόγια του πατέρα: εσύ θα γνωρίσεις καλύτερες μέρες
Δεν έχει σημασία τελικά αν δεν τις γνώρισαν, λένε το μάθημα οι ίδιοι στα παιδιά τους
Ελπίζοντας πάντοτε πως κάποτε θα σταματήσει η αλυσίδα
Ίσως στα παιδιά των παιδιών τους ή στα παιδιά των παιδιών των παιδιών τους.
Προς το παρόν, στον παλιό δρόμο που λέγαμε, υψώνεται
Η Τράπεζα Συναλλαγών
―εγώ συναλλάσσομαι, εσύ συναλλάσσεσαι αυτός συναλλάσσεται―
Τουριστικά γραφεία και πρακτορεία μεταναστεύσεως
―εμείς μεταναστεύουμε, εσείς μεταναστεύετε, αυτοί μεταναστεύουν―
Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει, έλεγε κι ο Ποιητής
Η Ελλάδα με τα ωραία νησιά, τα ωραία γραφεία,
τις ωραίες εκκλησιές

Η Ελλάς των Ελλήνων.

Μ. Αναγνωστάκης, Ποιήματα 1941-1971, Νεφέλη 2000

Ερμηνευτικό σχόλιο
Με την κλίση του ρήματος συναλλάσσομαι (στίχος 15) και την κλίση του ρήματος μεταναστεύω (στίχος 17) ο ποιητής υποδηλώνει στοιχεία της μεταπολεμικής πορείας της χώρας και τον τρόπο με τον οποίο έχει επηρεαστεί η ζωή των Ελλήνων. Η οικονομική εξέλιξη της χώρας στα χρόνια της ειρήνης υπήρξε βέβαια καλύτερη απ’ ό,τι κατά την προηγούμενη εμπόλεμη περίοδο, δεν ευνόησε ωστόσο κατά τον ίδιο τρόπο όλους τους ανθρώπους. Για το λόγο αυτό, άλλωστε, ενισχύθηκε το φαινόμενο της μετανάστευσης, εφόσον πολλοί ήταν εκείνοι που θέλησαν να διασφαλίσουν καλύτερες συνθήκες ζωής σε μια νέα πατρίδα. Με το ρήμα συναλλάσσομαι, πάντως, ο ποιητής υπονοεί συνάμα και τα φαινόμενα πολιτικών εξυπηρετήσεων και την ευνοϊκή, άρα, μεταχείριση ορισμένων πολιτών έναντι άλλων. Θέτει, υπ’ αυτή την έννοια, το ερώτημα κατά πόσο είναι δίκαιο να έχουμε διαμορφώσει μια πολιτεία στο πλαίσιο της οποίας κάποιοι επωφελούνται από τις γνωριμίες και τις διασυνδέσεις τους και άλλοι εξαναγκάζονται να γίνουν μετανάστες, αφού δεν έχουν το προνόμιο ανάλογων διευκολύνσεων.
Πρόκειται, κατά τη γνώμη μου, για ένα κρίσιμο ερώτημα, καθώς φαινόμενα όπως αυτό των πολιτικών εξυπηρετήσεων και της αναξιοκρατίας έχουν ζημιώσει σημαντικά τη χώρα μας. Κλονίζουν την εμπιστοσύνη των νέων στην αξία της προσωπικής προσπάθειας και της απόκτησης ουσιαστικής παιδείας, και ενισχύουν την εντύπωση πως επιβραβεύονται μόνο όσοι ενδίδουν στη λογική των «πελατειακών σχέσεων».
[Λέξεις: 210]

Σημείωση: Έμμεση προσέγγιση του κύριου θέματος/ερωτήματος γίνεται στην ακόλουθη εκδοχή εκφώνησης, όπου το ζητούμενο είναι η «συναισθηματική κατάσταση» ενός ήρωα. Σε μια τέτοια εκδοχή του θέματος του ερμηνευτικού σχολίου οι μαθητές δεν καλούνται να εντοπίσουν κατά τρόπο άμεσο το θέμα του κειμένου, προκειμένου, ωστόσο, να αιτιολογήσουν τη συναισθηματική κατάσταση του ήρωα θα χρειαστεί να αναφερθούν σε κοινωνικές ή άλλες συνθήκες, θίγοντας κατ’ ανάγκη πτυχές του κύριου θέματος.

6. «Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα»: Να παρουσιάσεις τη συναισθηματική κατάσταση του καθηγητή, όπως αυτή εμφανίζεται στο απόσπασμα. Εννοείται ότι η γνώμη σου είναι ανάγκη να στηριχθεί σε δείκτες του κειμένου.

Κείμενο: Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα

Η «Μουσική των Νερών». Θέμα ελεύθερον. Καθίστε επάνω από μια γέφυραν και ακούστε την. Προσοχή, μόνο, να μην πέσετε στο ποτάμι.
Ο κύριος Σκαμβουράς δίνει με αγάπη το θέμα, με αγάπη, μα αμέσως πικραίνεται. Του αρέσει αυτό το θέμα. Κάθε θέμα, που έχει μέσα ποτάμι, του αρέσει. Μα έρχεται ο Καθηγητικός Σύλλογος, με μια φωνή ξερή και κατασπαράζει αλύπητα όλη την ποίηση στην καρδιά ενός φτωχού καθηγητή.
Διάλεξε σου λέει, όποιο θέμα θέλεις -δικαίωμά σου- αλλά στη γλώσσα, προσοχή!, «όσον αφορά την γλώσσαν». Απάνω στην ώρα ανοίγει η πόρτα και μπαίνει ο Γυμνασιάρχης. Το μάτι του είναι τόσο σκληρό, που του έφυγε και το λιγοστό μελάνι, ξεθώριασε πια ολότελα.
- Λοιπόν, απαιτώ ολίγων λεπτών απόλυτην σιγήν. Μίαν σύστασιν. Προσοχή εις την γλώσσαν. Δια τα πάντα είσθε ελεύθεροι. Όσον αφορά όμως την γλώσσαν, εν ουδεμία περιπτώσει δύναται να γίνει ανεκτή οιαδήποτε γειτνίασις προς τα διάφορα βαρβαρικά εκείνα ιδιώματα, άτινα σύρουσιν το πατροπαράδοτον γλωσσικόν μας όργανον εις τον ρύπον των τριόδων. Επιβάλλεται, όθεν, η σχολαστική αποφυγή τοιούτων γειτνιάσεων και η μετά πάθους προσήλωσις προς τας αρχάς της επισήμου γλώσσης, η προσήλωσις, δηλονότι, εις την επίσημον γλώσσαν του Κράτους, την καθαρεύουσαν. Προειδοποιώ, όθεν, και απειλώ. Εις τον παραβάτην θα είμεθα απηνείς! Και, τώρα, συνεχίστε την εργασία σας.
Έλα, εσύ, τώρα, ο καθηγητής -και να είσαι νέος καθηγητής- κι όλο όλο που λατρεύεις να είναι τα «βαρβαρικά αυτά ιδιώματα», και να μη πικραθείς... Μα τα παιδιά τίποτα δεν καταλαβαίνουν απ’ τη λύπη του καθηγητή τους. Καταλαβαίνουν μονάχα ότι τούτη η έκθεση δεν είναι σαν τις άλλες. Ότι είναι «θέμα ελεύθερον», πώς το λένε... Μπορούν να γράψουν το θέμα όπως θέλουν. Ότι δε θα τυραννούσε το κεφάλι τους να θυμηθούν πώς το είπε ο καθηγητής, με τι λόγια και με τι εικόνες. «Γράψτε ό,τι σας αρέσει. Φτάνει να το γράψετε με δικά σας λόγια. Μόνο... ξέρετε... το βάρβ... δηλαδή... όσον αφορά τη διάλεκτον, γνωρίζετε...» - Μα και βέβαια “γνωρίζουμε”, κύριε Καθηγητά! Εμείς πια είμαστε μορφωμένοι άνθρωποι κι ένας μορφωμένος άνθρωπος πρέπει να σέβεται τη μόρφωσή του! Και βέβαια -πώς όχι;- τώρα πια... και βέβαια, σας καταλάβαμε, κύριε καθηγητά».
- Έχετε δύο ώρες. Ελπίζω ότι επαρκούν. Τονίζω ότι δεν τίθεται κανένας περιορισμός ως προς την έκταση.
Και κάτι ακόμη συνέχισε να λέει ο καθηγητής, αλλά ο Μέλιος δεν τον άκουε πια.

Μενέλαος Λουντέμης «Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα», Εκδόσεις Δωρικός

Ερμηνευτικό σχόλιο
Ο καθηγητής αισθάνεται πικραμένος, διότι παρά το γεγονός ότι ο ίδιος αγαπάει τη δημοτική γλώσσα και τα τοπικά ιδιώματα, βρίσκεται αναγκασμένος να υπηρετήσει μια άψυχη γλωσσική μορφή που δεν αντιστοιχεί στη φυσική γλώσσα των μαθητών. Η δική του επιθυμία είναι να καλλιεργηθεί όσο γίνεται πληρέστερα η γλώσσα που πραγματικά μιλούν οι μαθητές στην καθημερινότητά τους κι όχι μια κατασκευασμένη γλώσσα που τους επιβάλλεται από το κράτος. Δεν μπορεί, ωστόσο, να έρθει σε σύγκρουση με τον Καθηγητικό Σύλλογο, αφού ο ίδιος δεν είναι παρά ένας νέος καθηγητής, του οποίου η γνώμη έχει ελάχιστη βαρύτητα (Έλα, εσύ, τώρα, ο καθηγητής -και να είσαι νέος καθηγητής- κι όλο όλο που λατρεύεις να είναι τα «βαρβαρικά αυτά ιδιώματα», και να μη πικραθείς...). Ο απρόσωπος Καθηγητικός Σύλλογος εμφανίζεται στο πλαίσιο μιας μεταφορικής φράσης να «κατασπαράζει αλύπητα όλη την ποίηση στην καρδιά» του. Έτσι, παρά την αγάπη που έχει ο καθηγητής για το γλωσσικό μάθημα (δίνει με αγάπη το θέμα, με αγάπη), δεν μπορεί εντούτοις να παραγνωρίσει τις σαφείς οδηγίες που του δίνονται. Αναγκάζεται να υποστηρίξει απρόθυμα, με φόβο σχεδόν, μια γλωσσική επιλογή και μια διδακτική διαδικασία που διόλου δεν εκφράζει τις δικές του πεποιθήσεις. Συναισθήματα που αισθητοποιούνται με τη συνεχή χρήση αποσιωπητικών, όταν μιλά στους μαθητές του: «Μόνο... ξέρετε... το βάρβ... δηλαδή... όσον αφορά τη διάλεκτον, γνωρίζετε...».
[Λέξεις: 212]



8 σχόλια:

  1. Εξαιρετική δουλειά δημιουργημένη με γνώση, υπευθυνότητα και σοβαρότητα. Συγχαρητήρια, συναδέλφισσα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. ΥΠΕΡΟΧΗ ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΥΝΑΔΕΡΦΙΣΣΑ!
    ΠΟΛΛΑ ΜΠΡΑΒΟ!
    ΠΟΛΛΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Συγχαρητήρια για την εξαιρετική εργασία με τόσα παραδείγματα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Πραγματικά, σας θαυμάζω για τη δοτικότητα και την υπομονή σας . Εξαιρετική δουλειά και σίγουρα το ξέρετε. Εκπλήσσομαι που άργησα να σας βρω στο διαδίκτυο. Σας ευχαριστώ από καρδιάς!

    ΑπάντησηΔιαγραφή